Με αφορμή τις υποψηφιότητες στα φετινά Όσκαρ των Ελλήνων σκηνοθέτη Γιώργου Λάνθιμου και μοντέρ Γιώργου Μαυροψαρίδη για την ταινία «Poor things» (που συνολικά μετρά 11 υποψηφιότητες), καθώς και την έντονη παρουσία της ταινίας «Τα παιδιά του χειμώνα» του ελληνικής καταγωγής Αλεξάντερ Πέιν (η ταινία μετρά πέντε υποψηφιότητες αλλά καμία για τον ίδιο), το κείμενο που ακολουθεί κάνει μια αναδρομή στην σχέση της Ελλάδας με τα Όσκαρ.

Πολλοί από τους καλλιτέχνες που αναφέρονται εδώ δεν γεννήθηκαν στην Ελλάδα αλλά κουβαλούν ή αν δεν ζουν πλέον κουβαλούσαν  αίμα ελληνικό, οπότε η βράβευση ή η υποψηφιότητά τους για το βραβείο αναφέρεται.

Με την «Ευνοούμενη», το 2020, ο Γιώργος Λάνθιμος που όπως είναι φυσικό, φέτος με το «Poor things» έχει τα βλέμματα όλων των Ελλήνων πάνω του, έγινε ο τρίτος Έλληνας σκηνοθέτης μετά τον Μιχάλη Κακογιάννη και τον Κώστα Γαβρά που διεκδίκησε το Όσκαρ σκηνοθεσίας. Με το «Poor things» γίνεται ο μοναδικός Έλληνας σκηνοθέτης που έχει προταθεί δύο φορές στην κατηγορία της καλύτερης σκηνοθεσίας.

REUTERS/Mario Anzuoni

Συνολικά ο Λάνθιμος μετρά πέντε προσωπικές υποψηφιότητες (o Κακογιάννης μετρούσε τρεις προσωπικές, όλες για τον «Ζορμπά» και ο κ. Γαβράς τρεις προσωπικές έχοντας κερδίσει ένα Όσκαρ για το σενάριο του «Αγνοούμενου»). Οι υπόλοιπες υποψηφιότητες του Λάνθιμου είναι: ως συμπαραγωγός του «Poor thigs» (μαζί με τους Εντ Γκουίνεϊ, Αντριου Λόου, Εμα Στόουν), ως συμπαραγωγός της «Ευνοούμενης» (μαζί με τους Εντ Γκουίνεϊ, Σέσι Ντέμπσεϊ και Λι Μάγκιντεϊ) και ως συνσεναριογράφος του «Αστακού» μαζί με τον Ευθύμη Φιλίππου (η ταινία διεκδίκησε το Όσκαρ καλύτερου πρωτότυπου σεναρίου).

Να σημειωθεί εδώ ότι στα φετινά Όσκαρ υποψήφιος είναι και ο Νίκος Καραμίγιος, ο ελληνικής καταγωγής Αμερικανός παραγωγός της ταινίας «American fiction» που διεκδικεί το Όσκαρ καλύτερης ταινίας.

Επίσης, ο Έλληνας παραγωγός Θανάσης Καραθάνος, ιδρυτής της γερμανικής εταιρίας παραγωγής Twenty Twenty Vision, έχει συμμετάσχει στην παραγωγή της υποψήφιας φέτος για το Όσκαρ διεθνούς ταινίας «Τέσσερις  κόρες» (Les filles d’Olfa, Τυνησία) της Καουτέρ Μπεν Ανιά.  Άλλες υποψήφιες για Όσκαρ στην ίδια κατηγορία ταινίες, στην παραγωγή των οποίων ο κ. Καραθάνος είχε συμμετοχή είναι οι «Ο άνθρωπος που πούλησε το δέρμα του» (The man who sold his skin, Τυνησία, 2020), επίσης της Καουτέρ Μπεν Ανιά και η ισραηλογερμανική συμπαραγωγή «Σταυροδρόμια ζωής» («Ajami», 2009) των Σκάνταρ Κοπτί, Γιαόρν Σανί.

