Ο Σι Τζινπίνγκ ένας από τους λίγους και τελευταίους εναπομείναντες ηγέτες στο κλαμπ των συμμάχων του Βλαντίμιρ Πούτιν που ο ρώσος πρόεδρος αποκαλεί «αγαπημένο φίλο», για αυτό η Ευρώπη «συνωστίζεται» στην αυλή του προκειμένου μεταξύ άλλων να ζητήσει μεσολάβηση για να τερματίσει ο πόλεμος στην Ουκρανία. Αυτός ήταν ο κύριος στόχος της τριήμερης επίσκεψης του γάλλου προέδρου Εμανουέλ Μακρόν και της προέδρου της ΕΕ Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν στην Κίνα. Να μετριάσει δηλαδή τις ανησυχίες της Δύσης μπροστά στην άρνηση του ισχυρού της άνδρα Σι Τζινπίνγκ να αντιταχθεί στη ρωσική εισβολή.

Και σε δεύτερο πλάνο, να ισχυροποιήσουν τους οικονομικούς δεσμούς της Ευρώπης με την Κίνα που ανοίγεται και πάλι μετά την παρατεταμένη περίοδο της πανδημίας. Το αποτέλεσμά της ως προς το πρώτο σκέλος ήταν άδηλο. Η κινεζική πλευρά διεμήνυσε ότι θα αναλάβει δράση όταν και όπως κρίνει αναγκαίο, δείχνοντας ξεκάθαρα ποιος είναι αυτός που κρατά τα ηνία.

Οι δυτικές εταιρείες

Προ μηνών ο γερμανός καγκελάριος Ολαφ Σολτς είχε μεταβεί στο Πεκίνο και είχε επικριθεί έντονα γιατί απέφυγε να κάνει το ταξίδι μαζί με τον Μακρόν, όπως του είχε προτείνει ο γάλλος πρόεδρος. Και πριν από μερικές εβδομάδες ο ισπανός πρωθυπουργός Πέδρο Σάντσεθ κατέφθανε στην κινεζική πρωτεύουσα, εν όψει της εξαμηνιαίας προεδρίας της χώρας του στην ΕΕ, με βασικό θέμα συζήτησης το κινεζικό σχέδιο για τη διευθέτηση της σύγκρουσης στην Ουκρανία, αλλά και τις προοπτικές εμβάθυνσης της συνεργασίας των δύο χωρών. Αναλυτές αναφέρουν ότι αυτός ο ευρωπαϊκός συνωστισμός στο Πεκίνο προϊδεάζει για ένα πράγμα.

Πως είναι ζήτημα χρόνου η Κίνα αφενός να ενισχύσει σε βαθμό εξάρτησης τις δυτικές εταιρείες όπως επιθυμεί κι αφετέρου να αναδειχτεί σε πολύτιμο θεματοφύλακα της διεθνούς σταθερότητας και ασφάλειας στον τομέα του επιχειρείν. Στο ζήτημα της Ουκρανίας εν προκειμένω, ο Σι θα μπορούσε να είναι το πρόσωπο-κλειδί για την εξεύρεση λύσης, όπως αναφέρουν αναλυτές. Προς το παρόν πάντως δεν έχει απαιτήσει από τη Ρωσία να αποσύρει τα στρατεύματά της από την Ουκρανία και να σεβαστεί τα διεθνώς αναγνωρισμένα σύνορά της, ούτε έχει καταδικάσει τη Μόσχα για τη χρήση ωμής βίας.

Ωμή αντιμετώπιση

Το πρόσφατο ταξίδι Μακρόν – Φον ντερ Λάιεν σχολιάστηκε έντονα κυρίως για την αποτυχία τους – ειδικότερα του γάλλου προέδρου – να επιδείξουν κοινό μέτωπο ενότητας. Η προσπάθειά τους υπονομεύτηκε άλλωστε από την πρώτη στιγμή από τους ίδιους τους οικοδεσπότες και δη από την υποδοχή που επεφύλαξαν στους επίσημους προσκεκλημένους.

