«Ηταν ένας Κολόμβος χωρίς Αμερική, και μάλιστα χωρίς κανένα πλοίο»είπε κάποτε ο Αλεξάντρ Χέρτσεν, πρωτεργάτης του ρωσικού σοσιαλισμού, για τον αναρχικό Μιχαήλ Μπακούνιν. Οταν, κατά το δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, ο ρωσικός αναρχισμός αναδυόταν ως εξεγερτική συνιστώσα εντός του επαναστατικού κινήματος, ο Μπακούνιν ήταν όσο γνωστός ήταν και ο Κάρολος Μαρξ ανάμεσα στους εργάτες και τους ριζοσπάστες διανοουμένους της Ευρώπης. Στην πορεία δε ο πρώτος έγινε το αντίπαλον δέος του δευτέρου και η σύγκρουση κατέστη αναπόφευκτη.

«Δεν είμαι κομμουνιστής διότι ο κομμουνισμός συγκεντρώνει και απορροφά όλες τις δυνάμεις της κοινωνίας στα χέρια του κράτους»
είπε ο Μπακούνιν το 1868 στο Συνέδριο της Πρώτης Διεθνούς στη Βέρνη, με τον Μαρξ να βρίσκεται στα παρακείμενα έδρανα της αίθουσας, να τον ακούει. Το 1872, όταν αποκρυσταλλώθηκε η διαφωνία για το μεταβατικό προλεταριακό κράτος και τα «βήματα» που έπρεπε να ακολουθήσουν οι επαναστατικές δυνάμεις, επήλθε η οριστική ρήξη των δύο σοσιαλιστικών τάσεων με την αποπομπή του Μπακούνιν και των αναρχικών από τη Διεθνή Ενωση Εργατών. Ο Μπακούνιν θεωρούσε ότι μόνο αυτός σεβόταν «τη διεθνή αλληλεγγύη των εργαζομένων κάθε επαγγέλματος και κάθε χώρας», δηλαδή «των εργατικών μαζών κάθε γλώσσας και κάθε έθνους». Εφτασε στο σημείο να κατηγορήσει τον Μαρξ για «παγγερμανισμό», στον βαθμό που ήταν αδύνατο για τον τελευταίο να απεμπλακεί από τα αντιληπτικά σχήματα της γερμανικής πολιτικής σκέψης τουVolkstaat(λαϊκού κράτους).
Ο Μπακούνιν υπήρξε περισσότερο ακτιβιστής, ένας άνθρωπος της πράξης παρά ένας θεωρητικός στοχαστής των «ορθολογικών» ή «αντικειμενικών» νόμων που κινούν την Ιστορία. Στον «επιστημονικό σοσιαλισμό» του Μαρξ αντέταξε τον δικό του, τον «καθαρά ενστικτώδη». Η μορφή του Στένκα Ράζιν, κοζάκου αρχηγού του 17ου αιώνα που ηγήθηκε μιας αγροτικής εξέγερσης αμφισβητώντας την τσαρική εξουσία, ήταν εμβληματική για τον Μπακούνιν. Ο ίδιος διακήρυττε ότι «καμία θεωρία, κανένα σύστημα, κανένα βιβλίο δεν πρόκειται να σώσουν τον κόσμο». Ο Μπακούνιν μεμφόταν τον Μαρξ για την αντίληψή του περί επανάστασης και όριζε τον δικό του σοσιαλισμό με αφετηρία την ανάγκη για εξέγερση και ως έκφραση αυτής. Ο θεωρητικός συλλογισμός, πίστευε ο Μπακούνιν, δυσχεραίνει τη δράση στην καλύτερη περίπτωση και μεταμορφώνει, στη χειρότερη, τους επαναστάτες σε δικτάτορες.
Η θεωρία, για τον Μπακούνιν, ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με μια σχέση αφέντη και δούλου. Ανυπόμονος εκ φύσεως, παρασύρθηκε συνειδητά από τα γεγονότα της εποχής του καισυμμετείχε, μεταξύ άλλων, στις λαϊκές εξεγέρσεις του Παρισιού το 1848 και της Δρέσδης το 1849. Εκεί, στα οδοφράγματα της πόλης, κέρδισε και τον θαυμασμό του μεγάλου γερμανού συνθέτη Ριχάρδου Βάγκνερ. Το 1851 συνελήφθη από τους Αυστριακούς, οι οποίοι τον παρέδωσαν εν συνεχεία στους Ρώσους. Κάπως έτσι διακόπηκε η πυρετώδης δράση ενός εξεγερμένου αριστοκρατικής καταγωγής που θεωρούσε εαυτόν, όπως και το άτομο εν γένει, μια ενεργή δύναμη της Ιστορίας. Ο Μπακούνιν πέρασε τα επόμενα οκτώ χρόνια της ζωής του στη φυλακή και ακολούθως εξορίστηκε στη Σιβηρία, όπου έφτασε εξασθενημένος, έχοντας χάσει μάλιστα τα δόντια του από το σκορβούτο. Το 1861 απέδρασε, συνέχισε τα ταξίδια του σε ολόκληρο τον κόσμο, ενέπνευσε πολλούς με τρόπους διαφορετικούς και ως τον θάνατό του, το 1876, είχε καταστεί το απόλυτο σύμβολο της αναρχικής κουλτούρας.
