Πολυάριθμες είναι οι αποκαλύψεις που βλέπουν το φως της δημοσιότητας αυτές τις ημέρες σχετικά με την ιστορία και τη δράση της «Μαρίας Τσάλλα» στην Ελλάδα, αμέτρητα θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν επίσης και τα σχετικά memes που έχουν προκύψει και τρολάρουν το Παγκράτι, τον τόπο διαμονής της ρωσίδας κατασκόπου. Πάντα άλλωστε οι γυναίκες που δραστηριοποιούνταν στο πεδίο των μυστικών υπηρεσιών γοήτευαν την κοινή γνώμη. Μια άλλη Μαρία, η Μαρία Μπούτινα, καταδικάστηκε το 2019 στις ΗΠΑ για κατασκοπεία υπέρ της Ρωσίας και βρισκόταν πιθανότατα σε επαφή με στελέχη του Κρεμλίνου όσο ζούσε στην Αμερική. Σύμφωνα με την έκθεση που είχε συνταχθεί σε βάρος της, η νεαρή Ρωσίδα φαινόταν να χρησιμοποιεί το σεξ προκειμένου να δημιουργήσει διεθνείς δεσμούς και να πετύχει τους στόχους της. Οι ενδείξεις ότι η Μπούτινα είχε προσωπική ερωτική σχέση με αμερικανό πολιτικό «παίκτη» και προσφέρθηκε να συνουσιαστεί και με άλλο σημαίνον πρόσωπο με αντάλλαγμα μια θέση σε οργανισμό με εγγύτητα στα κέντρα εξουσίας των ΗΠΑ, ήταν κάτι παραπάνω από ισχυρές. Η αδίστακτη κατάσκοπος είχε ανοικτό δίαυλο επικοινωνίας με το Κρεμλίνο και επιχείρησε να διεισδύσει σε αμερικανικές πολιτικές οργανώσεις, ανάμεσά τους και στην Εθνική Ενωση Οπλων (NRA). Oλα αυτά τα έκανε επιθυμώντας να συγκεντρώσει πληροφορίες για έναν ανώτατο ρώσο αξιωματούχο, στον οποίο αναφερόταν. Η Μπούτινα απελάθηκε στην πατρίδα της πριν από περίπου τέσσερα χρόνια και σήμερα η 34χρονη γυναίκα κάνει καριέρα πολιτικού, έχει μάλιστα εκλεγεί στη ρωσική Δούμα. Δεν είναι τυχαίο φυσικά το ότι την είχαν συγκρίνει με την Αννα Τσάπμαν. «Εχουν αρχίσει οι θαυμαστές σου να ζητούν αυτόγραφα; Εχεις ξεπεράσει και την Αννα Τσάπμαν», της είχε γράψει ένας από τους συνδέσμους της με τη Ρωσία σε μήνυμα.

Η «κόκκινη» Αννα

Η Τσάπμαν ήταν η εντυπωσιακή γυναίκα που βρέθηκε πριν από περισσότερα από σχεδόν 13 χρόνια στο επίκεντρο της πιο ενδιαφέρουσας υπόθεσης κατασκοπείας από την εποχή του Ψυχρού Πολέμου, και έγινε αντικείμενο ανταλλαγής κατασκόπων τον Ιούλιο του 2010 στη μεγαλύτερη τέτοια διπλωματική επιχείρηση μεταξύ Μόσχας και Ουάσιγκτον τις τελευταίες δεκαετίες. Κόρη διπλωμάτη, η όμορφη Ρωσίδα μονοπώλησε το ενδιαφέρον των Μέσων παρόλο που ήταν μόλις μία από τους 10 ρώσους κατασκόπους που συνελήφθησαν τον Ιούνιο εκείνης της χρονιάς στις ΗΠΑ, αφού είχαν διεισδύσει στην αμερικανική κοινωνία αναφέροντας όσα κατέγραφαν πίσω στη Ρωσία. Το αρχικό της σχέδιο να επιστρέψει στο Λονδίνο μετά την αποκάλυψη της ιδιότητάς της ναυάγησε όταν η βρετανική κυβέρνηση δήλωσε εμμέσως πλην σαφώς ότι η κοκκινομάλλα κατάσκοπος δεν ήταν ευπρόσδεκτη στη χώρα. Υπενθυμίζουμε ότι η Τσάπμαν έζησε επί σειρά ετών στη βρετανική πρωτεύουσα ως το 2009 που μετακόμισε στις ΗΠΑ – το 2002 είχε παντρευτεί τον βρετανό εικαστικό καλλιτέχνη Αλεξ Τσάπμαν, από τον οποίο και κράτησε μόνο το επώνυμό του όταν πήραν διαζύγιο το 2006. Πολλοί περίμεναν ότι η Τσάπμαν θα δοκίμαζε την τύχη της στον στίβο της πολιτικής. Φαίνεται όμως ότι της άρεσε η δόξα και – αφού περπάτησε σε πασαρέλες και φωτογραφήθηκε για εξώφυλλα περιοδικών φορώντας εσώρουχα – άρχισε το 2011 να παρουσιάζει τη σειρά ντοκιμαντέρ «Secrets of the World» στο ρωσικό δίκτυο REN TV. Εκτοτε κάνει καριέρα στην τηλεόραση, διαθέτοντας σήμερα περισσότερους από 569.000 followers στο Instagram.

