«Εχω γνωρίσει ζευγάρια που έχουν καταστρέψει/σπάσει τρία λάπτοπ και δηλητηριάσει τη σχέση τους ψάχνοντας ο ένας τα μηνύματα, τους φίλους, τα likes κι όλα τα συμπαρομαρτούντα του Facebook που «κρύβονται» μέσα στους τοίχους του ενός και του άλλου! (Eντάξει το εργαλείο είναι παγίδα, ΑΝ δεν το χειρισθείς σωστά)».

Το διάβασα εχθές στον τοίχο ενός φίλου και το πρώτο που σκέφτηκα ήταν ένα περιστατικό ξεσπάσματος ζήλιας το οποίο εξελίχθηκε πριν ένα μήνα σ’ένα καφέ, όπου μια νέα γυναίκα είχε βγει εκτός εαυτού και ζητούσε από τον φίλο της εξηγήσεις για το ποια ήταν η κοπέλα που είχε ποστάρει στη σελίδα του ένα τραγούδι συνοδευόμενο από μια καρδούλα.

Στο παρελθόν, η διάθεση για φλερτ ή η άποψη που είχαμε για κάποιον παρέμενε εξ ολοκλήρου στο πλαίσιο ελέγχου του καθενός μας και οι καινούργιες φιλίες δεν γίνονταν γνωστές – εάν δεν το επιθυμούσαμε – από τα υπόλοιπα μέλη του κοινωνικού μας περίγυρου. Όμως, η ανάπτυξη των κοινωνικών δικτύων, έχει επιφέρει ριζικές αλλαγές στο τρόπο που σχετιζόμαστε και επικοινωνούμε. Άραγε το Facebook δυναμώνει τη σπίθα της ζήλιας, ή μήπως ενισχύει τη ζήλια που μπορεί ήδη να υπάρχει σε μια σχέση;

Στο άρθρο τους «More Information than You Ever Wanted: Does Facebook Bring Out the Green – Eyed Monster of Jealousy?» οι Muise, A., Christofides, E. & Desmarais, S. (2009) ισχυρίστηκαν ότι όσο περισσότερο χρόνο περνάμε στο Facebook, τόσες περισσότερες πιθανότητες έχουμε να ζηλέψουμε τους συντρόφους μας. Όμως, συμβαίνει και το αντίθετο, δηλαδή, η ζήλια μπορεί να μας κάνει να ψάχνουμε περισσότερες πληροφορίες οι οποίες θα τροφοδοτήσουν περαιτέρω αυτή την συμπεριφορά μας, καταλήγοντας σ’ένα φαύλο κύκλο. Μιας και το Facebook βοηθά στη διατήρηση σχέσεων που σε άλλες συνθήκες θα ήταν εφήμερες και συνδέει ανθρώπους που μπορεί να μην επικοινωνούσαν ποτέ, εύκολα κάποιος συμπεραίνει ότι μπορεί να ενισχύσει τη ζήλια και την καχυποψία.

Το συμπέρασμα αυτό μπορεί να επιβεβαιωθεί εάν δούμε λίγο τα στοιχεία που προέκυψαν από την έρευνα. 92,1% των συμμετεχόντων στη μελέτη, δήλωσε πως ο σύντροφός τους είχε φίλους που ο ίδιος δεν ήξερε. Το 74,6% ήταν πιθανό να κάνουν φίλο ένα πρώην σύντροφο και 78,9% δήλωσε πως ο σύντροφός τους είχε κάνει φίλο έναν πρώην σύντροφο. Οι γυναίκες βρέθηκαν να ξοδεύουν σημαντικά περισσότερο χρόνο στα κοινωνικά δίκτυα απ’ότι οι άντρες.

Μια άλλη έρευνα στην οποία συμμετείχαν 342 Αυστραλοί φοιτητές και δημοσιεύθηκε με τίτλο «Time to face it! Facebook intrusion and the implications for romantic jealousy and relationship satisfaction (2011)»βασίστηκε στο πως η «εισβολή» του Facebook επηρεάζει το βαθμό ικανοποίησης μιας σχέσης.