Ο Πιότρ Κροπότκιν σημείωσε κάποτε ότι η τεράστια επίδρασή του στους ριζοσπαστικούς κύκλους οφειλόταν περισσότερο στην επιρροή που ασκούσε ο Μπακούνιν ως μια «ηθική προσωπικότητα» παρά ως μια «πνευματική αυθεντία». Η ιδέα του πως «η ανάγκη για καταστροφή είναι επίσης ανάγκη για δημιουργία» ήταν, επί παραδείγματι, αυτή που οι φοιτητές της Σορβόννης έγραφαν στους τοίχους τον Μάη του 1968 στο Παρίσι. Ακόμη και η απόρριψη της αντιπροσωπευτικής δύναμης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας από τον Μπακούνιν, όπως έγραψε ο άγγλος βιογράφος του Ε. Χ. Καρ, «είναι σε μια γλώσσα που φαντάζει πιο οικεία στον εικοστό παρά στον δέκατο ένατο αιώνα». Πολλοί, ομολογουμένως, απέδωσαν στον Μπακούνιν «προφητικές» ικανότητες.
Το 1873 προέβλεψε με ακρίβεια ότι η λεγόμενη δικτατορία του προλεταριάτου, «οι ηγέτες του Κομμουνιστικού Κόμματος, ο κ. Μαρξ και οι ακόλουθοί του δηλαδή, θα επιχειρήσουν να ελευθερώσουν την ανθρωπότητα με τον δικό τους τρόπο (…), θα ιδρύσουν μια κρατική τράπεζα και θα συγκεντρώσουν όλη την εμπορική, βιομηχανική, αγροτική, ακόμη και την επιστημονική παραγωγή στα χέρια τους και ύστερα θα χωρίσουν τις μάζες σε δύο στρατούς –έναν βιομηχανικό και έναν αγροτικό –υπό τον άμεσο έλεγχο των γραφειοκρατών του κράτους, οι οποίοι θα δημιουργήσουν μια νέα προνομιούχο πολιτική τάξη». Η σταλινική περίοδος στη Σοβιετική Ενωση υπήρξε, παραδέχονται πολλοί σήμερα, μια επιβεβαίωση των ενστάσεων του Μπακούνιν, η ιστορική πείρα τον δικαίωσε.
Ωστόσο ο ελευθεριακός Μπακούνιν, που καταδίκαζε τον δεσποτισμό και την εκμετάλλευση, από όπου κι αν προέρχονταν, κατέλιπε μια αγωνιστική κληρονομιά αντιφατική. Εκανε λόγο για τη «συλλογική δικτατορία της μυστικής οργάνωσης», δηλαδή «ανθρώπους αόρατους, κρυμμένους μέσα στις μάζες», που θα συντονίζουν την ανατροπή. «Είναι αναγκαίο, πέρα από τον ίδιο τον λαό, να υπάρχει ένα επαναστατικό γενικό επιτελείο που να αποτελείται από άτομα αφοσιωμένα (…), ικανά να υπηρετήσουν ως ενδιάμεσα ανάμεσα στην επαναστατική ιδέα και στα λαϊκά ένστικτα». Οταν, βεβαίως, κατάλαβε ότι φανατικοί μηδενιστές σαν τον Νετσάγεφ ήταν πρόθυμοι να βοηθήσουν και να κάνουν τη βία αυτοσκοπό, τρόμαξε και ο ίδιος. Ο Μπακούνιν, σε αντίθεση με τον ειρηνιστικό αναρχισμό του Προυντόν, έσπειρε την ιδέα της αναρχικής τρομοκρατίας και εξακολουθεί να ασκεί μια υπόγεια γοητεία, με τα λόγια του Ανρί Αρβόν, τον «ρομαντισμό της καταστροφής».

Οι σταθμοί της ζωής του
1814:
Γεννιέται στο Πριαμούκινο (περιφέρεια Τβερ) της Ρωσικής Αυτοκρατορίας σε οικογένεια ευγενών.
1844: Συναντάται στο Παρίσι με τον Πιερ-Ζοζέφ Προυντόν και τον Κάρολο Μαρξ. Ασπάζεται τις ιδέες του επαναστατικού σοσιαλισμού.
1848-1849: Διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στις λαϊκές εξεγέρσεις του Παρισιού αρχικά και της Δρέσδης αργότερα.
1851: Καταδικάζεται σε θάνατο στη Σαξονία, μεταφέρεται στην Αυστρία και από εκεί παραδίδεται στους Ρώσους.
1872: Επισημοποιείται στο Συνέδριο της Χάγης η οριστική ρήξη του με τον μαρξισμό και τους κομμουνιστές. Αποπέμπεται από τη Διεθνή Ενωση Εργατών.
1876: Πεθαίνει στη Βέρνη της Ελβετίας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