Είναι γενικώς παραδεκτό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ διέγραψε εντυπωσιακή πορεία την προηγούμενη δεκαπενταετία υπό την ηγεσία του Αλέξη Τσίπρα. Ο μέχρι πρότινος πρόεδρος του κόμματος της νέας Αριστεράς παρέλαβε ένα μικρό, περιθωριακό, αριστερίστικο κατά βάση, σχήμα της πολιτικής των δρόμων και το μετέτρεψε σε σύντομο χρόνο σε αξιόμαχο κόμμα εξουσίας.
Από τις εκλογές του 2012 και εντεύθεν βρέθηκε στο κέντρο της πολιτικής ζωής της χώρας, αναπτύχθηκε ταχύτατα και έφθασε το 2015 να αναλάβει την ευθύνη διακυβέρνησης της χώρας.
Η αλήθεια είναι ότι καβάλησε το κύμα της μεγάλης οικονομικής κρίσης που ξέσπασε έπειτα από τη διεθνή χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, η οποία κατέστησε την Ελλάδα αναξιόπιστη, αποκλεισμένη από τις διεθνείς αγορές και απειλούμενη με επαχθέστατη χρεοκοπία.
Το τότε κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, υπό την καθοδήγηση των παραδοσιακών πολιτικών δυνάμεων της Μεταπολίτευσης, ολιγώρησε χαρακτηριστικά, δεν κατάφερε να αποτρέψει τη μεγάλη κρίση, δεν αποδέχθηκε εξαρχής το δυσβάστακτο, είναι αλήθεια, βάρος της χρεοκοπίας και έτσι μαζί με τη χώρα βρέθηκε σε πρωτοφανή περιδίνηση, αφήνοντας το πεδίο ελεύθερο σε νέες, απαράσκευες αντισυστημικές δυνάμεις.
Ο κ. Τσίπρας εκμεταλλεύθηκε τότε την κατάρρευση των θεωρούμενων συστημικών και υπεύθυνων για τη χρεοκοπία κομμάτων, συντονίστηκε με τις αναδυόμενες αντισυστημικές που κυριάρχησαν στις πλατείες της αγανάκτησης, εκπροσώπησε τα ξέφρενα κύματα οργής που γέννησαν τα επιβληθέντα μνημόνια και οι πολιτικές εσωτερικής υποτίμησης που επιβλήθηκαν έναντι της προσφερθείσης από την Ευρώπη διάσωσης της ελληνικής οικονομίας και βρέθηκε τροπαιούχος νικητής τον Ιανουάριο του 2015 στο Μέγαρο Μαξίμου μετά φανών και λαμπάδων. Ωστόσο εξαρχής αποκαλύφθηκε το κενό, το μεγάλο έλλειμμα της μη αναγνώρισης του βάρους της χρεοκοπίας και της απορρέουσας ευθύνης από αυτό.
Αυτή είναι ίσως και η λυδία λίθος της σημερινής κατάρρευσης και υπαρξιακής πια κρίσης. Ο ΣΥΡΙΖΑ ζούσε τότε σε αυταπάτες και έτρεφε ψευδαισθήσεις ότι η Ευρώπη θα προστρέξει, θα απαλλάξει αβλεπί χωρίς ανάληψη πρόσθετων υποχρεώσεων την Ελλάδα από τα βάρη της χρεοκοπίας και του υπερδανεισμού.
Δεν υπήρχε περίπτωση σε εκείνο το περιβάλλον, σε εκείνες τις συνθήκες, η Ευρώπη δεν διέθετε ούτε τα εργαλεία ούτε τη διάθεση να προσφέρει πλήρη κάλυψη. Παρά τις πολλές προειδοποιήσεις ο Αλέξης Τσίπρας και συνολικά η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ επέμειναν στη γραμμή της σύγκρουσης. Και όταν έπεσαν σε τοίχο ευρωπαϊκό επιχείρησαν να εκβιάσουν με το απολύτως τυχοδιωκτικό δημοψήφισμα το καλοκαίρι του 2015, για να απειληθούν με έξοδο από την ευρωζώνη και να αναγκαστούν εν τέλει σε επώδυνο συμβιβασμό, τις πολλές συνέπειες του οποίου πλήρωσε ο ελληνικός λαός. Ακολούθησαν εσωτερικές συγκρούσεις και εκκαθαρίσεις στον ΣΥΡΙΖΑ, οι οποίες επέβαλαν τις δεύτερες εκλογές τον Σεπτέμβριο της ίδιας χρονιάς.
