Εορταζόμενη την επαύριο της Νίκης επί της ναζιστικής Γερμανίας στις 8 Μαΐου 1945, η Ημέρα της Ευρώπης συμβολίζει την ειρήνη και ευημερία που η ΕΕ εξασφάλισε στους ευρωπαϊκούς λαούς αμέσως μετά την πιο ανθρωποκτόνα και καταστροφική σύρραξη της ιστορίας. Η φετινή επέτειος φέρει έντονους συμβολισμούς. Συμπίπτει με την 75η επέτειο της ιδρυτικής συνθήκης της ΕΟΚ αλλά και με τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία. Για μας τους Έλληνες, υπεισέρχεται ανάμεσα στη 200η επέτειο της Εθνεγερσίας και προηγείται της εκατονταετηρίδας του οριστικού ενταφιασμού της Μεγάλης Ιδέας το 1922. Η σύμπτωση αυτών των επετείων μας καλεί να ενσκήψουμε στην πλοκή του εθνικού αφηγήματος με αυτό της ευρωπαϊκής ενοποίησης.
Κοινός τόπος όλων των Ευρωπαίων είναι ο αποκαλούμενος από τον ιστορικό Timothy Snyder «μύθος του σοφού έθνους». Σύμφωνα με αυτόν, τα εθνικά κράτη προϋπήρχαν της ΕΕ. Μέσα από τη θηριωδία των παγκοσμίων πολέμων αντιλήφθηκαν την αξία της ειρήνης. Παραμερίζοντας τα μίση του παρελθόντος, δημιούργησαν την ΕΕ. Χάρη στη μερική αλήθεια που περιέχει αυτός ο σαγηνευτικός μύθος, γίνεται αποδεκτός χωρίς δισταγμό. Αν όμως από την αιματοχυσία του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου είχαμε μάθει την αξία της ειρήνης, η Ρωσία, η Λευκορωσία και η Ουκρανία που μέτρησαν περί τα 20 εκατομμύρια θύματα θα έπρεπε να είναι τα πιο φιλειρηνικά κράτη. Η μεταπολεμική ιστορία των δυτικο-ευρωπαϊκών κρατών επίσης καταρρίπτει το μύθο αυτό αφού κι αυτά επιδόθηκαν σε αιματηρούς αποικιοκρατικούς πολέμους στην Ασία και την Αφρική αμέσως μετά το 1945. Στην πραγματικότητα, ο μύθος του σοφού έθνους επέτρεψε στους Ευρωπαίους να ξεχάσουν τόσο τις ήττες τους στους αποικιοκρατικούς πολέμους όσο και τα θύματά τους. Παράλληλα, βοήθησε τις καταρρέουσες ευρωπαϊκές αυτοκρατορίες να βρουν τη νέα τους θέση στο διεθνές στερέωμα χάρη στο οικονομικο-κοινωνικό θαύμα που συντελέσθηκε στην Ευρώπη μετά το 1945.
Ο μύθος του σοφού έθνους εμπεριέχει και δεύτερη ανακρίβεια. Η ΕΕ δε συστάθηκε από εθνικά κράτη αλλά από καταρρέουσες αυτοκρατορίες. Κατά την ένταξή τους στην ΕΕ, τα περισσότερα δυτικο-ευρωπαϊκά κράτη δεν είχαν υπάρξει ως εθνικά κράτη για αιώνες. Προσχώρησαν στην ΕΕ αμέσως μόλις διαπίστωσαν τη συρρίκνωσή τους στην ευρωπαϊκή τους επικράτεια. Εθνικά κράτη υπήρξαν ωστόσο στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη και τα Βαλκάνια. Τα κράτη αυτά υπήρξαν κτήσεις των πολυεθνικών αυτοκρατοριών που κατέρρευσαν το 1918 και στη συνέχεια αντικείμενο διαδοχικής γερμανικής και σοβιετικής ηγεμονίας. Η διαδικασία ένταξης στην ΕΕ – η «επιστροφή στην Ευρώπη» κατά τον Václav Havel – ξεκίνησε την επαύριο της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού με αποτέλεσμα κι αυτά τα κράτη να μεταπηδήσουν σχεδόν ακαριαία από την αυτοκρατορία στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Λησμόνησαν όμως αμέσως τους λόγους που υπαγόρευσαν την ένταξή τους στην ΕΕ, παρόλο που η περίοδος 1918-1948 είχε καταδείξει την αποτυχία του εθνικού κράτους ως μοντέλου διακυβέρνησης.