Οι νικητές

Κώστας Γαβράς (1933- )

Τρεις υποψηφιότητες, ένα Όσκαρ σεναρίου βασισμένου σε ξένο υλικό για την ταινία «Ο αγνοούμενος» (1982)

EPA/FRANCK ROBICHON

Ας ξεκαθαρίσουμε κάποια πράγματα: Ο Κώστας Γαβράς φέρει μεν την απόλυτη δημιουργική ευθύνη για το «Ζ» (1969), όμως το φιλμ, που ήταν υποψήφιο για πέντε Όσκαρ, κέρδισε δυο: το βραβείο μοντάζ και εκείνο της καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας που δίδεται στον παραγωγό. Η ταινία είχε Αλγερινή ταυτότητα (την είχε δηλαδή υποβάλλει η Αλγερία στην Αμερικανική Ακαδημία Κινηματογράφου) με παραγωγούς τον Ζακ Περέν και τον Αχμέντ Ρατσεντί · όχι τον Γαβρά. Ωστόσο, για την ίδια ταινία ο Γαβράς διεκδίκησε το Όσκαρ σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου (συνυποψήφιος με τον Χόρχε Σεμπρούν).  Επίσης, κάτι που δεν θα συναντήσουμε συχνά στα Όσκαρ, το «Ζ» ήταν υποψήφιο και για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Τυπικά λοιπόν, το μόνο Όσκαρ που έχει πάρει ο Γαβράς είναι για το σενάριο του «Αγνοούμενου», που μάλιστα μοιράστηκε με τον σεναριογράφο Ντόναλντ Στιούαρτ.

Βαγγέλης Παπαθανασίου (1943 – 2022)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ, πρωτότυπης μουσικής για την ταινία «Οι δρόμοι της φωτιάς» (1981)

EPA PHOTO EPA/SIMELA PANTZARTZI

Στην καταπληκτική καριέρα του, ο Βαγγέλης Παπαθανασίου – κατά κόσμον Vangelis – είχε συνθέσει μουσική για παραπάνω από τριάντα ταινίες, κερδίζοντας το πολυπόθητο αγαλματίδιο για την πιο επιφανή και επική όλων. Ήταν όμως «Οι δρόμοι της φωτιάς» η καλύτερη δουλειά του; Προσωπικά προτιμούμε εκείνη στο «Μπλέιντ Ράνερ» του Ρίντλεϊ Σκοτ, για να μην αναφερθούμε σε παλαιότερες και περισσότερο αγαπημένες συνθέσεις, όπως στο γαλλικό ντοκιμαντέρ «Η επανάσταση των ζώων» (1972). Για τους «Δρόμους της φωτιάς» πάντως, «νίκησε» τον Τζον Γουίλιαμς («Οι κυνηγοί της χαμένης κιβωτού», τον Ράντι Νιούμαν («Ραγκτάιμ»), τον Ντέιβ Γκρούσιν («Στη χρυσή λίμνη») και τον βετεράνο Αλεξ Νορθ («Dragonslayer»).

Ελία Καζάν (1909- 2003)

Επτά υποψηφιότητες, δυο Όσκαρ σκηνοθεσίας για τις ταινίες «Συμφωνία κυρίων» (1947) και «Το λιμάνι της αγωνίας» (1954)

Ο πατέρας – ή τουλάχιστον ένας από τους γονείς – της αμερικανικής σχολής υποκριτικής του Actors studio, ο σκηνοθέτης που έκανε παγκοσμίως γνωστά τα ονόματα Μάρλον Μπράντο και Τζέιμς Ντιν, ο καταδότης της περιόδου του «μακαρθισμού». Μια έντονη προσωπικότητα που έχει διχάσει ως ιδιώτης και αγαπηθεί ως σκηνοθέτης. Όταν κέρδισε το τιμητικό βραβείο «Ιρβινγκ Τζ. Θάλμπεργκ» στα Όσκαρ το 1999, πολλοί θύμωσαν. Εκτός των Όσκαρ που κέρδισε, ο Καζάν υπήρξε επίσης υποψήφιος για το Όσκαρ σκηνοθεσίας των ταινιών «Λεωφορείον ο πόθος» (1951), «Ανατολικά της Εδέμ» (1955) και «Αμέρικα, Αμέρικα» (1963). Το «Αμέρικα, Αμέρικα» υπήρξε επίσης υποψήφιο για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας με τον Καζάν συμπαραγωγό (σε αυτόν θα διδόταν αν κέρδιζε) αλλά και σεναρίου γραμμένου κατευθείαν για την οθόνη.

