Τη δεκαετία του ’80 µέσα στα σπίτια µας κυκλοφορούσε ακόµη «και ο παππούς µε το φανελάκι». Αυτό ήταν το σλόγκαν διαφήµισης για θερµοσυσσωρευτές που αποτύπωνε σε µεγάλο βαθµό την πραγµατικότητα: την απόλυτη ζέστη που σε υποχρέωνε πράγµατι να κυκλοφορείς µε τα εσώρουχα. Τότε οι καβγάδες στις γενικές συνελεύσεις των πολυκατοικιών είχαν συχνά ως αφορµή τις συνθήκες σάουνας που µπορεί να επικρατούσαν στα διαµερίσµατά µας, µε κάτι τσαούσες ιδιοκτήτριες να ζητούν λιγότερες ώρες λειτουργίας του καυστήρα γιατί «θα αρρωστήσουµε στο τέλος από τη ζέστη!». Σήµερα, στις γενικές συνελεύσεις οι µισοί εκλιπαρούν για έστω µία-δύο ωρίτσες λειτουργίας του καλοριφέρ, «αλλιώς θα πεθάνουµε από το κρύο» και οι υπόλοιποι επιµένουν ότι «το κρύο σκοτώνει τα µικρόβια», αρνούµενοι να πληρώσουν για πετρέλαιο.
Ετσι, από την εποχή του παππού με το φανελάκι φτάσαμε στην εποχή των αφυγραντήρων. Αφού δεν μπορούμε να ζεσταθούμε, ας μειώσουμε την υγρασία. Βλέπω τον κόσμο να τους κουβαλάει στον δρόμο, φρεσκοαγορασμένους, γεμάτους υποσχέσεις. Διαβάζω στο Διαδίκτυο για εκείνους που ισχυρίζονται «σώθηκα! Από τότε που τον πήρα, σταμάτησαν να πονάνε τα κόκαλά μου», ακούω συζητήσεις φίλων που αν κάποτε μιλούσαν για μάρκες αυτοκινήτων τώρα ανταλλάσσουν πληροφορίες για τον αφυγραντήρα με τη χαμηλότερη κατανάλωση ρεύματος… Ιδού το απόλυτο γκάτζετ του σύγχρονου Ελληνα!
Επειδή ούτε στη δική μας πολυκατοικία ανάβει το καλοριφέρ, μπήκα κι εγώ στον χορό αναζητώντας τη μαγική συσκευή που θα κάνει τον χειμώνα που έρχεται λιγότερο επώδυνο από τον προηγούμενο. Κακά τα ψέματα, ένα κρύο σπίτι και αβίωτο μπορεί να γίνει και να σου ρίξει την ψυχολογία στα τάρταρα. Εβαλα λοιπόν τον καινούργιο αφυγραντήρα μου στην πρίζα, πάτησα διάφορα κουμπιά για να ενεργοποιήσω τα προγράμματα που καθαρίζουν τον αέρα, στεγνώνουν τα ρούχα, μαλακώνουν το παγωτό και ξεπαγώνουν το φιλέτο σε χρόνο ντε-τε (τα δύο τελευταία και αν δεν τα κάνει ακόμη, θα τα κάνει, υποθέτω, ο αφυγραντήρας του μέλλοντος) και περιμένω το θαύμα.
Εχοντας πάντα στο μυαλό μου την ίδια στενάχωρη σκέψη: πως με αυτού του είδους τα ημίμετρα, επιβεβαιώνουμε μεγαλοπρεπώς την ήττα μας. Τα παγωμένα σπίτια μας παραμένουν αδιάψευστες αποδείξεις της ανελέητης υποβάθμισης που έχει υποστεί η καθημερινότητά μας. Εγώ όμως μεγάλωσα την εποχή που κοιμόμασταν με μια ελαφριά κουβερτούλα και όχι με ηλεκτρική. Θυμάμαι πόσο μου άρεσε να κάθομαι κατάχαμα στα μωσαϊκά της κουζίνας και τους μεγάλους να λένε επιτακτικά «σήκω πάνω, θα κρυώσεις». Πού να φανταζόμουν πως εκείνα τα μωσαϊκά θα ήταν πιο ζεστά από ό,τι είναι τα τελευταία χρόνια ο καναπές μου. Αν μπορούσε ο νέος αφυγραντήρας μου εκτός από την υγρασία να εξαφανίσει και αυτή τη θλιβερή αίσθηση της κατάντιας, ίσως και να δικαιολογούσε τα λεφτά του.