Ο Μακρόν συνοδευόμενος από πλήθος γάλλων επιχειρηματικών και επενδυτών παρέστη σε επίσημο δείπνο και σε στρατιωτική παρέλαση με όλες τις τιμές. Ηπιε μάλιστα τσάι με τον κινέζο ομόλογό του στη μεγαλούπολη Γκουανγκτζού στην καρδιά της μεταποιητικής δραστηριότητας της Κίνας. Αντίθετα, η Φον ντερ Λάιεν αποκλείστηκε από πολλές από τις επίσημες εκδηλώσεις. Το μήνυμα του Σι δεν θα μπορούσε να τεθεί πιο ωμά. Αυτός που έρχεται με απλωμένα χέρια, δηλαδή ο Μακρόν, θα τύχει θερμής υποδοχής. Αντίθετα εκείνος που ορθώνει το ανάστημά του στο Πεκίνο θα μπει στο περιθώριο.

Οι επικρίσεις Φον ντερ Λάιεν

Για την επικεφαλής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν το πρώτο ταξίδι στο Πεκίνο αφότου ανέλαβε την κορυφαία θέση στις Βρυξέλλες το 2019. Η πανδημία που ακολούθησε και έπειτα η άρνηση του Πεκίνου να καταδικάσει τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία διατάραξαν τις διμερείς σχέσεις, ακόμη και τις διπλωματικές συναντήσεις μέσω Διαδικτύου.

Ωστόσο λίγες ημέρες προτού φθάσει στην Κίνα η Φον ντερ Λάιεν εκφώνησε μια σκληρή ομιλία, κατά την οποία επέκρινε την κινεζική στήριξη προς τη Μόσχα όσο και τον κινέζο πρόεδρο προσωπικά. Το Πεκίνο «έχει γίνει πιο καταπιεστικό στο εσωτερικό και πιο διεκδικητικό στο εξωτερικό» είπε, υποδεικνύοντας μάλιστα ότι η ΕΕ θα μπορούσε να τερματίσει τις προσπάθειες που καταβάλλει εδώ και καιρό για τη σύναψη μιας μεγάλης εμπορικής συμφωνίας με την Κίνα.

Στον αντίποδα, ο Μακρόν που έχει αποφύγει να χρησιμοποιήσει ανοιχτά έντονη κριτική κατά της Κίνας, έφθασε συνοδευόμενος από μια μεγάλη αντιπροσωπεία κορυφαίων επιχειρηματιών, μεταξύ άλλων και της Airbus -πιθανολογείται συμφωνία με την εταιρεία γαλλικής κατασκευής αεροσκαφών – αλλά και τους υπουργούς του των Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ και Εξωτερικών Κατρίν Κολονά.

Η τοποθέτηση Μακρόν

Ο γάλλος πρόεδρος επικρίθηκε έντονα για τη συνέντευξη που παραχώρησε σε δημοσιογράφους του Politico και της γαλλικής καθημερινής εφημερίδας «Les Echos», ερωτώμενος για την Ταϊβάν. Συγκεκριμένα ο Μακρόν προειδοποίησε ότι η Ευρώπη «δεν πρέπει να εμπλακεί σε κρίσεις που δεν είναι δικές της» προσθέτοντας ότι η Γηραιά Ηπειρος «θα μπορούσε να οικοδομήσει την αυτονομία της αντί να γίνεται υποτελής στην υπηρεσία μιας μεγαλύτερης δύναμης», εμμέσως πλην σαφώς τις ΗΠΑ.

Η χρονική στιγμή της τοποθέτησης Μακρόν περί ευρωπαϊκής ουδετερότητας απέναντι στο ζήτημα της Ταϊβάν, η οποία προκάλεσε πλήθος αντιδράσεων και στις δύο όχθες του Ατλαντικού και επιπλέον υπονόμευσε την ευρωπαϊκή ενότητα που επιθυμούσε διακαώς ο ίδιος να επιδείξει, έρχεται σε μια εποχή που η Ευρώπη δέχεται έντονες πιέσεις από τις ΗΠΑ προκειμένου να τηρήσει σκληρή στάση έναντι της Κίνας.

Για ορισμένους αναλυτές η στάση του Μακρόν είναι μια υπενθύμιση των δύσκολων ερωτημάτων που αντιμετωπίζει η Ευρώπη. Ενώ ο πόλεμος στην Ουκρανία και το κοινό αντιδυτικό μέτωπο κατά της Ρωσίας έχουν ατσαλώσει τη διατλαντική συμμαχία, το ζήτημα της Κίνας είναι πιο ακανθώδες, καθώς οι κινεζικές επενδύσεις και το εμπόριο αναδεικνύονται σε ζήτημα ζωτικής σημασίας για τις μελλοντικές προοπτικές της Ευρώπης.