Τζορτζ Τσακίρης (1932-) 

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου για την ταινία  «West side story» (1961)

Από τις περιπτώσεις ηθοποιών που το Όσκαρ που κέρδισαν δεν σήμανε πολλά. Παρά την βράβευσή του για το «West Side Story», η καριέρα του ελληνικής καταγωγής από το Νόργουντ του Οχάιο Τζορτζ Τσακίρις πήρε την κατιούσα καθώς οι υποκριτικές ικανότητές του αποδείχθηκαν περιορισμένες. Ελάχιστες οι ταινίες του από τότε που βραβεύθηκε και ακόμη λιγότερες οι άξιες λόγου. Εγκατέλειψε τον κινηματογράφο στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και από τα μέσα της αμέσως επομένης μέχρι το 2021 επανήλθε στην τηλεόραση κάνοντας σποραδικές εμφανίσεις, κυρίως σε σειρές.

Κατίνα Παξινού (1900- 1973)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ Β’ γυναικείου ρόλου για την ταινία  «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα;» (1943)

Και τι Όσκαρ! Το πρώτο που δόθηκε σε κάτοχο ελληνικού διαβατηρίου. Η μεγάλη κυρία της ελληνικής  θεατρικής σκηνής και κορυφαία τραγωδός υπήρξε εκλεκτική στις κινηματογραφικές επιλογές της, εξ’ ου και οι μόλις ένδεκα ταινίες στην φιλμογραφία της. Ανάμεσα στους σκηνοθέτες με τους οποίους συνεργάσθηκε όμως, θα βρούμε τον Όρσον Γουέλς («Ο κύριος Αρκάντιν» ,1955) τον Λουκίνο Βισκόντι («Ο Ρόκο και τ’αδέλφια του», 1960) και φυσικά τον Σαμ Γουντ της «Καμπάνας» όπου έπαιξε την Πιλάρ, την δυναμική αντάρτισσα του ισπανικού εμφυλίου πολέμου η οποία μπορούσε να προβλέπει το μέλλον.

Ντιν Ταβουλάρις (1932- )

Πέντε υποψηφιότητες, ένα Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης – σκηνικών για την ταινία  «Ο νονός ,μέρος 2ον» (1974).

Στενός συνεργάτης του Φράνσις Φορντ Κόπολα, ο γεννημένος στη Μασσαχουσέτη Αμερικανός ελληνικής καταγωγής σκηνογράφος, ήταν μαέστρος στην δημιουργία σκοτεινών και ατμοσφαιρικών σκηνικών και για ταινίες του Κόπολα προτάθηκε τρεις ακόμα φορές στα Όσκαρ: «Αποκάλυψη, Τώρα!» (1979), «Τάκερ, ένας άνθρωπος και το όνειρό του» (1988) και «Ο νονός μέρος τρίτον» (1990). Ο Ταβουλάρις απέσπασε  μια ακόμα υποψηφιότητα για την ταινία του Γουίλιαμ Φρίντικν «Το μεγάλο κόλπο του Μπρινκ» (1978).

Βασίλης Φωτόπουλος (1934-2007)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης – σκηνικών για ασπρόμαυρη ταινία για τον «Αλέξη Ζορμπά» (1964)  

Ο σπουδαίος σκηνογράφος Βασίλης Φωτόπουλος είναι από τους τρεις καλλιτέχνες που βραβεύθηκαν για την θρυλική ταινία του Μιχάλη Κακογιάννη «Αλέξης Ζορμπάς» η οποία είχε προταθεί για επτά Όσκαρ. Οι άλλοι δύο είναι η ηθοποιός Λίλα Κέντροβα που κέρδισε το Όσκαρ Β’ ρόλου και ο διευθυντής φωτογραφίας Γουόλτερ Λάσαλι που κέρδισε το βραβείο φωτογραφίας ασπρόμαυρης ταινίας.

