Πιστός στην τακτική της αποδόμησης κάθε κοινωνικής πρωτοβουλίας του προκατόχου του στην εσωτερική πολιτική σκηνή και κάθε περιβαλλοντικής και ειρηνευτικής προσπάθειας στη διεθνή, ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ επέβαλε, την περασμένη Δευτέρα, και πάλι οικονομικές και εμπορικές κυρώσεις στο Ιράν, αφού λίγες ημέρες νωρίτερα είχε αποσύρει τις ΗΠΑ από τη διεθνή πυρηνική συμφωνία που είχε πετύχει με την Τεχεράνη ο Μπαράκ Ομπάμα το 2015.
Για την ακρίβεια, η Ουάσιγκτον δεν επανέφερε μόνο τις κυρώσεις κατά του Ιράν. Επαναδιατύπωσε και τις απειλές για την οικονομική τιμωρία όσων κρατών και επιχειρήσεων συνεργάζονται με αυτό, εξαιρώντας πάντως προσωρινά οκτώ χώρες, μεταξύ των οποίων και την Ελλάδα, που είναι μεν φίλες και σύμμαχες με τις ΗΠΑ αλλά έχουν αναπτύξει στενές εμπορικές σχέσεις με την Τεχεράνη (κυρίως με την πετρελαϊκή της βιομηχανία), οι οποίες απαιτούν χρόνο για να διακοπούν.
Τα φλέγοντα ζητήματα που ανακύπτουν μετά την αναμενόμενη, είναι αλήθεια, καθότι προαναγγελθείσα, απόφαση Τραμπ έχουν να κάνουν με τον τρόπο που θα αντιδράσουν τόσο το Ιράν όσο και οι εμπορικοί εταίροι του. Ο ιρανός πρόεδρος Χασάν Ρουχανί θεωρεί πως «η νέα δολοπλοκία του λαϊκιστή αμερικανού προέδρου δεν χωρεί αμφιβολία ότι θα αποτύχει». Αυτό προϋποθέτει όμως τη λήψη των ανάλογων μέτρων και από τους εμπορικούς εταίρους του Ιράν, από τους αγοραστές ιρανικού πετρελαίου ακριβέστερα. Και, όπως όλα δείχνουν, οι εταίροι της Τεχεράνης (με πρώτη την Ευρωπαϊκή Ενωση) δεν φαίνονται διατεθειμένοι να διακόψουν τις σχέσεις τους με αυτήν.

Μεσολάβηση

Προκειμένου λοιπόν να διευκολύνουν τις ευρωπαϊκές εταιρείες να συναλλάσσονται με το Ιράν, οι Βρυξέλλες μελετούν να εφαρμόσουν έναν μηχανισμό πληρωμών που θα επιτρέπει στις επιχειρήσεις να γλιτώνουν την εις βάρος τους επιβολή μέτρων (δευτερογενώς) από την Ουάσιγκτον. Μελετούν συγκεκριμένα τη δημιουργία ενός Οχήματος Ειδικού Σκοπού (SPV), το οποίο θα λειτουργεί σαν τράπεζα και θα μεσολαβεί στις συναλλαγές μεταξύ ευρωπαϊκών και ιρανικών εταιρειών κατά τρόπον ώστε να αποφεύγονται οι άμεσες πληρωμές εντός ή εκτός ιρανικής επικράτειας.
Ετσι, όταν το Ιράν εξάγει πετρέλαιο σε μια χώρα-μέλος της ΕΕ, η εταιρεία της χώρας εισαγωγής που θα αγοράζει το πετρέλαιο θα πληρώνει στο SPV. Το Ιράν θα μπορεί να χρησιμοποιεί το ποσό αυτό ως πιστωτικό υπόλοιπο για την αγορά αγαθών από τη συγκεκριμένη χώρα ή και από άλλα κράτη-μέλη της ΕΕ μέσω του SPV. Πέραν αυτού οι Βρυξέλλες έχουν ήδη επαναφέρει σε ισχύ μια κανονιστική διάταξη που επιτρέπει στις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις να αποζημιώνονται για τις ζημιές που υφίστανται από τις αμερικανικές κυρώσεις.

