Από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης μάς έρχεται ένα πολύ σπουδαίο βιβλίο: Οι ελληνικοί θεοί πέρα από την Ελλάδα. «Εργο αναφοράς για κάθε ελληνόφωνο ιστορικό του αρχαίου κόσμου, για κάθε ειδικό της αρχαίας θρησκείας και επιγραφικής, αλλά και για κάθε αναγνώστη που θέλει να μυηθεί στην αρχαία ιστορία μέσα από την οπτική της θεώρησης των θεϊκών ονομάτων», όπως τονίζει η επιμελήτρια του βιβλίου Μαρία Πατέρα. Ας προσθέσω πως για τον μέσο μορφωμένο έλληνα αναγνώστη έχει μια επιπλέον σημασία: τον βοηθά να συνειδητοποιήσει τη βαθιά επίδραση του ελληνικού κόσμου σε ένα πεδίο οικουμενικό και ως έναν βαθμό κάποιους ιδιαίτερα σημαντικούς λόγους για τους οποίους ακόμη και σήμερα όταν λέμε «Ελλάδα» θα πρέπει να εννοούμε πάντα μια επικράτεια που εκτείνεται πολύ πιο πέρα από τον ελλαδικό χώρο. Είναι μια πολύτιμη συνεισφορά στην αυτογνωσία μας και μια επιβεβαίωση της φράσης του Αντισθένη του Κυνικού «Αρχή παιδεύσεως η των ονομάτων επίσκεψις».

Robert Parker  – Οι ελληνικοί θεοί πέρα από την Ελλάδα. Ονόματα, χαρακτήρες, μεταμορφώσεις

Μετάφραση Παναγιώτης Σουλτάνης, επιστημονική επιμέλεια Μαρία Πατέρα.

Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, 2021, σελ. 440, τιμή 28 ευρώ

Αυτή η «ονομάτων επίσκεψις» συνθέτει ένα γοητευτικό ταξίδι στον χώρο και στον χρόνο: από την αρχαία Ελλάδα ως και τη ρωμαϊκή περίοδο, και από τον ελλαδικό χώρο ως την Ισπανία και την Ινδία. Ο αναγνώστης το πραγματοποιεί με οδηγό μια αυθεντία στην αρχαία ελληνική ιστορία και ειδικότερα στη θρησκεία: τον Ρόμπερτ Πάρκερ, επίτιμο καθηγητή της Αρχαίας Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

Τα θεωνύμια ως ποίηση και ιστορία

Τι είναι και πώς προέκυψαν τα θεωνύμια (τα ονόματα των θεών); Πώς ετυμολογήθηκαν ή παρετυμολογήθηκαν κατά καιρούς και κατά τόπους; Ποια η συνάφειά τους με το περιβάλλον, τις κοινότητες, τον χαρακτήρα και τις ανάγκες της κάθε περιοχής; Ποιος ο λατρευτικός τους χαρακτήρας και οι σχέσεις ανάμεσα στις λατρευτικές κοινότητες με βάση την ονοματοδοσία των θεών, είτε στο συλλογικό είτε στο ατομικό επίπεδο; Ολα αυτά μαζί διαμορφώνουν μια ποιητική της αρχαιότητας. Η ονοματοδοσία των θεών συνυφαίνεται με τις μεταμορφώσεις τους και η θρησκεία είναι ταυτόχρονα και ποίηση και ιστορία.

Ο Πάρκερ ερμηνεύει την ονοματοδοσία των θεών τόσο στον ελλαδικό χώρο όσο και εκτός χωρίς να περιορίζεται μόνο στις αμιγώς ελληνικές, αλλά εξηγώντας πώς και γιατί οι θεότητες εκτός Ελλάδος απέκτησαν ελληνικά ονόματα. Για να το επιτύχει αυτό δεν καταφεύγει μόνο στα γραπτά κείμενα αλλά και – κυρίως – στην εικονογραφία. Η «μετάφραση» των ξένων θεοτήτων αποδεικνύει τη δυναμική του αρχαιοελληνικού πολιτισμού και τη μεταμορφωτική του επίδραση στις κοινωνίες και στη ζωή άλλων λαών. Το βιβλίο υπερβαίνει τα όρια του ελληνικού κόσμου κινούμενο μέσα σε αυτά της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας.

Ο αναγνώστης θα εξοικειωθεί επιπλέον με πλήθος διαδικασίες μέσω των οποίων ονοματίζονται οι θεοί, αλλά και με την απόδοση σε αυτούς επιθέτων που διαφέρουν συχνά από περιοχή σε περιοχή.

