Ο Τζέι Ντι Βανς είναι ο πρώτος από όλους τους προέδρους, υποψήφιους προέδρους, αντιπροέδρους και υποψήφιους αντιπροέδρους των ΗΠΑ των τελευταίων 75 ετών που έχει μούσι. Παραδοσιακά, η γενειάδα υποδηλώνει ανδρισμό, αν και στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 – κατά την τελευταία «μεγάλη αναγέννηση της γενειάδας» – υποδήλωνε επανάσταση κατά του κατεστημένου. Την επόμενη δεκαετία, με την άνοδο της Wall Street, το εταιρικό ήθος που επικρατούσε θεωρούσε ότι οι άντρες με μούσια έμοιαζαν σαν να είχαν κάτι να κρύψουν. Μούσια είχαν μόνο οι «βουνίσιοι», οι καθηγητές και οι παππούδες.
Σήμερα ζούμε μια ακόμη αναγέννηση της γενειάδας. Οι New York Times την αποδίδουν στους χίπστερ της Νέας Υόρκης γύρω στο 2005 και αναφέρουν ότι αρκετοί Νεοϋορκέζοι πληρώνουν χιλιάδες δολάρια για μεταμόσχευση τριχών προσώπου για να καλύψουν μούσια που φυτρώνουν ανομοιόμορφα.
Πέντε μεγάλα «κινήματα γενειάδας»
Σύμφωνα με τον ιστορικό Κρίστοφερ Όλντστοουν-Μουρ, συγγραφέα του βιβλίου «Of Beards and Men: The Revealing History of Facial Hair», υπήρξαν τέσσερα μεγάλα «κινήματα γενειάδας» στην Ιστορία: στον 2ο αι.μ.χ με τον αυτοκράτορα Αδριανό, στον Μεσαίωνα, στην Αναγέννηση και στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα. Σήμερα ζούμε το πέμπτο κίνημα.
«Καταλαβαίνουμε ότι διανύουμε μια Εποχή της Γενειάδας όταν ο υποψήφιος που προηγείται για τη δημαρχία της Νέας Υόρκης έχει όχι μόνο μούσι αλλά και μουστάκι», έγραψε η Βανέσα Φρίντμαν, διευθύντρια μόδας και επικεφαλής κριτικός μόδας των New York Times, αναφερόμενη στον Ζόραν Μαμντάνι.
«Και οι New York Yankees άλλαξαν την εταιρική πολιτική τους για να επιτρέψουν τις τρίχες στο πρόσωπο – αν και του «καλοφροντισμένου» είδους, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό», σχολίασε η Φρίντμαν που, όπως λέει η ίδια, γράφει «για τη μόδα ως έκφραση της πολιτικής, κοινωνικής και πολιτισμικής ταυτότητας», ιδίως «για το πώς τη χρησιμοποιούν όσοι είναι εκτεθειμένοι στα μάτια του κοινού για να επικοινωνήσουν αξίες και να επηρεάσουν απόψεις».
Η αναγέννηση στις τρίχες του προσώπου
Η Disney, που είχε απαγορεύσει τις τρίχες στο πρόσωπο στους εργαζόμενους στα θεματικά πάρκα της από τη δεκαετία του 1950, ήταν η πρώτη εταιρεία που κατάργησε αυτή την απαγόρευση το 2012. «Τότε, η ανοχή προς κάποιου είδους γενειάδας αποτελούσε, όπως οι περισσότερες αλλαγές στους ενδυματολογικούς κώδικες, την αντανάκλαση μιας μετατόπισης στην ισορροπία δυνάμεων που επέτρεψε στην ατομική ταυτότητα να εκφραστεί», έγραψε η Φρίντμαν.
«Σήμερα, όμως, η νέα αναγέννηση στις τρίχες προσώπου μοιάζει άρρηκτα συνδεδεμένη με την ρητορική γύρω από τον ανδρισμό και την ανδρόσφαιρα (manosphere). Δεν υπάρχει, άλλωστε, τίποτα που να αποπνέει περισσότερο αρρενωπότητα από τις τρίχες του προσώπου, την οπτική έκφραση της τεστοστερόνης. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Τζέι Ντι Βανς δεν είναι το μόνο μέλος της Ομάδας Τραμπ που έχει μούσια. Το ίδιο και ο Ντόναλντ Τραμπ Τζούνιορ, ο υπουργός Εμπορίου (και τσάρος των δασμών) Χάουαρντ Λάτνικ και ο γερουσιαστής Τεντ Κρουζ».
Κανένας καραφλός πρόεδρος από το 1961
Για τα μαλλιά των αμερικανών προέδρων, οι απόψεις διίστανται: είναι εκλέξιμος ένας καραφλός υποψήφιος για τον Λευκό Οίκο; Σύμφωνα με το κλισέ, όποιος έχει χάσει τα μαλλιά του δεν εκλέγεται – αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι εκλέγεται πάντα όποιος έχει περισσότερα μαλλιά.
Μόλις πέντε πρώην πρόεδροι (από τους 45) ήταν καραφλοί: ο 2ος πρόεδρος των ΗΠΑ Τζον Άνταμς, ο γιος του Τζον Κουίνσι Άνταμς, ο Μάρτιν Βαν Μπιούρεν, ο Τζέιμς Γκάρφιλντ και ο Ντουάιτ Αϊζενχάουερ, ο τελευταίος καραφλός πρόεδρος των ΗΠΑ (1953-1961). Πολλοί το αποδίδουν αυτό στην έλευση της τηλεόρασης.
Στις προεδρικές εκλογές που ακολούθησαν τη δεύτερη θητεία του Αϊζενχάουερ, πραγματοποιήθηκε το πρώτο τηλεοπτικό ντιμπέιτ ανάμεσα στους δυο υποψήφιους προέδρους. Ο Τζον Φ. Κένεντι, που είχε πλούσια κόμη, κέρδισε τον Ρίτσαρντ Νίξον του οποίου τα μαλλιά είχαν αρχίσει να αραιώνουν. Όμως ο Μάικλ Δουκάκης που είχε πολλά μαλλιά έχασε τον Λευκό Οίκο από τον Τζορτζ Μπους πατέρα που είχε λιγότερα.