Αντικειμενικές δυσκολίες

Παρά τα σχέδια των Βρυξελλών για την παράκαμψη των αμερικανικών κυρώσεων, οι ειδικοί θεωρούν ότι οι εμπορικές συναλλαγές κάποιων ευρωπαϊκών επιχειρήσεων με το Ιράν ίσως γίνουν εξαιρετικά κοστοβόρες. Το BBC αναφέρει το παράδειγμα μιας ναυτιλιακής εταιρείας που αγοράζει ιρανικό πετρέλαιο μέσω του ευρωπαϊκού μηχανισμού SPV. Η ίδια μπορεί να είναι κατοχυρωμένη, αλλά η ασφαλιστική που θα ασφαλίσει το εμπόρευμα ίσως αντιμετωπίσει την απειλή επιβολής κυρώσεων και τον κίνδυνο να της απαγορεύσουν οι αμερικανικές αρχές την περαιτέρω δραστηριοποίησή της στις ΗΠΑ.
«Η οικονομία και οι επιχειρήσεις του Ιράν δεν εξαρτώνται άμεσα από το αμερικανικό χρηματοοικονομικό σύστημα, αλλά δεν συμβαίνει το ίδιο με τους περισσότερους και τους μεγαλύτερους εμπορικούς εταίρους του, οι οποίοι θα το σκεφθούν διπλά αν αξίζει να ρισκάρουν την πρόσβασή τους στις ΗΠΑ» δήλωσε στο BBC ο Ρίτσαρντ Νέφιου, επικεφαλής ερευνητής στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο Κολούμπια. Κατά τον αμερικανό καθηγητή, οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις θα εκμεταλλευθούν ως επί το πλείστον το Οχημα Ειδικού Σκοπού. Οχι οι μεγάλοι επιχειρηματικοί όμιλοι της Ευρώπης.
Σε κάθε περίπτωση, την τελευταία φορά  επιβολής κυρώσεων (από το σύνολο της διεθνούς κοινότητας βέβαια) κατά του Ιράν (2010-2016) οι εξαγωγές ιρανικού πετρελαίου είχαν μειωθεί σχεδόν κατά το ήμισυ. Πιθανότατα οι επιπτώσεις τη φορά αυτή στην εξόχως εξαρτώμενη από το πετρέλαιο ιρανική οικονομία να είναι μικρότερες – οι ειδικοί θεωρούν ότι πολλά θα εξαρτηθούν από τη στάση που θα κρατήσει η Κίνα, η οποία είναι η μεγαλύτερη εμπορική εταίρος του Ιράν. Η Ισλαμική Δημοκρατία του Ιράν έχει μάθει πάντως να ζει με τις κυρώσεις που της επιβάλλονται από ιδρύσεώς της (1979). Και αν χάσει επενδύσεις από την Ευρώπη, θα αναζητήσει δημιουργικούς τρόπους για να καλύψει το κενό συνάπτοντας στενότερες σχέσεις με τη Ρωσία και την Κίνα.

Δεν επηρέασε τις διεθνείς τιμές πετρελαίου το εμπάργκο της Ουάσιγκτον

Η επιβολή από τις ΗΠΑ νέων εμπορικών κυρώσεων στη δεύτερη (μετά τη Σαουδική Αραβία) σε παραγωγή πετρελαίου χώρα του OPEC έδωσε ώθηση την Τρίτη στις τιμές του «μαύρου χρυσού» στις διεθνείς αγορές. Η κούρσα των τιμών ωστόσο δεν είχε διάρκεια για διάφορους λόγους, οι οποίοι ξεκινούν από την ανακοινωθείσα (την Πέμπτη) ανέλπιστα μεγάλη αύξηση των παγκόσμιων διαθεσίμων και φθάνουν μέχρι την εδραιωμένη, πλέον, ανησυχία για την πορεία της παγκόσμιας οικονομίας.
Την άνοδο των τιμών συγκρατούν επίσης η αμερικανική παραγωγή που έχει φθάσει σε επίπεδα ρεκόρ και οι ενδείξεις για αύξηση της παραγωγής του Ιράκ, των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων και της Ινδονησίας ταχύτερα από το αναμενόμενο το 2019. Ετσι, στην αγορά του Λονδίνου η τιμή του Brent υποχώρησε την Πέμπτη κατά 21 σεντς χαμηλότερα από την τιμή κλεισίματος της Τετάρτης, στα 71,86 δολάρια το βαρέλι (τη Δευτέρα είχε φθάσει στα 73,60 δολάρια).

Υποχώρηση

Στην αγορά εμπορευμάτων της Νέας Υόρκης η τιμή του αργού υποχωρούσε το μεσημέρι της Πέμπτης κατά 8 σεντς, στα 61,59 δολάρια το βαρέλι (τη Δευτέρα ήταν 63,3 δολάρια το βαρέλι). Σημειωτέον ότι οι τιμές έχουν υποχωρήσει κατά περίπου 17% από τις αρχές Οκτωβρίου.
Την Πέμπτη ανακοινώθηκε ότι η παραγωγή των ΗΠΑ έχει εκτιναχθεί στα 11,6 εκατ. βαρέλια ημερησίως, ξεπερνώντας την παραγωγή της Ρωσίας – οι ΗΠΑ είναι πλέον η μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός χώρα στον κόσμο, καθώς χάρη στις υψηλές τιμές εκμεταλλεύεται και τα κοιτάσματα σχιστολιθικού πετρελαίου (ΗΠΑ και Ρωσία δεν μετέχουν στον ΟPEC). Ανακοινώθηκε επίσης ότι οι εισαγωγές πετρελαίου της Κίνας αυξήθηκαν κατά 32% τον Οκτώβριο συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, στα 9,61 εκατ. βαρέλια ημερησίως. Η Κίνα όμως περιλαμβάνεται στις χώρες οι οποίες εξαιρούνται από το εμπάργκο που κήρυξε η Ουάσιγκτον κατά της Τεχεράνης. «OPEC και Ρωσία ίσως μειώσουν την παραγωγή τους για να στηρίξουν το Brent στο επίπεδο των 70 δολαρίων» δήλωσε στο Reuters ο Ολε Χάνσεν της Saxo Bank.