Ο Παπαδιαμάντης μαζί με τον γλωσσικό, τον κοινωνικό και τον φυσικό του κόσμο δεν έχει πάψει εδώ και πολλά χρόνια να συνεπαίρνει τους σύγχρονους συγγραφείς, που υφαίνουν ξανά και ξανά μια μυθολογία η οποία έχει μετατραπεί σε κοινό τόπο της λογοτεχνικής συντεχνίας, τροφοδοτώντας αναλόγως και τη συντήρηση της δημόσιας εικόνας του: ο Παπαδιαμάντης ως ένθερμος διασώστης και φύλακας της παράδοσης, ως εν εκστάσει πιστός της ορθοδοξίας, ως υπερασπιστής μιας υψηλής καλλιτεχνικής ενδοστρέφειας, που αποκαλύπτει το αδιανόητο μέγεθος διάβρωσης του περίγυρού του από τη χρησιμοθηρία και τον πολιτικαντισμό.
Το καινούργιο πεζογράφημα του Θωμά Κοροβίνη, Το αγγελόκρουσμα, δεν ξεφεύγει από αυτή τη μυθολογία. Ο Παπαδιαμάντης αποτελεί και για αυτόν ένα πρόσωπο βυθισμένο στον λογοτεχνικό του θρύλο. Με τη διαφορά ότι εκείνο που τονίζεται τώρα είναι το λαϊκό του στοιχείο, συνδυασμένο με την τέχνη μιας παραβατικής αγιοσύνης: τον ασκητικό διονυσιασμό ενός κοσμικού αποσυνάγωγου ικανού να ζει στο πλάι των αδυνάμων, των φτωχών και των παραμερισμένων. Τίποτε το περίεργο. Η προβολή του λαϊκού λόγου και η αποθέωση της λαϊκής ψυχής διαπερνούν απ’ άκρου εις άκρον το έργο του Κοροβίνη και είναι ευνόητο όταν καταπιάνεται με τον βίο και την προσωπικότητα του Παπαδιαμάντη να επεξεργάζεται και να εξυψώνει μια παράμετρο που ταιριάζει με τη δική του ποιητική.
Το ζήτημα με το Αγγελόκρουσμα είναι ότι η ποιητική του Κοροβίνη δεν υπερβαίνει τον Παπαδιαμάντη και δεν πνίγει τη ζωή και τη λογοτεχνία του. Προσδίδοντας ευθύς εξαρχής μια υπαρξιακή διάσταση στην αφήγησή του, με έναν μονόλογο που φιλοδοξεί να είναι κάτι σαν επιθανάτιος ρόγχος του Σκιαθίτη, ο Κοροβίνης επιχειρεί μια διπλή αναδρομή: από τη μια αναπαράγει αποσπασματικά διάφορα χωρία του Παπαδιαμάντη, τα οποία παρεισδύουν με παιγνιώδη τρόπο στη ροή του λόγου του, ενώ από την άλλη αναπλάθει, επίσης σε έκκεντρη τροχιά, ορισμένα εμβληματικά επεισόδια από την παπαδιαμαντική βιογραφία (η επαφή με τον Αλέξανδρο Μωραϊτίδη, το περιβάλλον της Αθήνας και οι αγαπητικές σχέσεις με φίλους και συμπότες, η βαριά μεταφραστική δουλειά στις εφημερίδες).
Η εξαιρετικά πυκνή αυτή φόρμα, που λειτουργεί συχνά με πολλαπλές γλωσσικές εκρήξεις εστιάζοντας την προσοχή του αναγνώστη στις χαρές και στην απόλαυση του λογοτεχνικού κειμένου, βοηθάει τον Κοροβίνη να απομακρύνει τους κινδύνους της ιδεολογικοποίησης από τον μονόλογό του χωρίς να χάσει τη δυνατότητά του να μυθολογεί.
Μεταμορφωμένος σε λογοτεχνικό ήρωα ο Παπαδιαμάντης διατηρεί στο Αγγελόκρουσμα ολοζώντανη την ποιητική του αύρα δίχως να αποκτήσει ούτε μια στιγμή τα διδακτικά και ηθικοπλαστικά χαρακτηριστικά με τα οποία τον έχουν επιβαρύνει κατ’ επανάληψη οι διάφοροι υμνογράφοι του. Συμβάλλουν σε αυτό και οι φιγούρες των παπαδιαμαντικών διηγημάτων, που ξεπηδούν σε ποικίλες φάσεις της αφήγησης, για να ηλεκτρίσουν υποβλητικά την ατμόσφαιρα.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