Ενδιαφέρον όμως σε ότι αφορά τον Φωτόπουλο και τα Όσκαρ,  προκαλεί και η σχέση του με μια άλλη ταινία, το «Αμέρικα ,Αμέρικα» του Ελία Καζάν. Αν κρίνουμε από τα λεγόμενα του ίδιου του Βασίλη  Φωτόπουλου, ανάμεσά τους υπήρξε μια μεγάλη «παρεξήγηση»: ο Βασίλης Φωτόπουλος έκανε και τα 75 σκηνικά της ταινίας του Ελία Καζάν «Αμέρικα ,Αμέρικα» (1962), μόνο που ο τελευταίος αφαίρεσε τελικά από τους τίτλους της ταινίας το όνομά του, παρά τους όρους που υπήρχαν στο συμβόλαιο. Κατά συνέπεια, στους τίτλους  παρέμεινε μόνον εκείνο του Αμερικανού Τζιν Κάλαχαν που είχε την επιμέλεια των σκηνικών αντικειμένων (props). Όταν ο Φωτόπουλος ρώτησε τον Καζάν γιατί το έκανε, εκείνος, πάντα σύμφωνα με τον σκηνογράφο, τον ρώτησε: «Μα ποιος θα πίστευε ότι αυτά τα σκηνικά έγιναν από ένα ελληνόπουλο;» Όλα αυτά φυσικά  θα είχαν ξεχασθεί αν το «Αμέρικα, Αμέρικα» δεν κέρδιζε το Όσκαρ καλλιτεχνικής διεύθυνσης – σκηνικών για ασπρόμαυρη ταινία. Και όμως κέρδισε και το βραβείο, δυστυχώς, δόθηκε μόνον στον Κάλαχαν.

Μάνος Χατζιδάκις (1925- 1994)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ καλύτερου τραγουδιού για την ταινία «Ποτέ την Κυριακή» (1960)

Ο Χατζιδάκις κέρδισε για το ομότιτλο τραγούδι, «Ποτέ την Κυριακή», γνωστό και ως «Τα παιδιά του Πειραιά», που όπως γνωρίζουμε τραγουδιέται ακόμη. Γνώμη μας είναι ότι αυτό το Όσκαρ ήταν η στοιχειώδης επιβράβευση για έναν τόσο σημαντικό δημιουργό και πως αν ο Χατζιδάκις εργαζόταν στην Δύση θα είχε κερδίσει πολλά περισσότερα. Πάντως ο Χατζιδάκις είχε γράψει την μουσική για πολλές ταινίες, ελληνικές και ξένες. Παραπάνω από 45  συνθέτουν την φιλμογραφία του. Ενδεικτικά, η «Στέλλα του Μιχάλη Κακογιάννη, το «Σουίτ Μούβι» του Ντούσαν Μακαβέγιεφ, ακόμα και ένα σπαγγέτι γουέστερν ,το «Μπλου» του Σίλβιο Ναριτσάνο.

Ολυμπία Δουκάκις ( 1939 – 2021 )

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ Β γυναικείου ρόλου για την ταινία «Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού» (1987)

