Το 1821 επί σκηνής
Ο ομότιμος καθηγητής Θεατρολογίας του ΕΚΠΑ μιλάει στο «Βήμα» για το νέο του βιβλίο, το οποίο εξερευνά το αποτύπωμα της Ελληνικής Επανάστασης στο θέατρο
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Ενας βαρύτιμος τόμος 526 σελίδων. Το βιβλίο «Το 1821 και το θέατρο: Από τη μυθοποίηση στην απομυθοποίηση» (εκδ. ΟΤΑΝ) υπογράφει ο Βάλτερ Πούχνερ. Ο αυστριακός καθηγητής που αγάπησε την Ελλάδα – μεταξύ άλλων μαζί με τον Σπύρο Ευαγγελάτο υπήρξαν πρωτεργάτες στην ίδρυση του Τμήματος Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ – αποδίδει μέσω του βιβλίου του μια διεισδυτική ακτινογραφία καταγραφής του αποτυπώματος των γεγονότων της Ελληνικής Επανάστασης στην ευρωπαϊκή και ελληνική δραματουργία και εν γένει στη θεατρική πράξη. Πρόκειται για ένα θέμα που απασχόλησε τον αυστριακό καθηγητή σε όλη τη διάρκεια της καριέρας του και έτσι σήμερα παραδίδει ένα βιβλίο το οποίο βασίζεται σε πολυετείς έρευνες σε ευρωπαϊκές βιβλιοθήκες και αρχεία. Διαρθρωμένο σε επτά κεφάλαια, εξετάζει μεταξύ άλλων θέματα όπως η πρόσληψη των γεγονότων της Ελληνικής Επανάστασης στο ευρωπαϊκό θέατρο αλλά και στην ελληνική δραματουργία, ενώ θίγει ακόμη θεματικές όπως το αποτύπωμα του 1821 στο θέατρο σκιών αλλά και στις σχολικές παραστάσεις. Και όλα αυτά μέσα από μια συναρπαστική αφήγηση. Ετσι ο αναγνώστης μαθαίνει, για παράδειγμα, ότι τον χειμώνα του 1820-1821 στην Κωνσταντινούπολη, λίγους δηλαδή μήνες πριν από το ξέσπασμα της Ελληνικής Επανάστασης, ανέβηκε με πρωτοβουλία του κεφαλλονίτη ζωγράφου Γεράσιμου Πιτσαμάνου έργο με θέμα τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο και την Αλωση (πιθανότατα ανήκε στον Ιωάννη Ζαμπέλιο). Το παράτολμο εγχείρημα όμως έγινε αντιληπτό από τους Τούρκους και ενώ θεατές και ηθοποιοί διέφυγαν, ο ιδιοκτήτης της αίθουσας όπου ανέβηκε η παράσταση, ένας φαρμακοποιός από το Πέραν, αποκεφαλίστηκε.
Την ίδια στιγμή εντύπωση προκαλεί το πλήθος παραστάσεων με θέμα την Ελληνική Επανάσταση που παίχτηκαν με το ξέσπασμα του Αγώνα στις ευρωπαϊκές σκηνές. Για παράδειγμα, μαθαίνουμε ότι το 1822 στο Covent Garden ανέβηκε παράσταση με θέμα τον Αλή Πασά ή ότι το 1827 αντίστοιχα στο Βασιλικό Θέατρο της Στοκχόλμης παίχτηκε έργο για τους Σουλιώτες. «Αυτό το πλήθος παραστάσεων αποδεικνύει την πλατιά διείσδυση του κινήματος του φιλελληνισμού πανευρωπαϊκά» αναφέρει μιλώντας στο «Βήμα» ο κ. Πούχνερ. «Πρόκειται για ένα κίνημα διαταξικό που ακουμπά από τον καθηγητή του πανεπιστημίου μέχρι τον απλό αγρότη. Ουδέποτε η Ελλάδα είχε περισσότερους φίλους από εκείνη την εποχή».
Θέατρο και ιδεολογική αφύπνιση
Το βιβλίο φωτίζει έντονα τη συμβολή του θεάτρου στην προετοιμασία της Ελληνικής Επανάστασης. «Πλην του ελληνικού ξεσηκωμού, σε καμία άλλη επανάσταση στην ευρωπαϊκή ιστορία, με εξαίρεση ίσως σε έναν βαθμό τη Γαλλική Επανάσταση, η θεατρική πράξη δεν διαδραμάτισε τόσο ενεργό ρόλο ως προς την ιδεολογική αφύπνιση» επισημαίνει ο κ. Πούχνερ. Και αυτό, όπως αναφέρει, συνέβη μέσω της λειτουργίας των τριών ερασιτεχνικών ελληνικών σκηνών που δημιουργήθηκαν σε Βουκουρέστι, Ιάσιο και Οδησσό πριν από τον ξεσηκωμό. «Σε αυτές τις σκηνές ανέβαιναν κυρίως έργα με αρχαιοελληνική θεματολογία, αλλά και αντιμοναρχικών δραματουργών, όπως του Βολταίρου και του Αλφιέρι» εξηγεί και συμπληρώνει: «Οι παραστάσεις αυτές μετατρέπονταν τελικά σε ενθουσιώδεις πατριωτικές εκδηλώσεις. Η επίκληση του αρχαίου κλέους μέσα από τη θεματολογία των έργων που παρουσιάζονταν λειτουργούσε αντιστικτικά ως προς την ταπεινή μοίρα που στο τότε παρόν κατέτρεχε το ελληνικό γένος, το οποίο βρισκόταν κάτω από τον οθωμανικό ζυγό. Είναι ενδεικτικό ότι στην προκήρυξή του στη Μολδαβία ο Αλέξανδρος Υψηλάντης επικαλείται παραδείγματα από την αρχαιότητα που ανταποκρίνονταν ακριβώς στα θέματα των έργων που ανέβαιναν σε αυτές τις τρεις σκηνές».
