Γέννημα θρέμμα του ΠΑΣΟΚ αλλά και του ΕΣΥ η καταξιωμένη καρδιολόγος και υποψήφια στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας του κόμματος Αγάθη – Ρόζα Βρεττού, είναι αναπληρώτρια γραμματέας του Τομέα Υγείας ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής. Από τα στελέχη του κόμματος που γνωρίζουν όσο λίγοι τα πραγματικά προβλήματα ενός συστήματος υγείας που δοκιμάσθηκε στα χρόνια της πανδημίας και η προοπτική του οποίου βρίσκεται σήμερα στην ατζέντα της προεκλογικής αντιπαράθεσης.

Η ίδια καταθέτει το πλαίσιο για μια «νέα αναγέννηση του δημόσιου συστήματος υγείας» και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου προειδοποιώντας ότι η σκληρή –και όχι εικονική- πραγματικότητα στα δημόσια νοσοκομεία και τις δομές του συστήματος με τις «λίστες της ντροπής» στα χειρουργεία, την υποστελέχωση σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, την έλλειψη κρίσιμων ειδικοτήτων κλπ., πιστοποιεί ότι έχει ξεπεραστεί κάθε όριο αντοχής και ανοχής.

Όπως τονίζει στην συνέντευξη που παραχώρησε στο «Βήμα», οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ χρειάζονται σημαντική βελτίωση των αποδοχών, κίνητρα εξέλιξης, εργασιακή σταθερότητα, διαφάνεια, αλλαγή των ενδονοσοκομειακών συνθηκών «που έχουν καταστεί ένα τεράστιο άχθος για όλους», ενώ διαπιστώνει ότι οι ενέργειες που έγιναν στη διάρκεια της τετραετούς διακυβέρνησης της ΝΔ «αποδεικνύουν πως όλες οι όψιμες δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού για το ΕΣΥ αποτελούν ένα προεκλογικό, μετέωρο και αναληθές τέχνασμα».

Υποψήφια με το ΠαΣοΚ και ιατρός καρδιολόγος στο ΕΣΥ. Ποιο από τα δυο σας ελκύει περισσότερο ή για να το θέσουμε διαφορετικά: ποιοι λόγοι σας οδήγησαν στην απόφασή σας να περάσετε από την μάχιμη ιατρική στην ενεργό πολιτική δράση;

Αποτέλεσε καταλυτικό στοιχείο για μένα η σημερινή πραγματικότητα  του δημόσιου συστήματος υγείας το οποίο υπηρετώ μεγάλο διάστημα. Όλοι όσοι εργαζόμαστε στο ΕΣΥ παρακολουθούμε τα συσσωρευμένα προβλήματα του συστήματος τα οποία καταλήγουν με τρόπο πολύ αρνητικό στους ασθενείς αλλά και σε όλους όσους δουλεύουν στο σύστημα υγείας. Επιπλέον ερχόμαστε αντιμέτωποι με όρια και ανίκητα εμπόδια στην καθημερινή άσκηση του έργου μας. Αυτά ακριβώς τα όρια είναι αδύνατο πολλές φορές να τα υπερβούμε παρά την τεράστια προσπάθεια που επενδύουμε σε αυτό. Έχει επομένως πολλή μεγάλη σημασία για όλους τους ανθρώπους στον τόπο μας η δημιουργία ενός νέου δημόσιου εθνικού συστήματος υγείας. Το ΠΑΣΟΚ προσφέρει το πολιτικό περιβάλλον για την πρόταση αλλά και για την πολιτική δράση πραγματοποίησης αυτού του οράματος.

