Τώρα που καταλάγιασε η φασαρία στη Βουλή μπορούμε να επαναλάβουμε μια καθόλου πρωτότυπη διαπίστωση.

Πως η αντιπολίτευση σε μια δημοκρατία είναι σοβαρή υπόθεση.

Ασφαλώς δεν εξαρτάται από εκείνην η πορεία της χώρας. Είναι τρόπον τινά συμπληρωματικό αξεσουάρ.

Αλλά μπορεί να την επηρεάσει. Και κάνοντας καλύτερη την κυβέρνηση με την πίεσή της. Και (κυρίως) διαμορφώνοντας μια αξιόπιστη εναλλαγή διακυβέρνησης.

Στη χώρα μας δεν συμβαίνει τίποτα από όλα αυτά. Η αντιπολίτευση είναι ολίγιστη, όπως φάνηκε και στη συζήτηση για τη δυσπιστία. Βρήκαν να προσάψουν στους βουλευτές της συμπολίτευσης ότι κακώς χειροκρότησαν τον Καραμανλή.

Αστειότητες. Που συμβαίνουν όταν μια πληθώρα μικρομεσαίων κομμάτων κι αρχηγών συνωστίζεται πίσω από το λάβαρο «αυτή η κυβέρνηση πρέπει να πέσει» (Αλ. Χαρίτσης, ομιλία στη Βουλή, 28/3) και με σχεδόν μοναδική έγνοια «να φύγει ο Μητσοτάκης».

Προφανώς ο Μητσοτάκης κάποτε θα φύγει. Αλλά δεν ξέρω αν θα τον διώξει αυτή η αντιπολίτευση.

Η εμμονή άλλωστε δεν αποτελεί πολιτική. Ξέρετε γιατί; Επειδή οδηγεί σε αναπόδεικτα συμπεράσματα και λάθος παραδοχές.

Ο Μητσοτάκης θα έπεφτε από το κόβιντ. Υστερα από τις υποκλοπές. Υστερα από τα Τέμπη. Υστερα από τις πυρκαγιές ή τις πλημμύρες. Υστερα από τα Πανεπιστήμια. Και τώρα πάλι από τα Τέμπη. «Η αρχή του τέλους τους» προεξοφλούσε για πολλοστή φορά η «Αυγή» (27/3).

Αν δηλαδή έπαιρνε κανείς σοβαρά τα επιχειρησιακά σχέδια της αντιπολίτευσης, ο Μητσοτάκης θα έπρεπε να είχε αποχαιρετίσει προ πολλού την πρωθυπουργία. Στο μεταξύ έχει κερδίσει μερικές ακόμη εκλογές.

Τι συμβαίνει, λοιπόν; Αυτό το ερώτημα θα έπρεπε να θέσει πρώτη στον εαυτό της η αντιπολίτευση. Με την προφανή απάντηση που θα έδινε η Μελίνα πως «δεν αρέσουν».

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουν πως ο συνεχής καβγάς και η ακατάπαυστη υστερία για το παραμικρό δεν εκφράζουν απαραίτητα τη διάθεση του μέσου πολίτη.

Από την άλλη, μια πολιτική που εξαντλείται στη συγκίνηση και στο θυμικό είναι συνήθως πολιτική ελάχιστου βεληνεκούς.

Και στη δημοκρατία για να φύγει μια κυβέρνηση δεν αρκεί να μην αρέσει η ίδια. Πρέπει να αρέσουν και εκείνοι που θα την αντικαταστήσουν.

Πολλοί συμπάσχουν και συγκινούνται με τους συγγενείς των θυμάτων, τους συγγενείς κάθε θύματος για να είμαι ακριβής. Αλλά κανείς δεν διανοήθηκε ποτέ να τους αναθέσει τη διακυβέρνηση της χώρας.

Εκεί νομίζω κρύβεται το απλό μυστικό.

Ακόμη κι όταν η κυβέρνηση δεν αρέσει, οι άλλοι αρέσουν ακόμη λιγότερο.

Κι αν δεν διορθωθεί κάπως αυτή η θεμελιώδης ανισορροπία φοβούμαι ότι θα αργήσει να αποχαιρετήσει ο Μητσοτάκης.