Μέρος ορεινό, χρόνος απροσδιόριστος, ατμόσφαιρα δυστοπική. Βρισκόμαστε στο προπύργιο ενός κόσμου που χάνεται, σε ένα σκοτεινό χασάπικο, τακτοποιημένο αλλά ρημαγμένο. Σφαγμένα ζώα δεν υπάρχουν, οι γάντζοι απλώς κρέμονται ακίνητοι και πότε πότε αστράφτουν μες στην πηχτή εγκατάλειψη. Ένας άντρας, καθισμένος σε μια καρέκλα στην άκρη της σκηνής, είχε μεθύσει και τώρα παραμιλά στον δύσκολο ύπνο του. Ο Τζοχν Ντάνιελ (Αργύρης Ξάφης) παραμιλά σε μια γλώσσα αρχέγονη, αλλοτινή και ακατάληπτη, στην κόψη, θαρρείς, ονείρου και εφιάλτη. Η Νόνι (Δέσποινα Κούρτη), η γυναίκα του, δεν αργεί να εμφανιστεί. Και όταν αντιληφθούν ότι, από αέρος, συνεχίζονται οι στρατιωτικές επιχειρήσεις, αρπάζουν τους μπαλτάδες, τους υψώνουν αποφασιστικά και διαβεβαιώνουν έντονα ότι δεν πρόκειται να φύγουν ποτέ από εκεί. Αυτό το μεσήλικο ζευγάρι πλαισιώνεται από τον νεότερο εκδοροσφαγέα Ίβαν Γουίλχιαμ (Δημήτρη Γεωργιάδη), υπάλληλο αλλά και ιδιαίτερο φίλο του νεκρού πλέον γιου της συγκεκριμένης οικογένειας. Καθώς, λοιπόν, θυμούνται τα περασμένα, τις ευτυχισμένες και τραυματικές στιγμές, καθώς προστρέχουν στην παρηγοριά της «παλιάς γλώσσας», τους επισκέπτεται απροειδοποίητα ο μυστηριώδης Κάπταιν (Ιωσήφ Ιωσηφίδης), ο οποίος δεν κουβάλα μονάχα το δικό του αδιέξοδο αλλά και ένα όπλο…

Η «Αρκουροδάχη» (On Bear Ridge, 2019) του Εντ Τόμας (Ed Thomas) παρουσιάζεται από την Ομάδα ΠΥΡ, σε σκηνοθεσία Ιώς Βουλγαράκη, στη Σκηνή Ωμέγα του Δημοτικού Θεάτρου Πειραιά. Με τούτη την αφορμή, ένα έργο που ανεβαίνει για πρώτη φορά στην Ελλάδα, ένα έργο άγριου λυρισμού και βραδύκαυστης συγκίνησης, ο πολυβραβευμένος ουαλός συγγραφέας μίλησε στο «Βήμα». Τον εντοπίσαμε πρόσφατα, λίγο έξω από το Κάρντιφ, και συζητήσαμε μαζί του. «Είμαι στο Πέναρθ, στο μικρό σπίτι όπου συνήθως γράφω. Εδώ παραδόξως έχει λιακάδα τώρα. Βλέπω και πάλι τα λουλούδια να ξεμυτίζουν και τα περιστέρια να σεργιανίζουν στον ουρανό. Είναι ωραία σήμερα» είπε γελώντας. «Τα περισσότερα έργα μου τοποθετούνται στην Ουαλία. Αλλά στην Ουαλία που υπάρχει στο μυαλό και στη μνήμη μου. Είμαι πεπεισμένος ότι το τοπικό μπορεί να γίνει ό,τι πιο οικουμενικό. Αν σε ένα έργο οι ιδέες και οι μεταφορές είναι διαυγείς, μπορούν να μεταφραστούν και να προσαρμοστούν δραματουργικά, ξεριζώνονται από έναν συγκεκριμένο τόπο και μεταφυτεύονται σε ένα άλλο πολιτισμικό περιβάλλον. Είμαι ενθουσιασμένος για την ελληνική εκδοχή της “Αρκουδοράχης”, έχω εμπιστοσύνη στη φαντασία και την ευαισθησία των συντελεστών της» συμπλήρωσε ο Εντ Τόμας, μια ήπια και πολύπλευρη προσωπικότητα, στο θέατρο, στην τηλεόραση, στον κινηματογράφο, στο ραδιόφωνο.