Όλοι ομνύουν στην αναγκαιότητα του ΕΣΥ το οποίο είναι ταυτισμένο με το ΠαΣοΚ. Ο Πρωθυπουργός είπε προσφάτως ότι η αναβάθμισή του αποτελεί προσωπικό του στοίχημα. Σας πείθει;

Παρακολουθώ σχεδόν καθημερινά τις δηλώσεις του Πρωθυπουργού και των στελεχών του χώρου της υγείας της ΝΔ. Είναι σα να παρουσιάζουν μια  άλλη πραγματικότητα,  κραυγαλέα αντίθετη από αυτή του συστήματος υγείας σήμερα, της ενδονοσοκομειακής αλλά και εξωνοσοκομειακής ζωής των ασθενών και των συγγενών τους και όλων όσων εργάζονται στο σύστημα υγείας. Ας εξετάσουμε τι συνέβη στα 4 αυτά χρόνια διακυβέρνησης από τη ΝΔ: Πριν από την πανδημία το ΕΣΥ ήταν αόρατο για την κυβέρνηση. Στη διάρκεια της πανδημίας τα νοσοκομεία οργανώθηκαν σε πολύ μεγάλο βαθμό με εσωτερική ανακατανομή εργαζομένων και πόρων – στην κυριολεξία με αυτό-οργάνωση. Οι προσλήψεις προσωπικού στη διάρκεια της πανδημίας, τις οποίες η κυβέρνηση προβάλλει , αφορούσαν μόνο την κάλυψη περιορισμένων επειγουσών αναγκών και μάλιστα με περιορισμένου χρόνου  – και επομένως εξαιρετικά  ανασφαλείς – συμβάσεις γιατρών και νοσηλευτών. Οι νέες κλίνες ΜΕΘ που δημιουργήθηκαν μέσα στην πανδημία  στελεχώθηκαν  με το ήδη υπάρχον υγειονομικό προσωπικό. Το γεγονός αυτό από μόνο του καταδεικνύει πως η κυβέρνηση της ΝΔ αντιμετώπισε σαν απλή διοικητική πράξη τη συγκρότηση τόσο πολύπλοκων και απαιτητικών επιστημονικά, κλινικά και νοσηλευτικά τμημάτων όπως οι Μονάδες Εντατικής Θεραπείας.

Άρα η ΝΔ δεν θέλει να ενισχύσει τον δημόσιο χαρακτήρα του ΕΣΥ;

Ο πρόσφατος νόμος για την άσκηση ιδιωτικού έργου από τους γιατρούς του ΕΣΥ στην πραγματικότητα συνιστά αποδόμηση του δημόσιου χαρακτήρα του ΕΣΥ. Δε φαίνεται να  επιλύει  το οικονομικό ζήτημα των χαμηλών αμοιβών του συνόλου των  γιατρών που υπηρετούν στο ΕΣΥ. Δεδομένης της υποστελέχωσης σε όλο το φάσμα του ΕΣΥ, οι γιατροί  παράγουν ήδη σημαντικό κλινικό έργο σε συνεχή εξουθενωτικά ωράρια εργασίας. Αυτό από μόνο του καθιστά στην πραγματικότητα πολύ δύσκολη την προσθήκη άσκησης και ιδιωτικού έργου. Θα ήθελα να υπενθυμίσω πως η αυτοδύναμη κυβέρνηση της ΝΔ 1990-1993 με το νόμο Σούρλα το 1992 εισήγαγε ακριβώς το ίδιο μέτρο το οποίο κατέληξε σε εκκωφαντική αποτυχία: μόνο 400 γιατροί σε όλη την Ελλάδα επέλεξαν το μικτό τρόπο απασχόλησης. Επιπλέον η ΝΔ δεν απασχολήθηκε καθόλου με όλους τους άλλους εργαζόμενους που αποτελούν την καρδιά του συστήματος υγείας  δηλαδή  νοσηλευτές, άλλους επιστήμονες συναφών αντικειμένων, τεχνολόγους, τραυματιοφορείς. Οι εργαζόμενοι στο ΕΣΥ χρειάζονται σημαντική βελτίωση των αποδοχών, κίνητρα εξέλιξης, εργασιακή σταθερότητα,  διαφάνεια, αλλαγή τελικά των ενδονοσοκομειακών συνθηκών που έχουν καταστεί ένα τεράστιο άχθος για όλους. Οι ενέργειες σε όλη τη διάρκεια της τετραετούς διακυβέρνησης αποδεικνύουν πως όλες οι όψιμες δεσμεύσεις του Πρωθυπουργού για το ΕΣΥ αποτελούν ένα προεκλογικό, μετέωρο και αναληθές τέχνασμα.