Η εξαιρετική αυτή ηθοποιός του θεάτρου και του κινηματογράφου που γεννήθηκε στη Μασαχουσέτη, κέρδισε το Όσκαρ Β ρόλου έχοντας υποδυθεί την μητέρα της Σερ στην ρομαντική κομεντί του Νόρμαν Τζούισον «Κάτω από τη λάμψη του φεγγαριού». Η βράβευσή της, το 1988, συνέπεσε με την χρονιά που ο ξάδερφός της, Μάικλ Δουκάκις, κατέβαινε στις εκλογές για την Προεδρία της Αμερικής ως υποψήφιος των Δημοκρατικών. Το «Εντάξει Μάικλ, πάμε!» που αναφώνησε θέλοντας να στηρίξει την υποψηφιότητα του Δουκάκη έχει γράψει ιστορία στα Όσκαρ αν και τελικά ο Δουκάκις έχασε. Μέχρι τον θάνατό της η σχέση της Δουκάκις τόσο με την Ελλάδα όσο και με την ελληνική κοινότητα στις ΗΠΑ υπήρξε στενή και η ηθοποιός υπήρξε επίσης μέλος του ελληνοαμερικανικού ιδρύματος με έδρα τη Νέα Υόρκη.

Τζορτζ Μίλερ (1945 – )

Έξι υποψηφιότητες, ένα Όσκαρ κινουμένων σχεδίων για την ταινία «Happy feet» (2006)

Γεννημένος στην Τσιντσίλα του Κουίνσλαντ της Αυστραλίας, ο ελληνικής καταγωγής σκηνοθέτης, σεναριογράφος και πρώην γιατρός Τζορτζ Μίλερ είναι ο άνθρωπος που εμπνεύστηκε τον κινηματογραφικό ήρωα Μαντ Μαξ. Για την τέταρτη ταινία της σειράς, «Mad Max: O δρόμος της οργής» (2016) προτάθηκε για το Όσκαρ σκηνοθεσίας αλλά και ως παραγωγός αφού η ταινία διεκδίκησε και το καλύτερης ταινίας. Ηταν έκπληξη που ο Μίλερ κέρδισε τελικά το Όσκαρ κινουμένων σχεδίων για την ταινία «Happy feet» όπου πρωταγωνιστούν πιγκουίνοι αλλά έχει υπάρξει επίσης υποψήφιος για το σενάριο και την παραγωγή της ταινίας «Μπέημπ, το ζωηρό γουρουνάκι», όπως επίσης για το σενάριο του δράματος «Λορέντζο» το οποίο συνυπέγραψε με τον Νικ Ενράιτ.

Θέωνη Βαχλιώτη Όλντριτς (1922- 2014)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ κοστουμιών για την ταινία  «Ο Υπέροχος Γκάτσμπι» (1974)

Η Θεσσαλονικιά Βαχλιώτη Όλντριτς ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο το 1960 και απέσπασε την μοναδική της υποψηφιότητα για το Όσκαρ κοστουμιών της κινηματογραφικής μεταφοράς του σημαντικού μυθιστορήματος του Φ. Σκοτ Φιτζέραλντ «Ο μεγάλος Γκάτσμπι» του Τζακ Κλέιτον με τον Ρόμπερτ Ρέντφορντ στον ρόλο του τίτλου. Η Όλντριτς έκτισε μια αξιοθαύμαστη καριέρα δουλεύοντας σε ταινίες όπως οι «Το δίκτυο» του Σίντνεϊ Λιούμετ, «Τα μάτια της Λόρα Μαρς» του Ερβιν Κέρσνερ, «Κάτω από την λάμψη του φεγγαριού» του Νόρμαν Τζούισον και «Ο Καθρέφτης έχει δυο πρόσωπα» της Μπάρμπρα Στράιζαντ.

Αλεξάντρ Ντεσπλά (1961 – )

Eντεκα υποψηφιότητες, δύο Όσκαρ μουσικής για τις ταινίες «Ξενοδοχείο Grand Budapest» (2014) και «Η μορφή του νερού» (2017)