Η άγνωστη Βέρα

Γυναίκες με κατασκοπευτική δράση που θα τους άξιζε ο τίτλος της femme fatale έχουν φυσικά υπάρξει διάφορες στο παρελθόν. Από εκείνες που ήταν ενεργές κατά τη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου η πιο αινιγματική (και πιο μοιραία) ήταν σίγουρα η Βέρα Ερικσεν. Τίποτα σχετικά με το παρελθόν της δεν είναι ξεκάθαρο. Πολλά από τα γεγονότα γύρω από τη ζωή της μοιάζουν αντιφατικά. Γεννήθηκε ως Βέρα φον Σάλμπουργκ σε μια ρωσική οικογένεια που έφυγε από την Αγία Πετρούπολη μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση και έζησε αρχικά στην Κοπεγχάγη πρoτού μετακομίσει στο Παρίσι, όπου έγινε χορεύτρια υπό την κηδεμονία της μεγάλης Αννα Πάβλοβα. Εκεί στρατολογήθηκε από την Αμπβερ, τις γερμανικές μυστικές υπηρεσίες της εποχής. Στις 30 Σεπτεμβρίου 1940 στάλθηκε με υδροπλάνο και λαστιχένια σχεδία, μαζί με άλλους δύο κατασκόπους, τον Καρλ Θίοντορ Ντρίκε και τον Βέρνερ Βαέλτι, στη βορειοανατολική ακτή της Σκωτίας (Επιχείρηση Lena). Είχε αποκτήσει το κωδικό όνομα Βέρα Ερικσεν και σύντομα βρέθηκε στο στόχαστρο των Αρχών της Σκωτίας. Αυτή και οι δύο σύντροφοί της συνελήφθησαν στο Πoρτ Γκόρντον καθώς προσπαθούσαν να αγοράσουν εισιτήριο τρένου για το Λονδίνο. Οι άνδρες καταδικάστηκαν για κατασκοπεία και απαγχονίστηκαν. Η Βέρα επέζησε αποδεχόμενη την πρόταση να γίνει πράκτορας των Βρετανών. Αφού εκπαιδεύτηκε από τον Κλοπ Ουστίνοφ της MI5, στη συνέχεια την έστειλαν στη Νήσο Γουάιτ για να εκμαιεύει πληροφορίες από τους γερμανούς αιχμαλώτους που κρατούσε εκεί η Βρετανία, παριστάνοντας τη φυλακισμένη. Επιστρέφοντας στη Γερμανία μετά τον πόλεμο, η Σάλμπουργκ (με το όνομα Βέρα φον Βέντελ) πέθανε από πνευμονία στις 8 Φεβρουαρίου 1946 σε νοσοκομείο του Αμβούργου, σε ηλικία μόλις 31 ετών. Πολλοί ισχυρίζονται ωστόσο ότι αυτό αποτέλεσε βιτρίνα προκειμένου να συνεχίσει τη δράση της εκεί. Πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ ποια ήταν η πραγματική Βέρα, ποια έγινε στη μετέπειτα ζωή της ή αν επέζησε για πολύ καιρό μετά τον πόλεμο.