Η αλήθεια είναι ότι το ΕΣΥ βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα λόγω της πανδημίας. Από την μια κλήθηκε να σηκώσει στις πλάτες του την πρωτόγνωρη αυτή υγειονομική κρίση ενώ ταυτόχρονα ήρθαν στην επιφάνεια τα διαχρονικά κενά και τα προβλήματα που αντιμετωπίζει. Υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης ή το δημόσιο σύστημα υγείας έχει εξαντλήσει τα περιθώριά του;

H θεμελίωση του ΕΣΥ, ενός ισχυρού δημόσιου συστήματος υγείας, το 1983 ως έργο της πρώτης κυβέρνησης του ΠΑΣΟΚ ανταποκρίθηκε σε ένα γενικευμένο κοινωνικό αίτημα ισότιμης, χωρίς διακρίσεις, πρόσβασης των ανθρώπων στο σύστημα υγείας. Από τότε έχουμε διανύσει 4 δεκαετίες, έχουν μεσολαβήσει κοινωνικοί και οικονομικοί μετασχηματισμοί οι οποίοι έχουν δημιουργήσει καινούριες ανισότητες. Αντίστοιχα το σύστημα υγείας δεν έχει υποστεί καμία ουσιώδη μεταρρύθμιση, ενώ όλα τα νέα ιατροτεχνολογικά επιτεύγματα θα πρέπει μέσα από ένα αυστηρό πλαίσιο να φτάνουν στους ασθενείς μας.  Απαιτείται επομένως μία νέα αναγέννηση του δημόσιου συστήματος υγείας που θα ανταποκρίνεται στις σύνθετες ανάγκες υγείας του πληθυσμού και η οποία θα επενδύσει μακροχρόνια και με ειλικρίνεια στο ανθρώπινο δυναμικό του συστήματος.

Η πραγματικότητα στα δημόσια νοσοκομεία και τις δομές του συστήματος είναι σκληρή: «λίστες της ντροπής» στα χειρουργεία, υποστελέχωση σε ιατρικό και νοσηλευτικό προσωπικό, έλλειψη κρίσιμων ειδικοτήτων ακόμα και σε παιδιατρικά νοσοκομεία ή στην περιφέρεια. Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο αυτό;

Η σημερινή αυτή κατάσταση  στο σύστημα υγείας έχει ξεπεράσει οποιοδήποτε όριο ανοχής. Έχει σημαντικές και αντιανθρώπινες επιπτώσεις σε όλους,  αυξάνει ανεξέλεγκτα τις ιδιωτικές δαπάνες των ανθρώπων που ασθενούν, οδηγεί σε εξουθένωση τους εργαζόμενους στο σύστημα. Αποτελεί συνεπώς ένα αναδυόμενο κοινωνικό αίτημα, η πλήρης, ριζική, αληθινή αναδημιουργία όλου του συστήματος υγείας με αξιοποίηση όλων των δεδομένων συναφών επιστημονικών πεδίων, με κριτήριο την ισότιμη πρόσβαση των ασθενών σε υψηλού επιπέδου υπηρεσίες υγείας. Αποτελεί ιδιαίτερο ζήτημα για το ΠΑΣΟΚ,  η πρόσβαση σε ένα ποιοτικό, δημόσιο σύστημα υγείας, ανθρώπων που προέρχονται από τα ασθενέστερα κοινωνικά και οικονομικά στρώματα, οι οποίοι συναντούν ποικίλα εμπόδια και αδιέξοδες καταστάσεις σε καθημερινή βάση.