Το φαινόμενο του ηθοποιού-μαχητή
Στο βιβλίο αναλύεται ακόμη διεξοδικά το φαινόμενο του ηθοποιού-μαχητή με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον Θεόδωρο Αλκαίο. Ο έλληνας αγωνιστής, όταν τον Μάρτιο του 1829 ενσάρκωνε τον Μάρκο Μπότσαρη σε παράσταση του ομώνυμου έργου που είχε υπογράψει, μπροστά σε αγωνιστές και πρόσφυγες που είχαν καταφύγει στην Ερμούπολη της Σύρου (αποτελούσε ουδέτερο, ασφαλές λιμάνι από τους Τούρκους), ήταν πειστικός όχι μόνο γιατί ήταν ένας δυνατός υποκριτής, αλλά γιατί και ο ίδιος ήταν αρχηγός στρατιωτικού σώματος που συμμετείχε σε μάχες εναντίον των Τούρκων.
Ο βίος του παρουσιάζει μάλιστα τεράστιο ενδιαφέρον. Ως ηθοποιός συμμετείχε στις ερασιτεχνικές παραστάσεις της σκηνής του Βουκουρεστίου, πολέμησε στο κίνημα του Αλέξανδρου Υψηλάντη στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και μετέβη με το ξέσπασμα της Επανάστασης στον Μοριά στην Ελλάδα για να πολεμήσει. Εζησε μάλιστα την πτώση των Ψαρών και τραυματισμένος σώθηκε κολυμπώντας στην απέναντι Χίο. «Ο Αλκαίος το 1829 ιδρύει στην Ερμούπολη ένα θέατρο σχεδόν επαγγελματικό, στο οποίο ανεβάζει παραστάσεις μαζί με τη γυναίκα του και τον αδελφό του» αναφέρει ο κ. Πούχνερ. «Μάλιστα συνδέεται με ένα ενδιαφέρον περιστατικό. Στη διάρκεια της παράστασης «Μάρκος Μπότσαρης» πάνω σε έναν αυτοσχεδιασμό καταφέρθηκε εναντίον των Χιωτών, οι οποίοι αποτελούσαν μεγάλη τοπική δύναμη στη Σύρο. Εκείνοι τον κατήγγειλαν και συνελήφθη με την κατηγορία «ότι ένας θεατρίνος δεν μπορεί να είναι παράλληλα και αξιωματικός του ελληνικού στρατού». Φυλακίστηκε στην Αίγινα και από εκεί έγραψε μια πύρινη επιστολή στον Καποδίστρια, όπου υπερασπίστηκε το θέατρο, πιστός στο πνεύμα του Διαφωτισμού που πρέσβευε ότι η θεατρική πράξη δεν είναι μόνο μέσο ψυχαγωγίας, αλλά και αποτελεσματικής διδαχής. Και πράγματι ο Καποδίστριας τον απελευθέρωσε. Το τέλος του, ωστόσο, ήταν άδοξο. Σκοτώθηκε το 1833 σε μια περίεργη αψιμαχία με γάλλους στρατιώτες στο Αργος».
Το πατριωτικό δράμα
Η Ευανθία Καΐρη, αδελφή του δασκάλου, στοχαστή και αγωνιστή της Επανάστασης Θεόφιλου Καΐρη, υπογράφει το 1826 τον «Νικηράτο» με θέμα την Εξοδο του Μεσολογγίου. Το έργο αυτό αποτελεί και το πρώτο πατριωτικό δράμα. «Είναι σημαδιακό ότι γράφεται τρεις μήνες μετά την ηρωική έξοδο του Μεσολογγίου» αναφέρει ο κ. Πούχνερ. «Η Καΐρη βρισκόταν στο ουδέτερο λιμάνι της Σύρου και άκουσε σοκαρισμένη τις ιστορίες των προσφύγων που επέζησαν από το μαρτυρικό Μεσολόγγι. Πρόκειται για ένα έργο που απευθύνεται στις Ελληνίδες – μπορούμε να διαγνώσουμε μάλιστα έναν πρώιμο φεμινιστικό χαρακτήρα – με την Καΐρη να εισάγει το πρότυπο της Ελληνίδας που θυσιάζεται για την πατρίδα της».
Οπως εξηγεί ο κ. Πούχνερ, τόσο η Καΐρη όσο και ο Αλκαίος δημιουργούν ένα είδος που μπορεί να χαρακτηριστεί ως θέατρο-ντοκουμέντο και το οποίο εγκαταλείπεται όσο απομακρυνόμαστε από τα γεγονότα της Επανάστασης. «Το διαδέχεται αργότερα η συγγραφή των ιστορικών ιαμβικών καθαρευουσιάνικων τραγωδιών, οι οποίες ενθαρρύνονται και από πανεπιστημιακούς δραματικούς διαγωνισμούς που προκηρύσσονται» επισημαίνει. «Μόλις στον Μεσοπόλεμο τα έργα με θέμα το 1821 φαίνονται να απομακρύνονται από την άμεση ιδεολογική τους χρησιμότητα και να βασίζονται περισσότερο στο αισθητικό τους αυθυπόστατο».
Σήμερα, 200 χρόνια μετά την Ελληνική Επανάσταση, το 1821 συνεχίζει να εμπνέει το θέατρο. Οπως σημειώνει και κ. Πούχνερ, «η δυναμική του ευρωπαϊκού πολιτισμού είναι να επανερμηνεύει το παρελθόν του».