Το αίνιγμα Μαργκαρέτα Τσέλε

Θα ήταν παράλειψη φυσικά να µην αναφέρουµε ένα πρόσωπο από τον Α΄ Παγκόσµιο Πόλεµο, τη θρυλική Μάτα Χάρι, η οποία παραµένει σίγουρα η πιο διάσηµη γυναίκα κατάσκοπος στην Ιστορία σαγηνεύοντας υπουργούς, στρατιωτικούς αξιωµατούχους και διπλωµάτες. Με το πέρασµα των χρόνων ενέπνευσε δεκάδες ταινίες, βιβλία, ιστορικά έργα και εκθέσεις, ακόµη και τραγούδια που συµµετείχαν πρόσφατα στον Διεθνή Διαγωνισµό Τραγουδιού της Eurovision διαθέτουν ως τίτλο το όνοµά της. Γεννήθηκε στις 7 Αυγούστου 1876 στην Ολλανδία ως Μαργκαρέτα Τσέλε. Το έντονο ερωτικό της ταµπεραµέντο έγινε έκδηλο από πολύ νωρίς (και σε µια εποχή που δεν είχε και την καλύτερη σχέση µε τη γυναικεία σεξουαλικότητα) και αποβλήθηκε από το σχολείο της όταν συνελήφθη να ερωτοτροπεί µε τον διευθυντή. Στα 18 της παντρεύτηκε έναν αξιωµατικό του ολλανδικού στρατού µε σκωτσέζικη καταγωγή, µε τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά, όµως χώρισε κάποια χρόνια αργότερα καθώς την κακοµεταχειριζόταν. Το 1903, σε ηλικία 27 ετών, αποφάσισε να µετακοµίσει στο Παρίσι αναζητώντας την τύχη της. Βρήκε δουλειά ως χορεύτρια σε καµπαρέ της εποχής και γρήγορα απέκτησε µεγάλη φήµη. Τότε αποφάσισε να υιοθετήσει το ψευδώνυµο Μάτα Χάρι. Η εξωτική της οµορφιά, οι ανατολίτικοι χοροί και οι τολµηρές ενδυµασίες της – που σχεδόν πάντα περιελάµβαναν ένα διακοσµηµένο σουτιέν – την έκαναν γνωστή σε όλη την Ευρώπη. Τα extravagant πάρτι της έχουν µείνει στην Ιστορία. Η σχέση της µε την αποταµίευση δεν ήταν ωστόσο ιδιαιτέρως καλή και έµεινε απένταρη εξαιτίας του σπάταλου τρόπου ζωής της. Ετσι, σύµφωνα µε τις επικρατέστερες θεωρίες, το 1916 αποδέχθηκε την πρόταση ενός γερµανού διπλωµάτη να εξοφλήσει τα χρέη της αν κατασκόπευε τη Γαλλία. Στη συνέχεια, προσέφερε τις υπηρεσίες της και στο γραφείο αντικατασκοπείας της Γαλλίας, όπου οι πράκτορες ήδη την υποπτεύονταν. Της έδωσαν αρκετές αποστολές, αλλά ταυτόχρονα την επιτηρούσαν. Τον Ιανουάριο του 1917, οι γαλλικές Αρχές υπέκλεψαν µία κλήση από τη Γερµανία που «φωτογράφιζε» τη Μάτα Χάρι ως την πράκτορα µε την κωδική ονοµασία «H-21». Τότε συνελήφθη, δικάστηκε και τον Οκτώβριο του 1917, σε ηλικία 41 ετών, εκτελέστηκε στο προάστιο Βενσέν του Παρισιού, ύστερα από την άρνηση του προέδρου Ρεϊµόν Πουανκαρέ να της απονεµηθεί χάρη. Σύµφωνα µε µαρτυρίες της εποχής, φορούσε ένα µακρύ, µαύρο βελούδινο παλτό µε γούνινα αξεσουάρ και έναν µεγάλο τετράγωνο γιακά. Ο θρύλος λέει πως αρνήθηκε να φορέσει κουκούλα και µάλιστα έστειλε φιλιά στους εκτελεστές της. Ερωτηθείσα από έναν στρατιωτικό υπάλληλο αν είχε κάποιες τελευταίες αποκαλύψεις, απάντησε: «Καµία, και αν είχα, θα τις κρατούσα για τον εαυτό µου». Η ενοχή της εξακολουθεί να αµφισβητείται µέχρι σήµερα. Χαρακτηριστική είναι η παραδοχή της στη δίκη της, απευθυνόµενη στον στρατηγό Πιερ Μπουσαρντόν: «Ανέκαθεν λάτρευα τους αξιωµατικούς. Προτιµούσα πάντα να είµαι η ερωµένη ενός αδέκαρου στρατιωτικού παρά ενός πλούσιου τραπεζίτη.
Η µεγαλύτερη απόλαυση για εµένα είναι να κάνω έρωτα µαζί τους δίχως να σκέφτοµαι τα χρήµατα. Επιπλέον, µου αρέσει να τους συγκρίνω µεταξύ τους, αναλόγως εθνικοτήτων…».

Υπήρξαν βέβαια και άλλες γυναίκες κατάσκοποι, όπως οι Αµερικανίδες Βιρτζίνια Χολ και Σάντρα Γκράιµς – χάρη στη δράση της δεύτερης αποκαλύφθηκαν µάλιστα οι πράξεις του διαβόητου Ολντριχ Εϊµς, µέλους της CIA που έγινε κατάσκοπος των Σοβιετικών. Υπήρξε φυσικά και η περίπτωση της Ζοζεφίν Μπέικερ, λαµπερής χορεύτριας και τραγουδίστριας που κατά τον Β΄ Παγκόσµιο Πόλεµο περνούσε µηνύµατα γραµµένα µε αόρατο µελάνι βοηθώντας τους Γάλλους, εξ ου και έχει τιµηθεί µεταπολεµικά από τη γαλλική κυβέρνηση. Πίσω στα δικά µας, δεν γνωρίζουµε πώς θα εξελιχθεί η υπόθεση της ρωσίδας κατασκόπου, όµως αµφιβάλλουµε αν η Μαρία Τσάλλα θα κερδίσει µια αντίστοιχα περίοπτη θέση στην Ιστορία.