Από την κλασική αρχαιότητα ήδη ο έλεγχος της πολιτικής διά του κωμικού υπήρξε διακριτό στοιχείο της δημοκρατίας. Η ελευθερία να κρίνονται τα πρόσωπα και τα πράγματα της πόλης, να αποκαθηλώνονται οι μεγαλόσχημοι και η εξουσία να έρχεται στα ανθρώπινα μέτρα μέσω της γελοιοποίησης των υπερβολών της χαρακτήρισε την ακμή του αθηναϊκού πολιτεύματος.

Διαβάστε επίσης:

Το ιδεολογικό φορτίο του γελοίου – Βασίλης Βαμβακάς

Το γελοίο ως εργαλείο ισχύος– Βιθέντε Ορντόνιεθ Ρόιγκ

Από τη σάτιρα στην καρικατούρα– Βαγγέλης Ραπτόπουλος

Ο Αριστοφάνης ήταν μόνο ο κορυφαίος μιας πλειάδας κωμικών ποιητών (Πολύζηλος, Κράτης, Κρατίνος, Πλάτων ο Κωμικός) που έθεσε τις βάσεις της δυτικής σάτιρας. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Αριστοτέλης αφιέρωσε το χαμένο δεύτερο βιβλίο της Ποιητικής του στην πραγμάτευση της κωμωδίας, ούτε και το γεγονός ότι η λαϊκή παράδοση από την οποία καταγόταν το είδος διαπερνά τα ρωμαϊκά χρόνια και επιζεί σε όλη τη διάρκεια του Μεσαίωνα.

Απαράγραπτο στοιχείο του καρναβαλιού ήταν η αντιστροφή της ιεραρχίας και το σκώμμα κατά της εξουσίας: τις ημέρες του εορτασμού του ο αστεϊσμός και η γελοιοποίηση αρχών και αρχόντων αποτελούσαν επιβεβλημένες τελετουργίες που εκτόνωναν τη δυσαρέσκεια των υπάλληλων στρωμάτων.

Αυτές οι λειτουργίες κληροδοτούνται και στη σύγχρονη εποχή, παράλληλα όμως η σχέση γελοίου και πολιτικής μοιάζει να μεταβάλλεται. Το γέλιο μπορεί να σαρκάσει τους κρατούντες αλλά μπορεί εξίσου εύκολα να στραφεί κατά των μειοψηφιών, των αδύναμων, των διαφορετικών. Μέρος της προπαγάνδας των ολοκληρωτικών καθεστώτων υπήρξε η απόπειρα γελοιοποίησης των εξωτερικών επικριτών και των εσωτερικών αντιπάλων τους.

Οι εκάστοτε «εκφυλισμένοι» ή «εχθροί του λαού» εκτός από προδότες παρουσιάζονταν και ως καταγέλαστα πρόσωπα. Πολύ πιο πρόσφατα, η διαδεδομένη στη Δύση πόλωση αρνείται τον σεβασμό στην αντίπερα όχθη του πολιτικού σκηνικού αντικαθιστώντας τον με την καρικατούρα. Την ίδια στιγμή η άνοδος του λαϊκισμού φέρνει στο προσκήνιο πολιτικούς που μοιάζουν καρικατούρες οι ίδιοι. Διαχειριζόμενοι με δεξιοτεχνικό τρόπο παρόμοια χαρακτηριστικά, πρόσωπα όπως ο Ντόναλντ Τραμπ και ο Μπόρις Τζόνσον όχι μόνο πέτυχαν να πείσουν για την υποτιθέμενη αντισυστημικότητά τους, αλλά κάλυψαν τις αδυναμίες ή τα επικίνδυνα για τον πλουραλισμό στοιχεία του προγράμματός τους.

Στην εποχή των κοινωνικών μέσων, των πάσης φύσεως influencers και του 24ωρου ειδησεογραφικού κύκλου όπου όλα τελικά εκπίπτουν στο τετριμμένο, ένας πολιτικός που ενστερνίζεται το γελοίο εμφανίζεται ακίνδυνος. Παίζοντας το παιχνίδι της υπερβολής με τους 140 χαρακτήρες του Twitter μπορεί να λέει τα πάντα και τα αντίθετά τους, βέβαιος ότι δεν υπάρχει αρνητική δημοσιότητα και η οποιαδήποτε τυχόν ζημιά στη δημοτικότητά του θα εξαλειφθεί εν ριπή οφθαλμού.

Πίσω από την πολιτική του γελοίου ή τη γελοιοποίηση της πολιτικής, ωστόσο, δεν παύουν να υφίστανται συγκεκριμένες απόψεις, διόλου συμβατές με τη λειτουργία της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας – και αυτές θα πρέπει να συνηθίσουμε να διακρίνουμε κάτω από το θεατρικό προσωπείο.