Ο Ρόμπερτ Πάρκερ συνθέτει ένα μωσαϊκό που εκπλήσσει στην αρχή τον αναγνώστη, για να τον παρασύρει, στη συνέχεια, σε μια απαράμιλλη αφήγηση που ξεδιπλώνει ένα τεράστιο πολύπτυχο του αρχαίου κόσμου

Ο «ενοποιητικός πολυθεϊσμός»

Ο Πάρκερ συνθέτει ένα μωσαϊκό που εκπλήσσει στην αρχή τον αναγνώστη, για να τον παρασύρει, στη συνέχεια, σε μια απαράμιλλη αφήγηση που ξεδιπλώνει ένα τεράστιο πολύπτυχο του αρχαίου κόσμου. Η ονοματοδοσία στο βιβλίο του είναι η βάση της ερμηνείας, για την οποία χρησιμοποιεί τη λατινική λέξη interpretatio, με την οποία τιτλοφορεί το δεύτερο μέρος της μελέτης του. Η ονοματοδοσία βέβαια δεν περιορίζεται στους θεούς, αλλά είναι ικανή και αναγκαία συνθήκη του βίου – ο τρόπος να αναγνωρίζουμε τον κόσμο του επιστητού, όπως και τις μεταφυσικές του προεκτάσεις και διαστάσεις. «Από κάποιες απόψεις», γράφει, «η ονοματοδοσία των θεών ακολουθεί αρχές που ακολουθεί και η ονοματοδοσία των ανθρώπων ή άλλες όψεις της χρήσης της καθομιλουμένης».

Ο Δίας ένθρονος. Πίνακας του Χάινριχ Φρίντριχ Φούγκερ που χρονολογείται στα τέλη του 18ου αιώνα (Μουσείο Καλών Τεχνών Βουδαπέστης)

Η ονοματοδοσία είναι περίπλοκη και συχνά περιέχει αντιφάσεις, κατά τον Πάρκερ. Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν μας επιτρέπουν απόλυτη βεβαιότητα γύρω από το θέμα που πραγματεύεται, ανοίγουν όμως ένα πεδίο προβληματισμού που δεν ακυρώνει τη βασική του σύλληψη: ότι παρά τις όποιες διαφορές υπάρχει ένα μείζον ενοποιητικό γνώρισμα, ένας «ενοποιητικός πολυθεϊσμός», η κατανόηση του οποίου μας βοηθά να γνωρίσουμε σε βάθος την αρχαιότητα και την αμφίδρομη σχέση ανάμεσα στα ιστορικά γεγονότα και στη δυναμική των κοινωνικών αντίστοιχων, δηλαδή την καθημερινή ζωή και τη λατρεία.

Eνα τέτοιο βιβλίο οι κοινωνιολόγοι θα το χαρακτήριζαν, υποθέτω, ολιστικό. Ωστόσο, ο όρος είναι περιγραφικός – αφήνω πως μπορεί να θεωρηθεί και πρωθύστερος – και δεν αποδίδει την ουσία της συναρπαστικής μελέτης του Πάρκερ, για τον οποίο η ονοματοδοσία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της λατρείας, της οποίας η γνώση μας προτρέπει να συγκρίνουμε τις διαπολιτισμικές σχέσεις όχι μόνο ανάμεσα στους αρχαίους πολιτισμούς αλλά και στους αντίστοιχους του παρόντος. Και επιπλέον να αντιληφθούμε πως τα όρια ανάμεσα στις πολυθεϊστικές κοινωνίες εκείνης της μακράς εποχής δεν ήταν τέτοια που να απαγορεύουν την εισαγωγή λατρευτικών πρακτικών από τη μια στην άλλη. Αυτό, όμως, όπως μας προειδοποιεί ο συγγραφέας, δεν σημαίνει ότι ήταν κοινωνίες ανεκτικές. Απλώς η πολυθεΐα λειτούργησε ως συνεκτικός ιστός, ως «παγκοσμιοποίηση», ως ένα είδος προεπιλογής της εποχής, όπως λειτουργεί σήμερα η οικονομία.

Αντιστικτική ανάγνωση

Το βιβλίο αυτό είναι η χαρά του ειδικού επιστήμονα. Ομως ακολουθώντας την παράδοση που χαρακτηρίζει την πλειονότητα των αγγλόφωνων μελετών, διαβάζεται με μεγάλο ενδιαφέρον και από τον μέσο αναγνώστη. Πρόκειται για μελέτη εύληπτη, απολύτως συγκεκριμένη και τεκμηριωμένη, αλλά απαλλαγμένη από ακατανόητη ορολογία.

Προϋποθέτει βέβαια την αργή και προσεκτική ανάγνωση. Οχι μόνο επειδή είναι ένα κείμενο εξαιρετικά πυκνό, αλλά και εξαιτίας της θάλασσας των πληροφοριών που μας προσφέρει και του τεράστιου πλήθους των υποσημειώσεων που περιέχει. Καθώς όμως πολλές από τις υποσημειώσεις αυτές είναι επεξηγηματικές και ερμηνευτικές, προϋποθέτουν ένα είδος αντιστικτικής, θα έλεγα, ανάγνωσης (από το κυρίως κείμενο στην υποσημείωση και αντιστρόφως). Διάβασμα πιο αργό από τα συνήθη, αλλά απολαυστικότερο και ουσιαστικότερο.

Μόνο έπαινοι αξίζουν στον μεταφραστή Παναγιώτη Σουλτάνη και στην επιμελήτρια Μαρία Πατέρα, η οποία με σεμνότητα και σοβαρότητα συνοδεύει την έκδοση αυτού του σπουδαίου έργου με ένα προλογικό σημείωμα δύο μόλις σελίδων. Είναι κάτι που συμβαίνει σπάνια σήμερα, όπου πολλοί γράφουν σχοινοτενείς εισαγωγές προσθέτοντάς τες σαν άχρηστες σκαλωσιές σε σπουδαία κείμενα.