REUTERS/Danny Moloshok

Οι γονείς του Αλεξάντρ Ντεσπλά συναντήθηκαν στην Αμερική ως σπουδαστές στο πανεπιστήμιο Μπέρκλεϊ της Καλιφόρνια. Εκεί παντρεύτηκαν αλλά λίγο αργότερα μετακόμισαν στην Γαλλία, την χώρα καταγωγής του πατέρα του, όπου ο ίδιος Αλεξάντρ Ντεσπλά γεννήθηκε. Χώρα καταγωγής της μητέρας του ήταν η Ελλάδα (γεννήθηκε στο Βόλο). Από τους πιο καταξιωμένους μουσικοσυνθέτες του κινηματογράφου των τελευταίων 20 χρόνων ο Ντεσπλά έχει επίσης προταθεί για το Όσκαρ μουσικής των ταινιών «Η βασίλισσα» (2006), «Η απίστευτη ιστορία του Μπέντζαμιν Μπάτον» (2008), «Ο απίθανος κύριος Φοξ» (2009), «Ο λόγος του βασιλιά» (2010), «Επιχείρηση Αργώ» (2012), «Φιλομένα» (2013), «Το παιχνίδι της μίμησης» (2014 – την ίδια χρονιά που κέρδισε για το «Ξενοδοχείο Grand Budapest» είχε διπλή υποψηφιότητα), «Το νησί των σκύλων» (2018) και «Μικρές κυρίες» (2019).

Αλεξάντερ Πέιν (1961 – )

Eπτά υποψηφιότητες, δύο Όσκαρ σεναρίου βασισμένου σε ξένο υλικό για τις ταινίες «Πλαγίως» (2004) και «Οι απόγονοι» (2011)

REUTERS/Isabel Infantes

Το 2000 με την δεύτερη κιόλας ταινία του «Σκάνδαλα στα θρανία», ο γεννημένος στην Όμαχα της Νεμπράσκα Αλέξανδρος Παπαδόπουλος όπως είναι το πραγματικό όνομα του σκηνοθέτη και σεναριογράφου Αλεξάντερ Πέιν (γιος Ελλήνων εστιατόρων) προτάθηκε για πρώτη φορά για το Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου μαζί με τον Τζιμ Τέιλορ. Πέντε χρόνια αργότερα, συνυποψήφιος και πάλι με τον Τέιλορ ο Πέιν θα κέρδιζε το βραβείο στη κατηγορία του διασκευασμένου σεναρίου για το «Πλαγίως», ταινία για την οποία είχε διπλή υποψηφιότητα και ως σκηνοθέτης. Το 2012, ένα δεύτερο Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου θα το μοιραζόταν με τους Νατ Φάξτον και Τζιμ Ρας για τους «Απογόνους», ταινία για την οποία ο Πέιν είχε τρεις υποψηφιότητες μαζί με την σκηνοθεσία και την παραγωγή της αφού οι «Απόγονοι» προτάθηκαν και για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας. Μια ακόμα υποψηφιότητα στην κατηγορία της καλύτερης σκηνοθεσίας θα ακολουθούσε για την «Νεμπράσκα» το 2014.

Λούι Ψυχογιός (1957 -)

Μια υποψηφιότητα, ένα Όσκαρ ντοκιμαντέρ για τον «Όρμο» (2009)

Γιος Έλληνα μετανάστη της Αμερικής τα χρόνια μετά τον Εμφύλιο,  ο Λούις Ψυχογιός γεννήθηκε στο Ντουμπούκ της Αϊοβα και μετέτρεψε σε επάγγελμα την μεγάλη αγάπη που είχε από νωρίς για την φωτογραφία. Έντυπα όπως τα «Τime», «Νewsweek», «Fortune» και «Sports Ιllustrated» είχαν φιλοξενήσει φωτογραφίες του πριν την ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο και το ντοκιμαντέρ. Ο Ψυχογιός κέρδισε το Όσκαρ καλύτερου ντοκιμαντέρ για το «Όρμο», που μάλιστα είναι το πρώτο του, μια σημαντική οικολογική δημιουργία που καταγράφει την μαζική εξόντωση δελφινιών στην Ιαπωνία. Οι οικολογικές ανησυχίες του Ψυχογιού καλύπτουν όλο το φάσμα του έργου του με ταινίες όπως «Ραγδαίος αφανισμός» (2015) και «Αποστολή: Χαρά – Βρίσκοντας την ευτυχία σε ταραγμένους καιρούς» (2021).