Η ψευδής αίσθηση οικειότητας που μπορεί να δημιουργηθεί και ως εκ τούτου να οδηγεί κάποιους να είναι πιο επιρρεπείς στην εξαπάτηση, καθώς και το γεγονός ότι δίνεται η δυνατότητα δημιουργίας μιας «πραγματικής ταυτότητας» και μιας «ταυτότητας Facebook», έδειξε ότι υπάρχει μεγάλος βαθμός δυσαρέσκειας και αύξηση περιστατικών ζήλιας, καχυποψίας και διαδικτυακής παρακολούθησης του συντρόφου. Πολλοί ένιωθαν ότι δεν γνωρίζουν πραγματικά τον/την σύντροφό τους και το ότι πρώην και νυν φίλοι πιθανόν να σχολίαζαν το οτιδήποτε, τους υπενθύμιζε καθημερινά ότι ο σύντροφός τους είχε παρελθόν στις σχέσεις.

Πιστεύω ότι είναι σημαντικό ν’απενοχοποιήσουμε τη ζήλια και να τη δούμε απλά ως ένα συναίσθημα. Βάζοντας σε κάποιον τη ταμπέλα του νευρωσικού ή να λέμε «έχεις χαμηλή αυτοεκτίμηση» δεν είμαι σίγουρη ότι είναι πολύ βοηθητικό. Εξάλλου, μ’αυτή τη λογική μπορεί κάποιος να πει ότι «έχω υψηλή αυτοεκτίμηση αφού δεν επιτρέπω στον εαυτό μου ν’αντιμετωπίζεται μ’αυτό τον τρόπο».

Γενικά, βοηθάει ν’αποδεχόμαστε όλα μας τα συναισθήματα –ακόμα κ εκείνα που μας ενοχλούν – να τους δίνουμε χώρο και όχι να προσπαθούμε να τα «ξεφορτωθούμε».Δεν υπάρχει τίποτα απολύτως στραβό με τα συναισθήματά μας, όταν αυτά εκφράζονται με έναν υγιή και λειτουργικό τρόπο. Η αλλαγή δεν έρχεται μέσα από τον έλεγχο ή την αποφυγή. Έχοντας επίγνωση τι μας συμβαίνει και να μας επιτρέπουμε να είμαστε και ζηλιάρηδες, το συναίσθημα από μόνο του μπορεί να αποδυναμωθεί και να μην το βιώνουμε τόσο απειλητικά.

Είναι απαραίτητο να ξεχωρίζουμε το συναίσθημα από τη συμπεριφορά. Όπως ακριβώς υπάρχει μεγάλη διαφορά στο «νιώθω θυμό» και «συμπεριφέρομαι επιθετικά», έτσι, είναι διαφορετικό το να αισθάνομαι ζήλια και να ενεργώ – συμπεριφέρομαι βάση αυτού του συναισθήματος. Οι πιθανότητες να διαλυθεί μια σχέση από συμπεριφορές όπως το να ζητάω διαρκή επιβεβαίωση από τον άλλον, να κατηγορώ ή να υποψιάζομαι συνεχώς, αυξάνονται. Μπορούμε να επικοινωνούμε τη ζήλια μας και με πιο απλούς τρόπους.

Η αβεβαιότητα είναι ένας περιορισμός κάθε σχέσης και καλό θα ήταν να το αποδεχθούμε. Το να προσπαθώ να ελέγξω τον άλλον έχει κούραση και είναι μάταιο. Σ’αυτό το σημείο είναι πολύ χρήσιμο να εξετάσουμε τα πιστεύω και τις προσδοκίες για τις σχέσεις μας γενικότερα. Κάποιες φορές, η ζήλια μπορεί να πυροδοτείται ακριβώς απ’αυτά τα πιστεύω. Πεποιθήσεις τύπου «ο/η σύντροφός μου δεν πρέπει να έλκεται από άλλους» ή «τι δουλειά έχει να μιλάει με τον/την πρώην του» δεν είναι και τόσο υποστηρικτικές.

Ας μην ξεχνάμε πως πολλές φορές η ζήλια μπορεί να είναι προβολή. Για παράδειγμα, εάν εγώ είμαι άπιστη, αποδίδω αυτή τη συμπεριφορά στον άλλο γιατί δεν μπορώ να ταυτιστώ μ’αυτό –δεν το αποδέχομαι – με αποτέλεσμα να το αποκλείσω από το εμένα και τελικά να πιστεύω ότι προέρχεται από τον άλλον.

Τέλος, να μάθουμε να ζητάμε από εκεί που μπορούν να μας δώσουν. Εάν έχω ανάγκη από σταθερότητα, γιατί να τη ζητάω από κάποιον ασταθή;

*Η Νάσια Ευθυμιοπούλου είναι ψυχολόγος – ψυχοθεραπεύτρια Gestalt. Τη διαβάζετε και στο μπλογκ της