Το πρώτο επεισόδιο της τηλεοπτικής σειράς του ΗΒΟ «House of the Dragon» έσπασε στις ΗΠΑ ρεκόρ τηλεθέασης που κρατούσαν χρόνια. Καθόλου παράξενο καθώς είναι μια νέα σειρά που διαδραματίζεται στο σύμπαν που γνωρίσαμε στο «Game of Thrones»: όλα εξελίσσονται 180 χρόνια πριν ξεκινήσουν οι περιπέτειες της πριγκίπισσας Ντενέρις, του σοφού Τίριον Λάνιστερ, του γενναίου Τζον Σνόου, της Αρια Σταρκ και των υπόλοιπων ηρώων τα κατορθώματα των οποίων παρακολουθούσαμε επί οκτώ χρόνια. Η μαγιά υπήρχε, η αίσθηση της έλλειψης των παραμυθιών μεγάλωσε στα χρόνια που πέρασαν από τη στιγμή που η αρχική σειρά ολοκληρώθηκε, οι γκρίνιες για το τέλος που δεν είχε αρέσει έχουν ξεχαστεί: το μεγάλο κοινό θα αγκαλιάσει και αυτή την παραγωγή. Απλά η έναρξή της αυγουστιάτικα δεν δημιούργησε ακόμα τρέλα στην Ευρώπη – η μόνη ευρωπαϊκή τρέλα αυγουστιάτικα λέγεται καλοκαίρι. Τώρα που αυτό τελείωσε, το σπίτι των δράκων θα γίνει το καταφύγιό μας.
Το 2013, όταν το «Game of Thrones» είχε αρχίσει να μαγνητίζει το κοινό σε σημείο παγκόσμιας υστερίας, είχα γράψει ότι οι παραγωγοί της σειράς είχαν βρει έναν τρόπο να «πουλάνε» μέσω της σειράς μια παράξενη νοσταλγία σε ένα παγκόσμιο κοινό το οποίο θεωρούσε αυτή τη νοσταλγία ένα είδος γιατρειάς για την απαισιοδοξία που εξαιτίας της κρίσης σιγά-σιγά είχε αρχίσει να το πλημμυρίζει. Η επική τηλεοπτική αφήγηση έπαιζε με την ανάγκη μας να ξεθάψουμε εικόνες παραμυθιών (κι ας είχε άφθονο σεξ ή εντυπωσιακές βιαιότητες). Δεν μιλάμε βέβαια για τα παραμύθια που σου διάβαζε η μαμά ή η γιαγιά σου πριν κοιμηθείς, αλλά για τις απόκρυφες ιστορίες που εσύ απολάμβανες ανακαλύπτοντας το ταρακούνημα του τρόμου. Σε κάθε παιδί αρέσει ένα παραμύθι απόκρυφο – το οποίο βρίσκεται στο βιβλίο που η μαμά λέει ότι δεν θα το ανοίξεις αν δεν πας στο Γυμνάσιο ή στα κόμικς του μεγάλου αδελφού που δεν επιτρέπεται να διαβάσεις.
Απαγορευμένο, αλλά αφόρητα επιθυμητό, το «Game of Thrones» είχε στη βάση της αφήγησης ένα σύμπαν κλισαρισμένων αλλά γοητευτικών ηρώων και κυρίως υπέροχων κακών που σου επέτρεπαν ένα ταξίδι στην καλύτερη (και όχι τόσο πραγματική) παιδική ηλικία. Από την οθόνη μας πέρασαν τρελοί και άκαρδοι βασιλιάδες αλλά και κακές πριγκίπισσες, πιτσιρικάδες που χώνουν τη μύτη τους εκεί που δεν πρέπει, νόθοι γιοι αδικημένοι που είναι όμως μάστορες στο σπαθί και νεκροζώντανοι σχεδόν ανίκητοι. Βέβαια πέρασαν και καλόκαρδοι γίγαντες, σοφοί δάσκαλοι, ακόμη και καταπληκτικές ξανθές. Και φυσικά οι δράκοι.
Οι δράκοι ανήκουν στα μεγάλα σύμβολα της παιδικότητας. Αν το νέο μεγάλο παραμύθι λέγεται «House of the Dragon» είναι γιατί με τους δράκους ξεκινάνε όλα. Αυτοί εγγυώνται το μεταφυσικό στοιχείο που είναι απαραίτητο για να είναι ωραίο το κρυφτούλι με την πραγματικότητα. Χωρίς αυτούς όλα θα ήταν λιγότερο μαγικά και περισσότερα πεζά. Δεν θέλουμε τέτοια.
