Θα είναι δύσκολο για την Ευρωπαϊκή Ενωση να αντισταθμίσει παράγοντες ασφάλειας και οικονομικής ασφάλειας αν υπάρξει σύγκρουση μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας, εκτιμά ο Ιαν Λέσερ, αντιπρόεδρος του German Marshall Fund of the United States (GMF) και μέλος της εκτελεστικής του ομάδας. Ο ειδικός στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ και στις υποθέσεις ασφάλειας της Ευρώπης μιλά επίσης στο «Βήμα» για την ομάδα BRICS, τη συζήτηση για τη διεύρυνση της ΕΕ, τις εξελίξεις στις σχέσεις Ελλάδας – Τουρκίας, ενώ προειδοποιεί για τον κίνδυνο ενός ατυχήματος ή αρνητικού επεισοδίου στον πόλεμο της Ουκρανίας ή στην περιοχή της Νότιας Κινεζικής Θάλασσας.

«Υπάρχουν δομικοί κίνδυνοι, που επηρεάζουν την Ευρώπη, αλλά υπάρχει και ο κίνδυνος – καθότι συμβαίνουν πολλά τόσο εντός όσο και γύρω από την Ουκρανία, αλλά και στη Νότια Κινεζική Θάλασσα και στην Ταϊβάν – να υπάρξει κάποιο ατύχημα ή κάποια αρνητική εξέλιξη που μπορεί να προκαλέσει αρνητικές επιπτώσεις για την ασφάλεια και την οικονομική ασφάλεια της ΕΕ, θέτοντας κινδύνους για όλους» προειδοποιεί ο αμερικανός ειδικός και εκτελεστικός διευθυντής του γραφείου των Βρυξελλών του GMF, «δείχνοντας» προς την κατεύθυνση ενός θερμού επεισοδίου ή ατυχήματος που θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια πιο γενικευμένη, ίσως, σύγκρουση στις συγκεκριμένες περιοχές.

Αλλά πέρα από την απρόβλεπτη αυτή εξέλιξη, ο κ. Λέσερ εκτιμά ότι «αν υπάρξει σύγκρουση των ΗΠΑ με την Κίνα ή όποια άλλη αρνητική εξέλιξη στη σχέση τους, θα απομακρύνει την ΕΕ από τις ΗΠΑ. Στην περίπτωση αυτή θα είναι δύσκολο για την ΕΕ να αντισταθμίσει παράγοντες ασφάλειας και οικονομικής ασφάλειας, που διασφαλίζονται από τη συνεργασία της με την Αμερική. Ενας παράγοντας που μπορεί να δυσκολέψει την κατάσταση για την ΕΕ είναι επίσης οι εκλογές στις ΗΠΑ, ανάλογα με το αποτέλεσμα» λέει, επιβεβαιώνοντας εμμέσως την ανησυχία για την πορεία στις διατλαντικές σχέσεις σε περίπτωση επανεκλογής του Ντόναλντ Τραμπ.

Σε σχέση με την πρόσφατη διεύρυνση των χωρών της ομάδας BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα και Νότια Αφρική), ο αντιπρόεδρος του GMF προτείνει να μην υπερεκτιμούμε την εξέλιξη. «Οι χώρες BRICS επιδιώκουν να δείξουν ότι δεν υπάρχουν μόνο οι παλαιές πραγματικότητες στο διεθνές σύστημα, αλλά ότι έχουν σημειωθεί αλλαγές και ότι υπάρχουν νέοι τρόποι για να κάνει κανείς δουλειές. Δεν θα υπερεκτιμούσα τη διεύρυνση (σ.σ. Αργεντινή, Αίγυπτο, Αιθιοπία, Ιράν, Σαουδική Αραβία και ΗΑΕ θα ενταχθούν στην ομάδα την 1η Ιανουαρίου 2024), είναι λιγότερο συνεκτική πολιτικά, αλλά σίγουρα είναι μια εξέλιξη που θα πρέπει να παρακολουθήσουμε. Η Νότια Αφρική και η Βραζιλία απέχουν από τη Ρωσία, η Κίνα είναι μια διαφορετική χώρα, η Ινδία ένας άλλος κόσμος. Δείχνουν προς έναν κόσμο τον οποίο δεν θα είναι πάντα εύκολο να ανταγωνίζονται οι ΗΠΑ και η ΕΕ. Αποτελούν μια ευρεία ποικιλία παικτών που αναζητούν μια νέα γεωμετρία. Βέβαια θα πρέπει να λάβουμε υπ’ όψιν ότι κάποιες από τις χώρες αυτές είναι εξαιρετικά επιδέξιες στην πολυμερή διπλωματία. Είναι επίσης αξιοσημείωτο ότι ενώ η ομάδα δεν δέχεται την επιβολή κυρώσεων στη Ρωσία και στο Ιράν, έχει αντίθετη στάση όταν πρόκειται για ζητήματα παραβίασης του διεθνούς δικαίου».