Το ενδιαφέρον με την «Αρκουδοράχη» είναι ότι, ενώ βγαίνει από το ιστορικό παρελθόν της Ουαλίας και φαντάζει στην αρχή κάπως κλειστή, είναι συγχρόνως και μια ιστορία διαμπερής, εντέλει, έχει κάτι το ανοιχτό. «Θα ήθελα να το κρατήσω αυτό που λέτε, ότι η “Αρκουδοράχη” έχει κάτι το ανοιχτό. Γιατί σχετίζεται με την ερμηνεία ή τις ερμηνείες που δίνουμε σε ένα έργο. Ο πόλεμος στο έργο είναι, μεταξύ άλλων, και μια μεταφορά για την έννοια της αλλαγής. Υπάρχουν αλλαγές που εξελίσσονται γρήγορα, όπως σε μια σύρραξη, και άλλες που συντελούνται σταδιακά, όπως είναι η ομογενοποίηση στο πλαίσιο του σημερινού καπιταλισμού. Όπου κι αν πάτε, από τη Βουδαπέστη της Ουγγαρίας ως το Σαντιάγο της Χιλής, θα δείτε τα ίδια καταστήματα των ίδιων πολυεθνικών εταιρειών. Είναι καλό αυτό ή κακό; Δεν ξέρω. Υπάρχει πάντοτε, θέλω να πω, ένας φόβος που συνδέεται με την αλλαγή. Στο συγκεκριμένο έργο, η αλλαγή επισύρει, ας πούμε, την απόλυτη ερημιά και, παράλληλα, την ανάγκη να αντισταθεί κανείς σε αυτήν. Αυτό όμως το λέω εγώ, άλλος θα μπορούσε να το ερμηνεύσει αλλιώς, κι αυτό είναι απολύτως θεμιτό. Το θέατρο είναι σημαντικό ως ανοιχτός χώρος για τις ιδέες που ανακινεί, τις συζητήσεις που προκαλεί, την πολυφωνία των προσεγγίσεων» τόνισε ο Εντ Τόμας.

Η καταφυγή όλων ανεξαιρέτως των ηρώων του Εντ Τόμας στη μνήμη είναι ο τρόπος τους να αντέξουν το επίπονο παρόν. Τον ίδιο, πόσο τον απασχολεί η νοσταλγία; «Η “Αρκουδοράχη” είναι, ως έναν βαθμό, αυτοβιογραφική. Στην οικογένειά μου είχαμε επί σχεδόν έναν αιώνα μια φάρμα και ένα τέτοιο κρεοπωλείο/μπακάλικο. Το χωριό, προφανώς, έχει αλλάξει από τότε που εγώ μεγάλωνα. Το θέμα είναι ότι η σχέση μου με τη νοσταλγία είναι περίπλοκη. Εννοώ ότι τώρα πια οι αναμνήσεις από το χασάπικο είναι ευχάριστες γιατί πλέον αυτό έχει μετατραπεί σε έναν νεραϊδότοπο της παιδικής ηλικίας. Πάντως, δεν νομίζω ότι είναι γόνιμο να εμμένουμε στη νοσταλγία για κάτι που έχει χαθεί. To ζήτημα είναι αν έχουμε αγαπήσει αρκετά αυτό που έχει χαθεί. Νομίζω, επίσης, ότι είναι κρίσιμο να θυμόμαστε, ιδίως τις περιπτώσεις εκείνες στις οποίες υπήρχε κάποιος που καταπίεζε και κάποιος που καταπιεζόταν. Τα ερωτήματα που με απασχολούν ευρύτερα είναι πώς διατηρούμε τη μνήμη ζωντανή χωρίς να την καταστήσουμε μουσείο και πώς καταφέρνουμε να μην την κάνουμε ανυπόφορη, ακόμη και μες στην υπερβολική γλυκύτητα ή τρυφερότητα μιας εξιδανίκευσης. Οφείλουμε να τιμούμε τη μνήμη, αλλά πρέπει να έχουμε και το βλέμμα μας μπροστά, στη ζωή που προχωρά» εκτίμησε.

