Μέχρι και το τέλος της ζωής του ήταν πνευματικά δραστήριος, επιδραστικός και παρεμβατικός. Έγραφε βιβλία, έδινε συνεντεύξεις και άρθρα. Μία από τις πλέον αμφιλεγόμενες φυσιογνωμίες στη διεθνή σκηνή τα τελευταία τουλάχιστον 60 χρόνια, ο Χένρι Κίσινγκερ (Henry Kissinger)επηρέασε όσο πολύ λίγοι τη μοίρα του κόσμου.

Μπορεί να διετέλεσε για σχεδόν μια δεκαετία σύμβουλος εθνικής ασφάλειας των ΗΠΑ και υπουργός Εξωτερικών επί προεδρίας Ρίτσαρντ Νίξον και Τζέραλντ Φορντ στο απόγειο του Ψυχρού Πολέμου, όμως ακόμη κι όταν αποχώρησε από τα αυτά τα πόστα, είχε λόγο στα πράγματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι δεν υπήρξε ούτε ένας Αμερικανός πρόεδρος -ακόμη και ο Ντόναλντ Τραμπ– που να μην τον είχε κάποια στιγμή καλέσει στον Λευκό Οίκο για να τον συμβουλευτεί.

Κάθε φράση του αναλύθηκε όσο κανενός άλλου διπλωμάτη στον κόσμο και κάθε ταξίδι που έκανε είχε ιδιαίτερη βαρύτητα. Ήταν αυτός άλλωστε ο οποίος καθιέρωσε τη λεγόμενη «shuttle diplomacy», δηλαδή τη μετακίνηση διπλωματών, των οποίων οι ηγέτες αρνούνται να μιλήσουν απευθείας μεταξύ τους, με στόχο την διευθέτηση διαφωνιών.

O «αρχιτέκτονας» της αμερικανικής ρεαλπολιτίκ

Το όνομά του συνδέθηκε για πάντα με την απεμπλοκή από τον πόλεμο στο Βιετνάμ, την αποκατάσταση των διπλωματικών σχέσεων με την Κίνα και την πρώην Σοβιετική Ένωση, αλλά και την πρώτη απόπειρα ειρήνης μετά τον πόλεμο του Γιομ Κιπούρ στο Ισραήλ. Κυρίως όμως, έγινε συνώνυμο με τη ρεάλ πολιτίκ στην εξωτερική των ΗΠΑ.

Την πολιτική εκείνη που δίνει έμφαση σε μια ρεαλιστική προσέγγιση των διεθνών σχέσεων αλλά και προτεραιότητα στην επιδίωξη του εθνικού συμφέροντος έναντι των ιδεολογικών αξιών. Οι επικριτές ωστόσο αυτής της «φιλοσοφίας» επισημαίνουν ότι εξαιτίας της, ο Κίσινγκερ οδήγησε τη χώρα πολλές φορές σε συμβιβασμούς και άλλοτε σε αμφιλεγόμενες αποφάσεις, όπως τη στήριξη στο όνομα του Ψυχρού Πολέμου πολλών δικτατορικών καθεστώτων στον κόσμο, μεταξύ των οποίων της Χιλής και της Ελλάδας. Εξ ου και χαρακτηρίστηκε ως «σύμμαχος του διαβόλου», ως ένας άλλος «Μακιαβέλλι».

Ο «καουμπόης» που εξόργισε τον Νίξον

Ο Κίσινγκερ είχε μια κυνική άποψη για την κατάχρηση της εξουσίας. Κάποτε είχε πει αστειευόμενος: «Το παράνομο το κάνουμε αμέσως. Το αντισυνταγματικό παίρνει λίγο περισσότερο χρόνο». Σε συνέντευξή του στην Ιταλίδα δημοσιογράφο Οριάνα Φαλάτσι, περιέγραφε περήφανα τον εαυτό του ως «καουμπόη», κάτι που είχε εξοργίσει τον πρόεδρο Νίξον, ο οποίος φέρεται να μην του μιλούσε για εβδομάδες.

Οι απόψεις του αυτές, τον εμπόδισαν να συνεχίσει την καριέρα του στον Λευκό Οίκο. Μπορεί να παρέμεινε υπουργός Εξωτερικών υπό τον Φορντ όταν ο Νίξον παραιτήθηκε υπό το βάρος του σκανδάλου Γουότεργκεϊτ -η ανάμειξή του Κίσινγκερ στις υποκλοπές είναι γνωστή- όμως όταν ο Φορντ έχασε τις εκλογές από τον Τζίμι Κάρτερ το 1976, η διάθεση είχε αλλάξει. Ο νέος πρόεδρος ήθελε όχι μόνο νέους συμβούλους, αλλά μια εξωτερική πολιτική βασισμένη στην ηθική.