Επιχειρώντας να χαρτογραφήσει τις διαδρομές μεταξύ ευρωσκεπτικισμού, ξενοφοβίας, ρατσισμού, δημαγωγίας, ριζοσπαστισμού, αντικαπιταλιστικού λόγου και πολλών άλλων ρευμάτων που κινούνται στον αστερισμό του λαϊκισμού, ο φιλόσοφος και ιστορικός των πολιτικών ιδεών Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ καταγράφει στο βιβλίο του Η ρεβάνς του εθνικισμού (εκδ. Επίκεντρο) 25 όρους που περιγράφουν την άκρα Δεξιά.

Pierre-Andre Taguieff-Η ρεβάνς του εθνικισμού. Νεολαϊκιστές και ξενόφοβοι εναντίοντης Ευρώπης

Μετάφραση Ουρανία Καργούδη. Πρόλογος-επιμέλεια Ανδρέας Πανταζόπουλος.

Εκδόσεις Επίκεντρο, 2021, σελ. 336, τιμή 15 ευρώ

Ο πληθωρισμός αυτός, υποστηρίζει, υποδεικνύει περισσότερο καταγγελία, σύγχυση και αδυναμία αποτελεσματικής διάκρισης των φαινομένων παρά ικανοποιητικό ορισμό τους. Συμβατός με τη Δεξιά και την Αριστερά, τον φιλελευθερισμό και τον νεοφασισμό, ο σύγχρονος λαϊκισμός, αν και όντως παρεπιδημεί πολύ συχνότερα στην Ακροδεξιά, θα πρέπει να αναλυθεί ως προσωπείο μιας ισχυρότερης δύναμης: μιας νέας μορφής εθνικισμού.

«Παθολογική ομαλότητα»

Ο λαϊκισμός εμφανίζεται στο διάκενο μεταξύ προοδευτικής «πολιτικής της λύτρωσης» και συντηρητικής «πολιτικής της αποτελεσματικότητας». Σύμπτωμα δημοκρατικής δυσφορίας, αντλεί την απήχησή του από την κρίση εμπιστοσύνης στην πλουραλιστική δημοκρατία, τη συλλογική και ατομική ανασφάλεια που υποθάλπει η πορεία της παγκοσμιοποίησης και της ευρωπαϊκής ενοποίησης ανατρέποντας τρόπους ζωής και κληροδοτημένες ταυτότητες, καταφέρεται κατά της μετανάστευσης και των ελίτ: «Οι νέοι ταυτοτικοί ευρωπαϊκοί λαϊκισμοί», συνοψίζει ο Ταγκιέφ, «εκφράζουν μάλλον μια «παθολογική ομαλότητα» με την έννοια ότι ριζοσπαστικοποιούν τις πλειοψηφικές κυρίαρχες αξίες σε μια Ευρώπη πολιτισμικά δεξιοποιημένη». Ωστόσο, η λαϊκιστική έξαρση συνιστά την επιφάνεια μόνο του όρου «εθνικολαϊκισμός». Το βάθος, την ουσία της έννοιας, συγκροτεί το δεύτερο συνθετικό. Με τα λόγια του ίδιου του Ταγκιέφ, «ο εθνικισμός είναι ένας φοίνικας. […] Ο λαϊκισμός ως ρητορική και πολιτικό ύφος μάς έκρυψε τον εθνικισμό που θεωρούσαμε νεκρό ή σε ψυχορράγημα». Παράγωγο της ευρωφοβίας και της ισλαμοφοβίας, συνδυασμένος με την ιδέα της μετανάστευσης-εισβολής, ο αυταρχικός αυτός εθνικισμός εμφορείται από το ιδεολόγημα της «Μεγάλης Αντικατάστασης» – της υποτιθέμενης εξαφάνισης των γηγενών και της υποκατάστασής τους από αλλόθρησκους νεήλυδες.