Δεν το κέρδισαν αλλά ήταν εκεί

Μιχάλης Κακογιάννης (1922-2011)

Τρεις υποψηφιότητες για τον «Αλέξη Ζορμπά», αλλά κανένα βραβείο. Η ταινία ήταν υποψήφια για το Όσκαρ καλύτερης ταινίας (ο Κακογιάννης ήταν παραγωγός), σκηνοθεσίας και διασκευασμένου σεναρίου. Σημειώνουμε ότι δυο ακόμα ταινίες του Κακογιάννη, η «Ηλέκτρα» (1962) και η «Ιφιγένεια» (1977) διεκδίκησαν το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας.

Βασίλης Γεωργιάδης (1921-2000)

Ο ίδιος δεν κέρδισε ποτέ υποψηφιότητα, αλλά δυο ταινίες του, οι «Κόκκινα φανάρια» (1963) και «Το χώμα βάφτηκε κόκκινο» (1965) διεκδίκησαν το Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης παραγωγής. Τα «Κόκκινα φανάρια» έχασαν από το «8 ½» του Φεντερίκο Φελίνι και το «Χώμα βάφτηκε κόκκινο» από την τσέχικη ταινία «Το μαγαζάκι της κεντρικής οδού» των Γιαν Καντάρ, Ελμαρ Κλος.

Μελίνα Μερκούρη (1920 -1994)

Αν είχε κερδίσει το βραβείο καλύτερου Α’ γυναικείου ρόλου για το «Ποτέ την Κυριακή» θα είχε «νικήσει» την Λιζ Τέιλορ, την Γκριρ Γκάρσον, την Σίρλεϊ Μακ Λέιν και την Ντέμπορα Κερ. Η τύχη όμως έλαμψε για την Τέιλορ («Butterfield 8»). Παραμένει η μοναδική Ελληνίδα ηθοποιός που έχει διεκδικήσει το βραβείο σε αυτήν την κατηγορία. Στους άντρες δεν το έχει διεκδικήσει κανένας.

Ντένη Βαχλιώτη (1922- 2014)

Γεννημένη στην Αθήνα, η Ντένη Βαχλιώτη προτάθηκε δύο φορές για το Όσκαρ καλύτερων κοστουμιών σε ασπρόμαυρη ταινία και τις δύο με σκηνοθέτη τον Ζιλ Ντασέν και πρωταγωνίστρια την Μελίνα Μερκούρη: «Ποτέ την Κυριακή» (1960) και «Φαίδρα» (1962).

Τέλι Σαβάλας (1922-1994)

Πολύ πριν γίνει τηλεστάρ με τον «Κότζακ», το «κεφάλι που γυαλίζει» κέρδισε την μοναδική υποψηφιότητά του για Όσκαρ (στην κατηγορία του Β ρόλου) έχοντας υποδυθεί έναν κατάδικο δίπλα στον Μπαρτ Λάνκαστερ, στην ταινία «Ο βαρυποινίτης του Αλκατράζ» (1962) του Τζον Φρανκενχάιμερ.

Τζον Κασαβέτις (1929-1989)

Σπουδαίος καλλιτέχνης και εντελώς «αντι-Όσκαρ» προσωπικότητα. Ωστόσο, όχι απλώς είχε προταθεί τρεις φορές για Όσκαρ αλλά και σε τρεις διαφορετικές κατηγορίες! Σκηνοθεσίας για το «Μια γυναίκα εξομολογείται» (1974), πρωτότυπου σεναρίου για τα «Πρόσωπα» (1968) και β’ ανδρικού ρόλου για το «Και οι 12 ήσαν καθάρματα» (1967).

Κρις Σαράντον (1942- )

Γιός Ελλήνων μεταναστών στην Δυτική Βιρτζίνια των ΗΠΑ όπου γεννήθηκε (το επώνυμό του είναι Σανραντονίδης) ο Κρις Σαράντον, σύζυγος από το 1967 ως το 1979 της ηθοποιού Σούζαν Σαράντον, προτάθηκε για το Όσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου έχοντας παίξει τον ομοφυλόφιλο εραστή του ήρωα του Αλ Πατσίνο στην κλασική ταινία της δεκαετίας του 1970, «Σκυλίσια μέρα» (1976) του Σίντνεϊ Λουμέτ.