H «παλιά γλώσσα» στην «Αρκουδοράχη», μια φωτεινή κοιτίδα σε μια συνθήκη αποπνικτική, είναι η ουαλική γλώσσα. «Πριν από έναν αιώνα, η βρετανική κυβέρνηση προσπάθησε να εξαλείψει την ουαλική γλώσσα, την απαγόρευσε στα σχολεία, τα παιδιά που τη μιλούσαν κυριολεκτικώς ταπεινώνονταν. Το γεγονός ότι αυτή η γλώσσα μιλιέται ακόμη στην Ουαλία –περίπου μισό εκατομμύριο άνθρωποι τη μιλούν, από τα τρία συνολικά εκατομμύρια, και το ποσοστό τους αυξάνεται– σχετίζεται με μια διάθεση να προστατευθεί η μνήμη ακόμη και απέναντι σε επίσημους θεσμούς ή νόμους. Στην Ουαλία η “παλιά γλώσσα” είναι κάτι πιο συγκεκριμένο, βεβαίως. Στον υπόλοιπο κόσμο όμως μπορεί να λειτουργήσει και σε άλλα επίπεδα, ως αναφορά σε έναν άλλο τρόπο ζωής, ένα άλλο είδος συλλογικής συγκρότησης όπου οι διαφορές είναι κάτι το οποίο σέβεται κανείς και το γιορτάζει. Αυτό που συμβαίνει στην Ουαλία, αυτό που μόλις σας περιέγραψα, δεν είναι αναγκαστικά αντι-βρετανικό ή αντι-αγγλικό, είναι κάτι υπέρ της ιδιαιτερότητας, της  πολιτισμικής διαφοράς. Είναι ζωτικό αυτό. Ιδίως μετά το Brexit, αισθανόμαστε όλο και πιο Ουαλοί και την ίδια στιγμή όλο και πιο Ευρωπαίοι» σχολίασε ο Εντ Τόμας. Η τηλεοπτική σειρά «Hinterland/Y Gwyll» (2013-2016) που δημιούργησε ο ίδιος (ένα αστυνομικό δράμα υπόγειας έντασης) ήταν η πρώτη παραγωγή του BBC που γυρίστηκε παράλληλα στα αγγλικά και στα ουαλικά, ενώ προβλήθηκε συνολικά σε 150 χώρες. «Μας πήρε πολύ χρόνο. Προχωρούσαμε έτσι, μια σκηνή στα αγγλικά και μια στα ουαλικά. Ήταν όμως απαραίτητο. Δίπλα στη δεδομένη παγκόσμια εμβέλεια της αγγλικής γλώσσας, να δώσουμε και την επιλογή της ουαλικής, να γίνει μια εξαγωγή της όσο το δυνατόν πιο εκτεταμένη. Σε πολλές χώρες μάλιστα προβλήθηκε μόνο η ουαλική βερσιόν με υπότιτλους. Το νέο μου τηλεοπτικό εγχείρημα, με τίτλο “Pren ar y Bryn/Tree on a Hill”, μια ακόμη συμπαραγωγή, γίνεται με τους ίδιους όρους. Αυτές τις μέρες είμαστε στα γυρίσματα, τελειώνουμε τον Ιούνιο. Δεν είναι μια αστυνομική σειρά, είναι μια αφήγηση πιο κοντά στην “Αρκουδοράχη”, πιο υπαρξιακή και σουρεαλιστική” συμπλήρωσε.

Ο Εντ Τόμας μεγάλωσε μέσα στην ουαλική γλώσσα, είναι η μητρική του, αισθάνεται μια «οικειότητα» άλλης τάξεως μαζί της. Αγγλικά άρχισε να μαθαίνει από τα έξι του χρόνια. Σε μια εποχή με πληθώρα επιλογών, τηλεοπτικών και κινηματογραφικών, σε μια εποχή που οι ψηφιακές πλατφόρμες κυριαρχούν και το κοινό είναι εν πολλοίς ενιαίο, πώς καταφέρνεις να στρέψεις το ενδιαφέρον στη δική σου ιστορία, μια ουαλική ιστορία, πώς την κάνεις ξεχωριστή; «Διαισθάνομαι ότι αν μια ιστορία προέρχεται από έναν αληθινό τόπο και έχει μια αυθεντική φωνή, μπορεί να συγκινήσει. Αν κάτι έχει ψυχή, μπορεί να φτάσει παντού. Είναι σαν να φτιάχνεις μέλι, αν το κάνεις με μεράκι, αν το κάνεις με τον δικό σου διακριτό τρόπο, μπορεί να αρέσει σε περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους εσύ υπολόγιζες» ανέφερε. «Ο κόσμος σήμερα έχει γίνει πιο σύνθετος απ’ όσο χρειάζεται ενδεχομένως. Βλέπουμε παντού, σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο,  αντιδραστικές, διχαστικές δυνάμεις να επικρατούν. Ο κόσμος μας, από την άλλη, έχει δομηθεί με τέτοιο τρόπο που, εκ των πραγμάτων, απαιτεί συλλογικές λύσεις στα προβλήματα, μια συνεργασία. Θα επιμείνω σε κάτι, στην ιδέα ότι οφείλουμε να αναδεικνύουμε, να σεβόμαστε και να γιορτάζουμε τις διαφορές μας. Είμαι όλοι διαφορετικοί αλλά είμαστε και όλοι το ίδιο, αν δεν πορευθούμε με τη μοιρασιά της κοινής ανθρώπινης υπόστασής μας, αν δεν εμπλουτίσουμε ο ένας την πραγματικότητα του άλλου, το μέλλον προδιαγράφεται σκοτεινό. Είμαι αισιόδοξος. Απέναντι σε όλες τις ενδείξεις, θα με ρωτήσετε; Ναι, θα σας απαντήσω».

INFO:

«Αρκουδοράχη» του Εντ Τόμας, από την Ομάδα ΠΥΡ, σε σκηνοθεσία Ιώς Βουλγαράκη, στο Δημοτικό Θέατρο Πειραιά. Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα: https://www.dithepi.gr/el/events/4771/