Το κόμμα σας έχει κατηγορήσει την κυβέρνηση ότι με σειρά νομοθετικών πρωτοβουλιών της υπονόμευσε το ΕΣΥ και προβάλλει την ανάγκη αναγέννησής του. Ποιες είναι οι προτεραιότητες για την ενίσχυση του συστήματος Υγείας και σε ποιο χρονικό ορίζοντα βλέπετε εφικτή την υλοποίησή τους.

Κύριες  προτεραιότητες για μας στο ΠΑΣΟΚ αποτελούν αρχικά  όλα τα ζητήματα που αφορούν τους ανθρώπους που εργάζονται στο σύστημα σε όλες του τις θέσεις: η εκπαίδευση και επανεκπαίδευση, η δημιουργία συγκεκριμένων ευκαιριών εξέλιξης μέσα στο ίδιο το σύστημα, η πραγματική οικονομική αναβάθμιση, η κατάργηση της εργασιακής ανασφάλειας των βραχυχρόνιων συμβάσεων. Επιπλέον αποτελεί άμεση αναγκαιότητα η δημιουργία ενός  συστήματος αξιοκρατικών προσλήψεων μέσω ΑΣΕΠ όλων των διοικητών νοσοκομείων, υγειονομικών περιφερειών και οργανισμών, ώστε να σταματήσουν να αποτελούν οι θέσεις αυτές αντικείμενο κομματικών υποσχέσεων και μέσο αναπαραγωγής ενός κομματικού κατεστημένου και να στελεχωθούν με ανθρώπους που έχουν τις γνώσεις και την εμπειρία να διοικήσουν τόσο πολύπλοκους οργανισμούς. Τρίτη και κεντρική προτεραιότητα είναι ο νέος σχεδιασμός και η υλοποίησή του φυσικά – της κατανομής και του διοικητικού μοντέλου όλων των δομών υγείας  με βάση  κριτήρια νοσηρότητας και θνητότητας, πληθυσμιακά, γεωγραφικά και περιβαλλοντικά.

Κρίσιμο κομμάτι είναι η χρηματοδότηση. Ποια είναι η πρόταση του ΠαΣοΚ για το ζήτημα αυτό;

Βρισκόμαστε σήμερα σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία του ΟΟΣΑ σε μία από τις χαμηλότερες θέσεις σε ό,τι αφορά τη δημόσια δαπάνη για την  υγεία. Έχουμε πολύ συχνά επαναλάβει το τελευταίο διάστημα πως οι πόροι του ταμείου ανάκαμψης για την υγεία και τις κοινωνικές υποδομές θα πρέπει να φτάσουν το 10%  αντί για το 4,2% που επέλεξε  η κυβέρνηση της ΝΔ.  Επιπλέον προτείνουμε την άμεση αύξηση της χρηματοδότησης από τον Προϋπολογισμό ώστε σταδιακά να προσεγγίσουμε τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο. Ταυτόχρονα μπορεί να γίνει σημαντικά καλύτερη επένδυση των  πόρων για την υγεία με σειρά παρεμβάσεων οι οποίες σχετίζονται από τη μία πλευρά με τη μεθοδολογία εισαγωγής της βιοιατρικής τεχνολογίας στο σύστημα και από την άλλη με την αύξηση της αποτελεσματικότητας και της ποιότητας των παρεχόμενων υπηρεσιών.

Προ ημερών ο κ. Μητσοτάκης κατηγόρησε τον πρόεδρο του ΠαΣοΚ ότι «έχει προσωπική εμμονή μαζί του» και ότι «λέει πράγματα που δεν στέκουν» όσον αφορά το ποιος θα είναι πρωθυπουργός σε ένα ενδεχόμενο κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας, αναφερόμενος στο τρίτο πρόσωπο κοινής αποδοχής που έχει προτείνει ο κ. Ανδρουλάκης. Πώς το σχολιάζετε;