Ειρωνεία της τύχης; Οι δηλώσεις του γάλλου προέδρου συνέπιπταν σε μια ιδιαίτερα ευαίσθητη χρονική στιγμή, όπου κινεζικά μαχητικά αεροσκάφη επιχειρούσαν πάνω από την Ταϊβάν, καθώς η Κίνα διεξήγαγε έναν ακόμη γύρο στρατιωτικών γυμνασίων γύρω από το νησί, σε απάντηση της συνάντησης της προέδρου της Ταϊβάν Τσάι Ινγκ-ουέν στην Καλιφόρνια, με τον αμερικανό πρόεδρο της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν Μακάρθι, τρίτο στην ιεραρχία της αμερικανικής ηγεσίας.

Εντονη κινητικότητα και επίδειξη δύναμης

Το «όραμα» Σι για την Ταϊβάν ενισχύει το σενάριο πολέμου

Η ένταση γύρω από την αποσχισθείσα νησιωτική περιοχή – η επανένωση της οποίας με την ηπειρωτική χώρα αποτελεί σταθερά εδώ και 70 χρόνια διακηρυγμένο στόχο της κινεζικής ηγεσίας – δεν είναι κάτι καινούργιο. Μόλις τον περασμένο Αύγουστο, η επίσκεψη της τότε προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν είχε προκαλέσει την οργισμένη αντίδραση της Κίνας, η οποία δέσμευε έξι ζώνες γύρω από το νησί για να πραγματοποιήσει τα μεγαλύτερα στρατιωτικά γυμνάσια εδώ και δεκαετίες.

Εν τούτοις, όταν υπάρχουν τέτοιες εντάσεις, ανά πάσα στιγμή μπορεί να υπάρξει κάποιο θερμό επεισόδιο που να οδηγήσει σε πόλεμο. Ο Σι Τζινπίνγκ έχει δηλώσει ανοιχτά ότι ελπίζει να ενσωματώσει την Ταϊβάν ως μέρος του οράματός του για ένα «ανανεωμένο» και ισχυρό έθνος με τρόπο ειρηνικό. Αλλά, όπως οι προκάτοχοί του, δεν έχει αποκλείσει να το πράξει μέσω στρατιωτικής ισχύος.

Στρατιωτικοί αναλυτές θεωρούν ότι οι ασκήσεις μπορεί να μην ήταν τόσο μεγάλες όσο αυτές του περασμένου Αυγούστου, όμως προσομοιάζουν σε πραγματικό πόλεμο, ενώ και η ανάπτυξη του κινεζικού αεροπλανοφόρου «Shandong» και η έντονη κινητικότητα σε αυτό αποτελούν σημάδι πως τα ανατολικά ύδατα τελούν πλέον υπό σοβαρή απειλή.

Ομως πόσο υπαρκτό είναι το σενάριο πολέμου; Οι διεθνείς σχέσεις διδάσκουν ότι αυτό το ενδεχόμενο είναι πάντα στο τραπέζι. «Μια μεγάλη επίδειξη δύναμης αυξάνει την ανοχή σε αυτό που είναι φυσιολογικό να αποδεχτεί κανείς από στρατιωτική άποψη. Αλλά η συγκεκριμένη δραστηριότητα είναι ενδεικτική της ξεκάθαρης πρόθεσης (σ.σ.: του Πεκίνου) και αυτό είναι το πιο ανησυχητικό» επισημαίνει ο Αλέσιο Παταλάνο, καθηγητής Πολέμου και Στρατηγικής στην Ανατολική Ασία στο King’s College του Λονδίνου, στον «Guardian».

Πάντως μια διολίσθηση σε ενδεχόμενη σύρραξη θα ενέπλεκε άμεσα τις ΗΠΑ παρά το γεγονός ότι η Ουάσιγκτον δεν αναιρεί την αμερικανική πολιτική της αναγνώρισης της μιας Κίνας. Ο Μπάιντεν έχει διαμηνύσει σε όλους τους τόνους ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν την παροχή βοήθειας στην Ταϊβάν – μεταξύ άλλων στρατιωτικής, πάνω στη βάση της σχετικής νομοθεσίας.