Ελλάδα: Λήθη ή κατανόηση του παρελθόντος;
Η ελληνική περίπτωση δεν διαφέρει σημαντικά. Αν παρατηρήσουμε την ιστορία του ελλαδικού χώρου στο πλαίσιο της ευρωπαϊκής ιστορίας, θα διαπιστώσουμε ότι το εθνικό κράτος συνιστά μάλλον παρένθεση. Η Ελλάδα ξεπήδησε μέσα από την οθωμανική αυτοκρατορία ως εθνικό μεν κράτος, οραματιζόμενο δε μία πολυεθνική αυτοκρατορία, την «Ελλάδα των Δύο Ηπείρων και των Πέντε Θαλασσών». Η αποτυχία της Μεγάλης Ιδέας, οι ανταλλαγές πληθυσμών και το Ολοκαύτωμα έκαναν την Ελλάδα εθνικό κράτος παρά τη θέλησή της. Παρόλη την εθνική ομοιογένεια που πέτυχε, η Ελλάδα απέτυχε στη βασική της αποστολή, την ασφάλεια και ευημερία του λαού της. Το 1974, μέτα από εξωτερικές και εμφύλιες συρράξεις, ξένη κατοχή, πραξικοπήματα, πολιτική αστάθεια, οικονομική δυσπραγία και την εισβολή στην Κύπρο, ήταν ένα εξουθενωμένο εθνικό κράτος με σαθρούς δημοκρατικούς θεσμούς, περιορισμένες οικονομικές δυνατότητες, και – το κυριότερο – ανήμπορο να προσφέρει στους κατοίκους του αξιώσεις για μια καλύτερη ζωή στο μέλλον.
Η αίτηση ένταξης στην ΕΟΚ συνιστά την αναγνώριση αυτής της αποτυχίας, ενώ η σταδιακή αποδόμηση του εθνικού κράτους μέσα από την εκχώρηση αυξανόμενων αρμοδιοτήτων στην ΕΕ μετά την ένταξη το 1981 την πιο ριζοσπαστική πολιτική απόφαση μετά την Ανεξαρτησία. Η παρουσίαση της μερικής κατάργησης και του μετασχηματισμού του 1821 από το 1981 ως υποσημείωση στο εθνικό αφήγημα συμβάλλει στη λήθη και όχι στην κατανόηση του παρελθόντος. O μύθος του σοφού έθνους αφήνει να εννοηθεί πως αν η ΕΕ ήταν επιλογή των εθνικών κρατών, τότε εξερχόμενα από αυτήν τα κράτη θα ξαναβρούν ένα ένδοξο μεν, φανταστικό δε παρελθόν εθνικής ανεξαρτησίας. Tο Brexit και το δημοψήφισμα του 2015 συνιστούν εκφάνσεις αυτού του διολισθήματος.
Η ρωσική «αθωότητα» και η Ουκρανία
Αν αμφιβάλλουμε για το τι θα ήταν η Ελλάδα αν δεν είχε ενταχθεί στην ΕΕ, ας παρατηρήσουμε τα μετα-αυτοκρατορικά εθνικά κράτη που διαδέχθηκαν την οθωμανική και ρωσική αυτοκρατορία χωρίς να επιδιώξουν την ένταξη στην ΕΕ. Εξελίχθηκαν σε αυταρχικές πολιτικές και οικονομικές ολιγαρχίες με επεκτατικές τάσεις. Η σύγκρισή τους με την ευημερία των κρατών της ΕΕ εξηγεί και την επιθετικότητά τους. Π.χ. το 2013 η Ρωσία κατέβαλε κάθε προσπάθεια για να αποτρέψει τη σύνδεση ΕΕ-Ουκρανίας. Όταν απέτυχε, ξεκίνησε τον σταδιακό διαμελισμό της Ουκρανίας από φόβο για τα ερωτήματα που θα προκαλούσε στους Ρώσους η βελτίωση του βιοτικού επιπέδου των Ουκρανών χάρη στην ένταξή τους στην ΕΕ. Η περίπτωση της Ρωσίας καταδεικνύει ότι πρέπει να διδασκόμαστε ιστορία και όχι εθνικούς μύθους. Αρνούμενη την ένοχη σύμπραξή της με τη ναζιστική Γερμανία την περίοδο 1939 με 1941, η Ρωσία κατασκευάζει τον εθνικό μύθο της ρωσικής αθωότητας κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και τον χρησιμοποιεί για να δικαιολογήσει την επιχείρηση δήθεν αποναζιστικοποίησης της Ουκρανίας.
Η λήθη του παρελθόντος που συνεπάγεται ο μύθος του σοφού έθνους μπορεί να ήταν αναγκαίο συστατικό της ΕΕ κατά τον πρώτο καιρό μετά το 1945. Μακροπρόθεσμα όμως συνιστά απειλή για την αντοχή της ΕΕ στον χρόνο. Είναι καιρός να αντιληφθούμε ότι χρειαζόμαστε κοινή ευρωπαϊκή ιστορία στην εκπαίδευση. Οι εθνικοί μύθοι είναι αταίριαστα κομμάτια παζλ που δε συνθέτουν την ιστορία της Ευρώπης.
Πασχάλης Πασχαλίδης
Ο Πασχάλης Πασχαλίδης είναι Επίκουρος Καθηγητής Ευρωπαϊκού Δικαίου στο Πανεπιστήμιο Λυών 3 «Jean Moulin» και Counsel με ειδίκευση στη διεθνή διαιτησία στη δικηγορική εταιρεία του Λουξεμβούργου Arendt & Medernach. Διετέλεσε εισηγητής (référendaire) στο γραφείο του Πρώτου Γενικού Εισαγγέλεα στο Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης Melchior Wathelet από το 2012 ως το 2018. Είναι απόφοιτος της Νομικής του ΑΠΘ και διδάκτορας Νομικής του Πανεπιστημίου της Οξφόρδης.