Ως «πολύ σοβαρό και ντροπιαστικό διπλωματικό ρήγμα» χαρακτηρίζει στο ΒΗΜΑ το διπλωματικό επεισόδιο που προκάλεσε ο Ρίσι Σούνακ, ακυρώνοντας τη συνάντησή του με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, ο αντιπρόεδρος της Βρετανικής Επιτροπής για τον Επαναπατρισμό των Μαρμάρων του Παρθενώνα, καθηγητής Πολ Κάρτλετζ, εκτιμώντας ότι ο βρετανός πρωθυπουργός προέβη σε αυτή την ενέργεια, επειδή ο Έλληνας ομόλογός του «συνάντησε πρώτα» τον αρχηγό των Εργατικών, Κιρ Στάρμερ.

Βρίσκει «αρκετά λογικό» το ότι πριν καν φτάσει στη Βρετανία, ο κύριος Μητσοτάκης «είχε ξεκαθαρίσει» ότι θα έθιγε το ζήτημα των Γλυπτών με τον κύριο Σούνακ, ενώ την ίδια στιγμή, ο κύριος Κάρτλετζ χαρακτηρίζει «ατυχές λάθος» το ότι στη συνέντευξη που παραχώρησε στο BBC ο Έλληνας Πρωθυπουργός «έμοιαζε σαν τα Γλυπτά να ήταν για εκείνον ένα τόσο σημαντικό θέμα, όσο το Ισραήλ, η Ουκρανία, η Τουρκία, η Κίνα».

Τι συνέβη πραγματικά, κύριε Κάρτλετζ ; Ποιος προσβλήθηκε και γιατί από την πλευρά της βρετανικής κυβέρνησης κι οδηγηθήκαμε στη σημερινή διπλωματική κρίση;

Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω, αλλά εικάζω δύο πράγματα. Αφενός, ο πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ προσβλήθηκε από τη συνάντηση του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη πρώτα με τον αρχηγό της αντιπολίτευσης και όχι μαζί του. Αφετέρου, ο κύριος Σούνακ ηγείται μιας δεξιάς εθνικιστικής κυβέρνησης, η οποία αυτή τη στιγμή βρίσκεται πολύ πίσω από το Εργατικό Κόμμα στις δημοσκοπήσεις. Ακυρώνοντας τη συνάντηση, ο κύριος Σούνακ χρησιμοποιεί το ζήτημα των Γλυπτών για να καταφέρει πολιτικό πλεονέκτημα.

Η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου επομένως δεν είναι τόσο απόλυτη ως προς το status quo των Γλυπτών του Παρθενώνα, που κάθε αντίθετη άποψη να μπορεί να προκαλέσει διπλωματικούς κραδασμούς;

Και ναι και όχι. Ναι, γιατί η εθνικιστική και συντηρητική υποστήριξη της διατήρησης των Γλυπτών του Παρθενώνα από την κυβέρνηση είναι απόλυτη και ακλόνητη. Όχι, γιατί δεν είναι το θέμα των Γλυπτών από μόνο του που προκάλεσε το πολύ σοβαρό και ντροπιαστικό διπλωματικό ρήγμα.

Ήταν, πιστεύετε, λάθος που ο Έλληνας πρωθυπουργός έθεσε, όπως το έθεσε, ξανά το θέμα των Γλυπτών στο BBC;

Και πάλι και ναι και όχι. Όχι, καθώς πριν καν φτάσει στη Βρετανία, την περασμένη Παρασκευή, είχε ξεκαθαρίσει ότι θα έθιγε το ζήτημα των Γλυπτών με τον κύριο Σούνακ – αλλά όχι ως το κύριο θέμα. Αυτό ήταν σίγουρα αρκετά λογικό. Ναι, επειδή στη συνέντευξη που έδωσε στον πολιτικό συντάκτη του BBC, Κρις Μέισον, δυστυχώς έμοιαζε σαν τα Γλυπτά να ήταν για εκείνον ένα τόσο σημαντικό θέμα όσο το Ισραήλ, η Ουκρανία, η Τουρκία, η Κίνα. Αυτό ήταν ένα ατυχές λάθος.

Ο αρχηγός του Εργατικού Κόμματος επανέλαβε ότι δεν θα ήταν κατά του επαναπατρισμού των Γλυπτών. Πιστεύετε ότι αυτό μπορεί όντως να συμβεί με την κυβέρνηση των Εργατικών;

Θα μπορούσε να συμβεί, αν και από τώρα φαίνεται πολύ απίθανο μια Κυβέρνηση των Εργατικών, υπό την ηγεσία του Στάρμερ, να δώσει στο ζήτημα της επανένωσης των Γλυπτών αρκετό χρόνο ή νομοθετική προτεραιότητα.

Πηγές του Βρετανικού Μουσείου ανέφεραν πως η διπλωματική και επικοινωνιακή κόντρα που ξέσπασε «δεν πρόκειται να επηρεάσει την εξέλιξη των συζητήσεων». Παρόλα αυτά, διευκρινίστηκε, από πλευράς Μουσείου, ότι η θέση του «παραμένει αμετάβλητη (…)Πιστεύουμε πως μια μακροχρόνια συνεργασία αυτού του είδους (δανεισμός Γλυπτών) θα επιτύχει τη σωστή ισορροπία έτσι ώστε αφενός να μοιραζόμαστε τα σπουδαιότερα αντικείμενά μας με κοινό σε όλο τον κόσμο και αφετέρου να διαφυλάξουμε την ακεραιότητα της μοναδικής συλλογής που διαθέτουμε στο μουσείο». Επομένως, επί της ουσίας δεν αλλάζει κάτι, παρόλες τις «τυμπανοκρουσίες» ότι το Μουσείο «χαλαρώνει» και αφήνει «χαραμάδα» για την επιστροφή των Γλυπτών;

Nομίζω ότι μάλλον έχετε δίκιο. Ναι, επίσημα οι διαπραγματεύσεις μεταξύ του κυρίου Όσμπορν, εκ μέρους του Bρετανικού Mουσείου, και της «ελληνικής πλευράς» -δεν είμαι σίγουρος με ποιον ακριβώς διαπραγματεύεται ο πρόεδρος των διαχειριστών του Βρετανικού Μουσείου- συνεχίζονται ακόμη, μολονότι η αντιπαράθεση μεταξύ του κ. Σουνάκ και του κ. Μητσοτάκη δεν θα έχουν βοηθήσει. Και, απ’ όσο γνωρίζω, η υπόθεση του Bρετανικού Mουσείου είναι αυτό που φαίνεται να ήταν εδώ και αρκετό καιρό.

Δηλαδή;

Κάποιου είδους «δάνειο», με αντάλλαγμα ελληνικά «δώρα». Ήτοι, δάνεια από την Ελλάδα στο Bρετανικό Mουσείο.