Αγαπητή μου αναγνώστρια, ελπίζω να με διαβάζεις με air condition ή (ιδανικά) με τα πόδια σου μες στη θάλασσα – πρόσεξε μόνο μη βραχεί η εφημερίδα.

Αχ, είναι δύσκολο πράγμα η ζέστη, ειδικά αν δεν μπορείς να αποφύγεις τη μετακίνηση. Το μυαλό μου τέτοιες μέρες πάει σε όσους και όσες έχουν κλείσει εδώ και μήνες ραντεβού για κάποια θεραπεία ή για κάποια επέμβαση και δεν τους φτάνει η ασθένεια που αντιμετωπίζουν, αλλά πρέπει να βρουν τρόπο να επιζήσουν μέχρι να βρεθούν στην κλινική τους.

Το μόνο καλό αυτού του φαινομένου (εντάξει, ίσως όχι το μόνο, υπάρχουν και κάποιοι που πουλάνε ανεμιστήρες) είναι ότι μπορεί να μας κάνει να σκεφτούμε λίγο παραπάνω το περιβάλλον. Μη βιαστείς να με επιπλήξεις, αγαπητή μου αναγνώστρια, ξέρω ότι άλλο κλιματική αλλαγή και άλλο οι μετεωρολογικές συνθήκες μια δεδομένη στιγμή (αλλιώς κάθε φορά που θα χιόνιζε θα ανησυχούσαμε ότι θα άρχιζε μια νέα εποχή παγετώνων). Αλλά όπως και να το κάνουμε, δεν μπορείς να παραβλέψεις πόσο πιο συχνοί έχουν γίνει οι καύσωνες (αλλά και οι πλημμύρες, οι πυρκαγιές κ.ο.κ.) τα τελευταία χρόνια.

Το θέμα είναι κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να κάνουμε κάτι για αυτό (όταν περάσει βέβαια αυτός ο καύσωνας, γιατί εγώ με 40 βαθμούς Κελσίου δεν μπορώ να κάνω ούτε πρόσθεση). Φοβάμαι πως συλλογικά, ως κόσμος, ως πλανήτης, δεν μου φαινόμαστε και πολύ πρόθυμοι. Συμπεριφερόμαστε σαν να έχουμε υπηρεσία 8-10 στο πηδάλιο του Τιτανικού, να εκτιμάμε ότι θα πέσουμε στο παγόβουνο στις 10.05 και να λέμε: «Α, δεν πειράζει, δεν θα συμβεί και στη βάρδιά μας…». Λες και δεν είμαστε στο ίδιο πλοίο…

Με μία ταυτοχρόνως εγωιστική και αυτοκαταστροφική συμπεριφορά, ασχολούμαστε με το τι θα φάμε και τι θα πιούμε και όχι με το τι θα αρπάξει ο κόσμος μας.

Παραδέχομαι ότι ο πιο εύκολος τρόπος να πετάξεις την μπάλα στην εξέδρα είναι να μου δείξεις τον Τζο Μπάιντεν, τον Σι Τζινπίνγκ και την Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν και να μου πεις: «Να, κυρία, αυτοί άρχισαν πρώτοι. Ας δεχθούν αυτοί κάποιους όρους για τις βιομηχανίες τους και μετά να αρχίσω κι εγώ την ανακύκλωση. Δεν θα σωθεί ο πλανήτης αν ρίξω εγώ στον μπλε κάδο δύο άδειες κονσέρβες και τρία μπουκάλια».

Ναι, οκ, όλοι αντιλαμβανόμαστε ότι το ψάρι βρωμάει από το κεφάλι, αλλά και η ουρά το χρειάζεται το αποσμητικό της – καλύτερα όχι σε σπρέι, για να μείνω και στο πνεύμα του κειμένου…

Και παρότι η επίκληση της ατομικής ευθύνης είναι συχνά ο τρόπος να κουκουλώνουμε τις αδυναμίες (αν όχι την ανυπαρξία) της συλλογικής, καλό είναι να κάνουμε η καθεμία και ο καθένας ό,τι μπορούμε.

Ετσι θα δικαιούμαστε περισσότερο να γκρινιάζουμε για τους Μπάιντεν και τους Σι αυτού του κόσμου.

Αν μη τι άλλο, επειδή εκεί, στο πηδάλιο του «Τιτανικού», τη βάρδια 10-12 θα την κάνουν τα παιδιά μας.