Ο Ζακ Αταλί, σύμβουλος του Μιτεράν κάποτε και διανοούμενος, έγραψε το 2014, όταν ήταν 73 ετών(!), ότι δεν έχανε επεισόδιο της σειράς και ότι η επιτυχία της οφείλεται «στο γεγονός ότι το σενάριό της δείχνει αυτό που θα ζήσει σύντομα ο πλανήτης μας: ένα είδος νέου Μεσαίωνα, γεμάτου από βία, αταξία, φυσικές καταστροφές, πολεμοχαρείς ηγέτες και μάχες εξουσίας με γρήγορες εναλλαγές». «Είναι το μέλλον που μας περιμένει» είπε και πρόσθεσε πως «το «Game of Thrones» περιγράφει τον κόσμο που έρχεται μετά το τέλος της Αμερικανικής Αυτοκρατορίας, έναν νέο θεαματικό Μεσαίωνα όπου καμία εξουσία δεν είναι σταθερή και όπου όλα επιτρέπονται. Αυτός είναι που μας γοητεύει. Είναι ένας γεμάτος ωραίες ιστορίες και υποσχέσεις κόσμος και είναι γεμάτος βαρβαρότητα. Αλλά μας περιμένει. Εμείς πρέπει να δούμε πώς θα τον ζήσουμε». Αυτή η γοητευτική παρατήρηση για την επιτυχία της σειράς ήταν μάλλον άσχετη με την ανάγκη μας να μη χάσουμε επεισόδιο, αλλά κατά έναν περίεργο τρόπο οκτώ χρόνια αργότερα εξηγεί την επιτυχία της συνέχειάς της. Πραγματικά όλο αυτό το σύμπαν των κακών, των καλών και των δράκων μάς γοητεύει γιατί βλέπουμε σε αυτό τους καιρούς μας. Σήμερα πιο πολύ ίσως κι από το 2013.
Τότε, όταν διάβαζα την ανάλυση του Αταλί, αναρωτιόμουν τι μας συμβαίνει. Απορούσα γιατί δεχόμασταν χωρίς την παραμικρή ένσταση να παρακολουθούμε μια σειρά με αναστάσεις νεκρών, βασανιστήρια, επιδρομές από ζόμπι, με δράκους τιμωρούς και διπρόσωπες κοκκινομάλλες. Δεν μπορούσα να εξηγήσω γιατί δεν μας ενοχλούσαν οι σεναριακές ακρότητες και οι αφηγηματικές ακροβασίες και σχεδόν γελούσα με όσους έβλεπαν τη σειρά φανατικά διότι ενώ οι πιο πολλοί απαιτούμε από όλους να μη μας κοροϊδεύουν – τουλάχιστον μπροστά στα μάτια μας – ήταν σαν να εκλιπαρούσαμε ενδόμυχα τους σεναριογράφους της σειράς να μας πουλήσουν λίγες ακόμα απίθανες ιστορίες. Σήμερα νομίζω πως έχω την απάντηση: σε όλο αυτό το σύμπαν του πανέξυπνου Τζορτζ Μάρτιν δεν βλέπουμε εικόνες του εαυτού μας – ούτε των χειρότερων ούτε των καλύτερων πλευρών του – ώστε να ταυτιστούμε, αλλά μπαίνουμε στον λαβύρινθο της αγωνίας της ίδιας της εποχής μας. Περιμένουμε όλοι πλέον έναν σκληρό χειμώνα κι αν κάτι μας έμεινε από το «Game of Thrones» είναι ότι winter is coming. Κατά κάποιον τρόπο αυτό το «House of the dragon» είναι κάτι σαν παρηγοριά – έτσι λειτουργεί συνήθως σε κάθε περίπτωση που έρχονται δυσκολίες η εξήγηση για το πώς όλες αυτές προέκυψαν. Οπως και πριν μερικά χρόνια έτσι και τώρα το βασικό ζήτημα είναι η εξουσία-θρόνος που για εμάς δεν υπάρχει, αλλά το παιχνίδι αξίζει τον κόπο. Δεν παρακολουθούμε. Συμμετέχουμε. Και σκεφτόμαστε πως αυτό που έρχεται μπορεί να είναι διαχειρίσιμο διαβάζοντας και ακούγοντας συνεχώς πως τίποτα δεν θα είναι απλό: ο κόσμος μας έχει ήδη ξαναμπεί σε μια περίοδο μεγάλης αναστάτωσης που θα είναι θεαματική, αλλά αυτό δεν σημαίνει πως θα είναι και ιδιαιτέρως ενδιαφέρουσα – μόνο στους κόσμους του Μάρτιν συμβαίνει αυτό. Που δεν είναι εξωτικοί, ούτε τόποι φαντασίας. Είναι απλώς παράλληλοι με τον δικό μας. Και σε εκείνον και στον δικό μας όλοι περιμένουν με αγωνία τον χειμώνα. Που έρχεται…