Ο Πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ Νίκος Ανδρουλάκης ανέδειξε όλες τις αδυναμίες της διακυβέρνησης του κ. Μητσοτάκη: το επιτελικό κράτος, το οποίο μετατράπηκε κράτος μιας παρέας, την απαξίωση των θεσμών όταν παίρνουν «άβολες» αποφάσεις, την καθημερινή αποσάθρωση του δημόσιου συστήματος υγείας και της δημόσιας εκπαίδευσης από τις υιοθετούμενες από τη ΝΔ πολιτικές. Επιπλέον ο κ. Ανδρουλάκης, το ΠΑΣΟΚ, ανέδειξε την ανάγκη να ιεραρχούνται οι συμφωνίες πάνω σε πολιτικά προγράμματα πάνω από τα πρόσωπα. Αυτό εισαγάγει μια νέα  αναβαθμισμένη πολιτική κουλτούρα που σίγουρα συναντά τις αντιστάσεις ενός ιδιαίτερα παραδοσιακού πολιτικού μοντέλου.

Αλλά και ο κ. Τσίπρας δεν διστάζει να ασκήσει κριτική στον πρόεδρό σας λέγοντας ότι «πουθενά στην Ευρώπη το τρίτο κόμμα δεν επιλέγει τον πρωθυπουργό σε μία κυβέρνηση συνεργασίας». Παρ’ όλα αυτά ποντάρει στο ΠαΣοΚ για προοδευτική κυβέρνηση. Τελικά Τι θα κάνετε αν και εφόσον τεθεί θέμα συνεργασίας σας;

Το ερώτημα αυτό αφορά κατά κύριο λόγο το κόμμα το οποίο θα έχει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και το οποίο θα πρέπει σε πραγματική βάση να αναζητήσει πολιτικές συγκλίσεις. Σε ό,τι αφορά εμάς στο ΠΑΣΟΚ, θα επιμείνουμε στα κύρια στοιχεία του προγράμματος μας – την ανασυγκρότηση του κράτους, τη διαφάνεια, την επέκταση του ΑΣΕΠ, την αναγέννηση του ΕΣΥ και της δημόσιας εκπαίδευσης. Πιστεύουμε πως αυτά αποτελούν το νέο όραμα της σοσιαλδημοκρατίας για τον τόπο μας με σκοπό  την ενοποίηση όλων των ανθρώπων  πάνω σε ένα νέο αίτημα ισότητας απέναντι στη δικαιοσύνη, στις οικονομικές απολαβές , στην υγεία,  στην εκπαίδευση.

Ο κ. Ανδρουλάκης χαρακτήρισε τον πρόεδρο του ΣΥΡΙΖΑ «τυμβωρύχο» του Ανδρέα Παπανδρέου, με τον κ. Τσίπρα να του αντιτείνει ότι «δεν είναι ιδιοκτήτης του Ανδρέα Παπανδρέου». Τελικά …σε ποιον ανήκει ο Ανδρέας;

Ο Ανδρέας Παπανδρέου ανήκει σε όλους τους ανθρώπους του τόπου μας, σε όλο τον λαό. Ο Ανδρέας Παπανδρέου είναι ο πολιτικός ο οποίος με μεγάλη και ειλικρινή ενσυναίσθηση  υλοποίησε το όραμα και το αίτημα μιας ολόκληρης κοινωνίας για κοινωνική δικαιοσύνη, ισότητα  και ευημερία όλων και κυρίαρχα των μη προνομιούχων. Ο κοινωνικός μετασχηματισμός που πέτυχε ο Ανδρέας Παπανδρέου με την πολιτική του ΠΑΣΟΚ, αποτελεί  συστατικό στοιχείο της ίδιας της δημοκρατίας στον τόπο μας. Και το σύγχρονο ΠΑΣΟΚ είναι μια οργανική συνέχεια του πρωταρχικού οράματος, αναπροσαρμοζόμενου στις σύγχρονες απαιτητικές και ολοένα μεταβαλλόμενες συνθήκες.