Από την εποχή του Ιουλίου Βερν και του περίφημου μυθιστορήματός του «Ο γύρος του Κόσμου σε 80 ημέρες» είχε να τραβήξει την προσοχή μας η τύχη ενός αερόστατου.

Και αυτό ακριβώς συνέβη την περασμένη εβδομάδα με το πολυσυζητημένο κινεζικό αερόστατο, που αφού ξεκίνησε από τη νήσο Χαϊνάν, πέταξε πάνω από ολόκληρο τον Ειρηνικό Ωκεανό και ολόκληρες τις Ηνωμένες Πολιτείες για να καταλήξει στις ακτές του Ατλαντικού, όπου οι Αμερικανοί το κατέρριψαν.

Μια ιστορία ίσως ακόμη πιο συναρπαστική και από εκείνη του διάσημου γάλλου συγγραφέα, καθώς οι μεν Αμερικανοί ισχυρίζονται ότι επρόκειτο για κατασκοπευτικό αερόστατο, οι δε Κινέζοι για μετεωρολογικό, το οποίο παρασύρθηκε από τους ανέμους. Λίγο περίεργο βέβαια να φυσάει τόσο δυνατά ώστε το αερόστατο να διανύσει αυτή την τεράστια απόσταση.

Οπως και να ‘χει πάντως όλη αυτή η ιστορία οδήγησε και πάλι σε μια νέα όξυνση τις πολύπαθες αμερικανοκινεζικές σχέσεις και υποχρέωσε τον αμερικανό υπουργό Εξωτερικών να αναβάλει την τελευταία στιγμή την επίσκεψή του στο Πεκίνο, ενώ ο πρόεδρος Μπάιντεν ετοιμαζόταν να μιλήσει στο Κογκρέσο, στο πλαίσιο της ετήσιας ομιλίας του για την «Κατάσταση της Ενωσης», αντιμετωπίζοντας τις κατηγορίες των Ρεπουμπλικανών αντιπάλων του ότι άργησε να αντιδράσει.

Ετσι το «balloon» βρέθηκε στο επίκεντρο της προεδρικής προεκλογικής εκστρατείας, καθώς ο Μπάιντεν αναμένεται να ανακοινώσει και πάλι την υποψηφιότητά του, αν και το 2024 θα είναι 82(!) ετών. Αλλά και ο πρώην πρόεδρος Τραμπ, που ανακοίνωσε ήδη την υποψηφιότητά του, κατηγορείται από τους Δημοκρατικούς ότι δεν είχε αντιδράσει σε ανάλογες διελεύσεις του κινεζικού αερόστατου κατά τη διάρκεια της θητείας του.

Μύλος δηλαδή, τη στιγμή που οι αμερικανικές έρευνες δείχνουν ότι τα κατασκοπευτικά αερόστατα επειδή πετούν σε πολύ χαμηλότερο ύψος από τους γνωστούς μας κατασκοπευτικούς δορυφόρους λαμβάνουν πολύ πιο ακριβείς πληροφορίες.

Και το ερώτημα τώρα είναι πού θα οδηγήσουν όλα αυτά τη στιγμή που οι αμερικανοκινεζικές σχέσεις είχε φανεί να οδηγούνται σε μια περίοδο δύσκολης συνεννόησης, μετά την ένταση γύρω από την Ταϊβάν, με το βλέμμα στραμμένο στον ρόλο της Ρωσίας και στον συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία, που συμπληρώνει ήδη έναν χρόνο αιματηρών συγκρούσεων, χωρίς να διαγράφεται μια προοπτική διπλωματικής διευθέτησης.

Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα ότι όταν μετά το τελευταίο επεισόδιο ο αμερικανός πρόεδρος ρωτήθηκε για τις προθέσεις του απέναντι στην Κίνα απήντησε ότι δεν επιδιώκει τη στρατιωτική σύγκρουση αλλά τον ανταγωνισμό στο οικονομικό επίπεδο, όταν είναι γνωστή η συνεχώς αυξανόμενη κινεζική παρουσία στις αγορές – ενώ είναι φανερό ότι με τον τρόπο αυτόν η Ουάσιγκτον επιχειρεί να μην οδηγήσει το Πεκίνο στις αγκάλες της Μόσχας.

Δεν επιδιώκει λοιπόν να διακόψει τις διπλωματικές σχέσεις με την Κίνα και γι’ αυτό ο αμερικανός υπουργός Εξωτερικών δεν μίλησε για ματαίωση της επίσκεψής του, αλλά για αναβολή.