Έκτοτε ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του πειθάρχησαν, υπηρέτησαν με συνέπεια το τρίτο μνημόνιο που τους προσέφεραν οι ευρωπαίοι εταίροι, αλλά ουδέποτε μπόρεσαν να εξηγήσουν πειστικά στον ελληνικό λαό γιατί οδηγήθηκαν σε αυτή την τόσο επώδυνη επιλογή των βαρύτατων φόρων που αναγκάστηκαν να επιβάλουν στη συνέχεια και υποχρεώθηκαν ταυτόχρονα στη δέσμευση του συνόλου σχεδόν των περιουσιακών στοιχείων του ελληνικού κράτους για 99 χρόνια μέσω του Υπερταμείου.
Στα χρόνια που ακολούθησαν μέχρι τις δύο πρώτες ήττες του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας και το κόμμα του πάλευαν με τις μνημονιακές υποχρεώσεις τους και τα αντίθετα πιστεύω τους, χωρίς ποτέ να ξεπεράσουν τη θολότητα της διπλής ταυτότητας. Στα χρόνια της αντιπολίτευσης, παρότι ο Αλέξης Τσίπρας υποσχέθηκε δράσεις και γενναίες αλλαγές, η σύγχυση δεν λύθηκε, ούτε αντιμετωπίστηκαν τα θέματα πολιτικής ταυτότητας, με αποτέλεσμα να μην προσφέρει τις απαντήσεις που διεκδικούσαν οι εκλογείς. Πολύ περισσότερο όταν απέναντί τους στεκόταν μια καθαρή, ευθεία, εκ διαμέτρου αντίθετη πρόταση με πεποιθήσεις και υψηλές προσδοκίες.
Κάπως έτσι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας οδηγήθηκαν στη διπλή εκλογική κατάρρευση το εφετινό καλοκαίρι και πλέον οι επίδοξοι διάδοχοί του βρίσκονται αντιμέτωποι με υπαρξιακού περιεχομένου κρίση.
Τώρα πια ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι απλά υποχρεωμένος να εκλέξει νέα ηγεσία, αλλά και να επιλέξει τι κόμμα είναι. Αριστερό, σοσιαλδημοκρατικό, ριζοσπαστικό, κεντροαριστερό και βεβαίως να προσδιορίσει για ποιους παλεύει, με ποια συμφέροντα συντάσσεται, αν αντιλαμβάνεται τις επελθούσες αλλαγές στην ελληνική κοινωνία, αν αποδέχεται τον συνεχώς διευρυνόμενο ρόλο του ιδιωτικού τομέα, αν θα επιμείνει στη γραμμή του μεγάλου κράτους, αν θα προσεγγίσει τις μεγάλες απαιτήσεις των καιρών μας για ψηφιακό μετασχηματισμό, ενεργειακή μετάβαση και προστασία από το φαινόμενο της κλιματικής αλλαγής και της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης. Αν θα κατανοήσει τις γεωπολιτικές προκλήσεις της εποχής, αν θα τοποθετηθεί απέναντι στις νέες συγκροτούμενες διεθνώς συμμαχίες και αν θα προσεγγίσει τους πόθους και τις προσδοκίες της πλειονότητας του ελληνικού λαού.
Στοιχεία που προφανώς επιβάλλουν εξαντλητικό διάλογο εντός του, συστηματική επικοινωνία και απευθείας επαφή με τους πολίτες. Χωρίς συνολική επανατοποθέτηση δεν θα έχει τύχη…