Τον ρωτάμε αν η εξέλιξη αυτή δυσκολεύει την Ευρώπη στην επιδίωξή της να διευρύνει τον κύκλο των διεθνών της εταίρων. «Η Ευρώπη διαθέτει ήδη ένα μεγάλο δίκτυο εταίρων διεθνώς» λέει, σημειώνοντας όμως ταυτόχρονα ότι «αν υπάρξουν αλλαγές με κατεύθυνση προς τον προστατευτισμό και τον εθνικισμό, τότε θα είναι δύσκολο για την Ευρώπη να λειτουργήσει».

Σχετικά με τη συζήτηση γύρω από την ευρωπαϊκή διεύρυνση, ο κ. Λέσερ εκτιμά ότι «δεν υπάρχει αρκετή διάθεση και ενθουσιασμός από τα κράτη-μέλη. Αποτελεί ένα δύσκολο πολιτικά ζήτημα. Σήμερα η ΕΕ απέχει πολύ από τότε που η εξωτερική πολιτική της περιοριζόταν μόνο στη διεύρυνση και το ζήτημα καθιστά δυσκολότερη για την ΕΕ την προσπάθειά της να αναδειχθεί σε μια γεωπολιτική δύναμη. Αλλά η ιδέα μιας μεγαλύτερης Ευρώπης, ότι η ΕΕ μπορεί να διευρυνθεί, θα διατηρηθεί – άλλωστε αποτελεί μια υπόθεση που δεν έχει τελειώσει όσον αφορά τη γειτονική περιοχή των Δυτικών Βαλκανίων. Εκεί που θα είναι δυσκολότερο – διότι στην περίπτωση των Δυτικών Βαλκανίων οι χώρες είναι σχετικά ήδη ενσωματωμένες με την ΕΕ και οι προκλήσεις είναι περισσότερο πολιτικού χαρακτήρα – θα είναι στην περίπτωση της Ουκρανίας. Είναι εντυπωσιακό ότι ορισμένες χώρες της ΕΕ προτιμούν να προσφέρουν εγγυήσεις ασφάλειας στην Ουκρανία παρά να αλλάξουν αγροτική πολιτική, κάτι που θα προκύψει στην περίπτωση ένταξης της Ουκρανίας».

Σχετικά με τις σχέσεις Ελλάδας και Τουρκίας, ο κ. Λέσερ, ο οποίος παρακολουθεί ανελλιπώς τις εξελίξεις και ηγείται του έργου του GMF για τις διατλαντικές σχέσεις που αφορούν τη Μεσόγειο και την Τουρκία, εκτιμά ότι «η κατάσταση είναι πιο ήρεμη, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι κάτι δεν μπορεί να πάει στραβά. Η Τουρκία θα παραμείνει πολιτικά ένας δύσκολος εταίρος, αλλά είμαι σχετικά αισιόδοξος. Και οι δύο χώρες έχουν συμφέρον να υπάρξει σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο». Επισημαίνουμε όμως το πρόσφατο συμβάν με την επίθεση Τουρκοκυπρίων ενάντια σε μέλη της Ειρηνευτικής Δύναμης του ΟΗΕ στην Πύλα, αλλά και τη γενικότερη στάση της Τουρκίας, η οποία υποστηρίζει τη δημιουργία δύο κρατών στην Κύπρο. «Η στάση της Τουρκίας στο Κυπριακό δεν θα πρέπει να εμποδίσει τις εξελίξεις στις σχέσεις Τουρκίας και Ελλάδας. Το επίπεδο κινδύνου μιας σύγκρουσης στο Αιγαίο δεν είναι το ίδιο με τους κινδύνους σε σχέση με την Κύπρο» προειδοποιεί.