Η ενίσχυση του ΕΣΥ, ειδικά στην Θεσσαλονίκη, πρέπει να είναι η απόλυτη προτεραιότητα της Νέας κυβέρνησης.

Τα Νοσοκομεία και οι εργαζόμενοι σε αυτά βρίσκονται σε οριακή κατάσταση, με αποτέλεσμα οι παρεχόμενες υπηρεσίες υγείας να μην καλύπτουν τις ανάγκες των πολιτών.

Το ΕΣΥ εδώ και χρόνια είχε ανάγκη σημαντικών μεταρρυθμίσεων, όπως και ενίσχυσης με το αναγκαίο υγειονομικό προσωπικό, βελτίωσης των μισθών του και αύξησης της χρηματοδότησης. Η υπερδεκαετής οικονομική κρίση το αποδυνάμωσε ακόμη περισσότερο και η κυβέρνηση με τα τελευταία νομοθετήματα υπονόμευσε τον δημόσιο χαρακτήρα του.

Απαιτείται άμεσα η αλλαγή της ασκούμενης πολιτικής, που θα περιλαμβάνει:

  • Μεταρρυθμίσεις που θα ενισχύουν την παραγωγικότητά και ταυτόχρονα τον δημόσιο χαρακτήρα του.
  • Ισχυρή χρηματοδότηση με αξιοποίηση τουλάχιστον του 10%, των πόρων του Ταμείου Ανάκαμψης.
  • Τακτική χρηματοδότηση που θα υπερβαίνει τον μέσο όρο της χρηματοδότησης της ΕΕ.
  • Προσλήψεις υγειονομικού προσωπικού και ουσιαστική ενίσχυση των αποδοχών τους.
  • Ένταξη των εργαζομένων στο καθεστώς των βαρέων και ανθυγιεινών επαγγελμάτων.
  • Επανασχεδιασμός του υγειονομικού χάρτη της χώρας με βάση τις τοπικές και περιφερειακές ανάγκες.
  • Ανάπτυξη της Πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με ενίσχυση του δημόσιου τομέα και συντονισμό με τον ιδιωτικό, για να καλύπτονται οι υγειονομικές ανάγκες των πολιτών σε όλη την χώρα.

Ειδικά για την Θεσσαλονίκη, όπου η πανδημία αποκάλυψε τις ακόμη μεγαλύτερες αδυναμίες του, με την θνητότητα σύμφωνα με την έκθεση Τσιόδρα-Λύτρα, να είναι υψηλότερη κατά 40% αυτής του λεκανοπεδίου της Αττικής, απαιτείται και ένα έκτακτο σχέδιο πρόσθετης ενίσχυσής του.

Οι υποσχέσεις για την κατασκευή και λειτουργία του νέου ογκολογικού νοσοκομείου, παραμένουν χωρίς πρακτικό αντίκρισμα, η δε ακύρωση του διαγωνισμού για την κατασκευή του Παιδιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκης, με την χρηματοδότηση του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, αποκαλύπτει τις αβελτηρίες της κυβέρνησης.