Νία Βαρντάλος (1962- )

H Toύλα Πορτοκάλος, η ηρωίδα που για τον «Γάμο α λά ελληνικά» (2002) έπλασε η γεννημένη στον Καναδά από Ελληνες μετανάστες Βαρντάλος, παραμένει η διασημότερη στην καριέρα της αλλά και εκείνη που τελικά έγινε «σκιά» της με μέτριες συνέχειες.  Ωστόσο την οδήγησε στις υποψηφιότητες για το Όσκαρ πρωτότυπου σεναρίου.

Νίκολας Καζάν (1945-)

Γιός του σκηνοθέτη Ελία Καζάν, γεννήθηκε στη Νέα Υόρκη και έχει ασχοληθεί κυρίως με το σενάριο. Προτάθηκε για το Όσκαρ διασκευασμένου σεναρίου το 1991 για την ταινία του Μπαρμπέτ Σρέντερ «Το γύρισμα της τύχης» για την οποία ο Τζέρεμι Αϊρονς βραβεύθηκε με το Όσκαρ Α’ ανδρικού ρόλου.

Φαίδων Παπαμιχαήλ (1962 – )

Εξαίσιος διευθυντής φωτογραφίας, γιός του σκηνογράφου Φαίδωνα Παπαμιχαήλ, ο γεννημένος στην Αθήνα Φαίδων Παπαμιχαήλ άρχισε να ασχολείται με την κινηματογραφική φωτογραφία το 1983 όταν  εγκαταστάθηκε στη Νέα Υόρκη μετά τις σπουδές του στην Γερμανία. Οι δυο υποψηφιότητές του είναι για την φωτογραφία των ταινιών «Νεμπράσκα» (2013) και «Η δίκη των 7 του Σικάγου» (2021)

Γιώργος Λαμπρινός (1977 – )

Ο Γιώργος Λαμπρινός και ο υποψήφιος φέτος Γιώργος Μαυροψαρίδη, είναι οι μοναδικοί Ελληνες μοντέρ που έχουν κερδίσει υποψηφιότητα για Όσκαρ σε αυτήν την κατηγορία. Ο Λαμπρινός, γιός του σκηνοθέτη Φώτου Λαμπρινού διεκδίκησε το Όσκαρ για τον «Πατέρα» (2020) του Φλόριαν Ζέλερ, ταινία για την οποία ο σερ Αντονι Χόπκινς κέρδισε το δεύτερό του Όσκαρ Α ανδρικού ρόλου.

Δάφνη Μαζαράκη – σκηνοθέτρια. Η μικρού μήκους ταινία ντοκιμαντέρ της «4.1 miles» (2016) ήταν υποψήφια.

Χριστίνα Λαζαρίδη – σκηνοθέτρια. Η μικρού μήκους ταινία μυθοπλασίας της «One day crossing» (2000) ήταν υποψήφια.

Νίκος Καλαϊτζίδης – διεκδίκησε το Όσκαρ οπτικών εφέ για την ταινία «Free guy» (2021)

Άνθρωποι του κινηματογράφου που επίσης αξίζει να αναφερθούν   είναι η ελληνικής καταγωγής Βελγίδα σκηνοθέτρια Ανιές Βαρντά («Faces places»), ο ελληνικής καταγωγής Αμερικανός παραγωγός  Αντονι Κατάγκας («12 χρόνια σκλάβος»), η ελληνικής καταγωγής ενδυματολόγοι Πατρίσα Φιλντ («Ο διάβολος φορά Prada») και Μέρι Ζόφρες («Αληθινό θράσος», «La La land», «The ballad of Buster Scruggs», «Babylon»), oι ελληνικής καταγωγής μουσικοί  Σουφτζάν Στίβενς («Να με φωνάζεις με το όνομά σου») και Μάρκο Μπελτράμι («The hurt locker») και η ελληνικής καταγωγής Αμερικανίδα ηχολήπτρια Μίλντρεντ Ιατρού («La La land», «First man»).