Μακρόν και Λεπέν

Πρωτοπόρος κομματικός σχηματισμός ως προς τα παραπάνω, το γαλλικό Εθνικό Μέτωπο (νυν Εθνικός Συναγερμός) απασχολεί τον Ταγκιέφ σε πολλά σημεία του κειμένου. Παρά την αποκάθαρση του λόγου του από ρατσιστικές, ομοφοβικές και ξενοφοβικές συνδηλώσεις στα 11 χρόνια προεδρίας της Μαρίν Λεπέν, τα στοιχεία αυτά εξακολουθούν να ανιχνεύονται δημοσκοπικά στις πεποιθήσεις των οπαδών της σε σημαντικά υψηλότερο βαθμό από ό,τι σε εκείνες άλλων κομμάτων. Η ηγεσία ανταποκρίνεται με προσεκτικό τρόπο σε αυτή την πραγματικότητα. Αντανάκλασή της, για παράδειγμα, είναι η έντεχνη απόδοση εκ μέρους της Μαρίν Λεπέν της πύκνωσης των αντισημιτικών επιθέσεων το 2014 στο μεταναστευτικό ρεύμα και στον ισλαμικό φονταμενταλισμό. Πρόκειται για ένδειξη του ταλέντου της Λεπέν να ανακατευθύνει αρχές και επιχειρήματα. Με παρόμοιο τρόπο εισήγαγε στο ρεπερτόριό της ρεπουμπλικανικά στοιχεία, υιοθέτησε την υπεράσπιση της κοσμικότητας ως εναντίωση στον ισλαμικό ολοκληρωτισμό, ενστερνίστηκε μια ηπιότερη εκδοχή της «Μεγάλης Αντικατάστασης», επένδυσε με γκωλική χροιά το ριζοσπαστικό σύνθημα «ni droite ni gauche» («ούτε δεξιά ούτε αριστερά») της εξτρεμιστικής μεσοπολεμικής Action Française. Απέναντί της, ωστόσο, ο Εμανουέλ Μακρόν «είναι ο επινοητής του τρίτου δρόμου προς τη δημαγωγία». Περίπου όπως ο Τομά Πικετί περιγράφει τη συγκρότηση μιας «βραχμανικής Αριστεράς» στραμμένης προς τη μεσαία τάξη και τα υψηλότερα μορφωτικά στρώματα, ο Ταγκιέφ βλέπει τον Μακρόν ως κήρυκα του οράματος του «προοδευτικού νεοφιλελευθερισμού» – της συμμαχίας των εραστών της παγκοσμιοποίησης και ενός κοινωνικού προοδευτισμού, επικεντρωμένου στην ποικιλομορφία και τον αγώνα κατά των διακρίσεων. Ο ίδιος απορρίπτει το συγκεκριμένο δίλημμα, όπως και τον «μελανσονισμό». Αναζητεί μια νέα οδό, «στον ορίζοντα του πολιτειακού ρεπουμπλικανισμού ο οποίος συνδέει πατριωτισμό και κριτική στη χρηματιστική παγκοσμιοποίηση με αναστοχασμό της ευρωπαϊκής κατασκευής». Ενδεικτική του διλήμματος πολλών γάλλων εκλογέων που δεν ταυτίζονται με τους σημερινούς μονομάχους της προεδρικής κάλπης, η άποψη αυτή υποδηλώνει ακριβώς και το νεφελώδες τοπίο μιας εναλλακτικής λύσης πέραν των Μακρόν και Λεπέν.

Πέραν της δαιμονοποίησης

Και σε αυτό το βιβλίο, όπως και σε μια μεγάλη σειρά έργων του γύρω από την άκρα Δεξιά, τον εθνικολαϊκισμό και τις θεωρίες συνωμοσίας, ο Ταγκιέφ οικοδομεί μια πειστική πορεία σκέψης ως προς το υπόβαθρο των πολιτικών εξελίξεων στον δυτικό κόσμο. Για τη διασάφησή της θα πρέπει να τονιστεί η συμβολή του εξαιρετικά κατατοπιστικού και πολύτιμου προλόγου του Ανδρέα Πανταζόπουλου, ο οποίος, εκτός από το να χαράζει το περίγραμμα της επιχειρηματολογίας του συγγραφέα, παρακολουθεί τις θέσεις του μετά το 2015, οπότε και γράφτηκε το βιβλίο, συμπληρώνοντας την εξέλιξή τους ως το 2020. Το τελικό συμπέρασμα του Ταγκιέφ είναι ότι παρά τις πολλές επικίνδυνες πλευρές του εθνικολαϊκισμού η πραγμάτευση παρόμοιων φαινομένων επιβάλλεται να μην εκπίπτει σε επαναμάγευση ή δαιμονοποίηση. Οψη του λαϊκισμού είναι και η ανακίνηση του αιτήματος του εκδημοκρατισμού, αναγκαίου σε μια Ευρωπαϊκή Ενωση όπου η πολιτική εξακολουθεί να ατροφεί έναντι της οικονομίας. Σε μια εποχή καλπάζοντος ατομικισμού, ο εθνικισμός, στην ήπια πολιτειακή του εκδοχή, θέτει το ζήτημα των συλλογικών δεσμών, χωρίς τους οποίους δεν υφίστανται κοινά πεπρωμένα. Πρέπει να διακρίνουμε «τις νόμιμες προσδοκίες από τις δημαγωγικές μεθόδους», παρατηρεί ο Πιερ-Αντρέ Ταγκιέφ, να στοχαστούμε ως προς τα αίτια των εκτεταμένων συλλογικών φόβων, να μην εγκαταλείψουμε την έννοια του έθνους στον ξενόφοβο εθνικισμό.