Οταν στις 6 του περασμένου Ιανουαρίου όχλος εισέβαλλε στο Καπιτώλιο, κατόπιν προτροπής του Ντόναλντ Τραμπ, για να εμποδίσει το Κογκρέσο να επικυρώσει την εκλογή του Τζο Μπάιντεν, η αμερικανική δημοκρατία είναι εκείνη που δεχόταν το μεγαλύτερο πλήγμα. Και θα συνεχίσει να το υφίσταται το 2022 – χρονιά εκλογική με τις ενδιάμεσες εκλογές για την ανανέωση μέρους του Κογκρέσου τον Νοέμβριο – γιατί το τραμπικό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα φροντίζει να βάζει εγκαίρως τις βάσεις για να μπορεί να ανατρέψει πιο εύκολα ένα εκλογικό αποτέλεσμα.

«Η αμερικανική πολιτική σήμερα βρίσκεται εν μέσω μιας ριζικής απομάκρυνσης από τους δημοκρατικούς κανόνες και παραδόσεις που κατηύθυναν τη χώρα για πάρα πολύ καιρό» διαπίστωσαν πρόσφατα οι «New York Times». Η απομάκρυνση αυτή από τη δημοκρατία βασίζεται στην εντελώς λανθασμένη πεποίθηση – την οποία παρ’ όλα αυτά πιστεύουν περισσότεροι από τους μισούς Ρεπουμπλικανούς ψηφοφόρους – ότι τις εκλογές του 2020 τις κέρδισε ο Τραμπ και τις έκλεψε ο Μπάιντεν. «Stop the Steal» («Σταματήστε την κλεψιά») ονομάζεται το κίνημα που δρα σε πολιτειακό επίπεδο, κυρίως στις αμφιταλαντευόμενες Πολιτείες, αλλάζοντας για παράδειγμα τη νομοθεσία ώστε να γίνουν αιρετά τα πόστα κρίσιμων εκλογικών αξιωματούχων και φροντίζοντας, στη συνέχεια, να εκλεγούν στα πόστα αυτά άνθρωποι που πιστεύουν στην «κλεψιά του 2020».

Αυταρχικό μέτωπο

Στις εκλογές του 2022 για το Κογκρέσο και στις προεδρικές του 2024 υπάρχει ο κίνδυνος ένας από τους αξιωματούχους αυτούς να ανατρέψει ένα νόμιμο αποτέλεσμα – όπως προσπάθησε, αλλά δεν κατάφερε, να κάνει ο Τραμπ στην Τζόρτζια το 2020.

Οι ΗΠΑ αποτελούν μόνο ένα παράδειγμα της ανόδου του αυταρχισμού στον κόσμο. Ενώ ο 20ός αιώνας τελείωσε με τη δημοκρατία να έχει κερδίσει άλλες ιδεολογίες (φασισμό, κομμουνισμό) και να εξαπλώνεται στον κόσμο, σήμερα ο αυταρχισμός όχι μόνο είναι σε άνοδο αλλά και οι αυταρχικοί ηγέτες αλληλοϋποστηρίζονται μέσω ενός άτυπου αυταρχικού μετώπου.

Την πολιτική και οικονομική αλληλοϋποστήριξη των αυταρχικών ηγετών περιέγραψε πρόσφατα η ιστορικός Αν Απλμπομ, σε άρθρο της στο «The Atlantic» με τίτλο «Ο αυταρχισμός κερδίζει». Ειδική στον αυταρχισμό, η Απλμπομ, της οποίας το τελευταίο βιβλίο αναφέρεται στο «Λυκόφως της Δημοκρατίας: το σαγηνευτικό δέλεαρ του αυταρχισμού», προειδοποιεί για την άνοδό του στις ΗΠΑ και στην Ευρώπη, όπου εκπροσωπείται από τον πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Βίκτορ Ορμπαν, την πολωνική κυβέρνηση και άλλους.

Το παράδειγμα Λουκασένκο

Η Απλμπομ δίνει το παράδειγμα του λευκορώσου προέδρου Αλεξάντερ Λουκασένκο που, αν και έχει μπει στο περιθώριο από τη Δύση, διαθέτει ένα ολόκληρο δίκτυο που τον στηρίζει: «Η Ρωσία τον υποστηρίζει οικονομικά για να αντιμετωπίσει τις κυρώσεις της Δύσης, του έχει στείλει ρώσους αστυνομικούς για να τον συμβουλεύουν στην καταπίεση του λαού του. Η Κίνα έχει πολλές επενδύσεις στη Λευκορωσία, από τις υψηλότερες στην Ευρώπη. Το Ιράν διαπραγματεύεται μαζί του για να επενδύσει στη Λευκορωσία. Η Κούβα τον υπερασπίστηκε στον ΟΗΕ και άλλους διεθνείς οργανισμούς». Αλλο παράδειγμα που φέρνει η Απλμπομ είναι η Βενεζουέλα, όπου Ρώσοι και Κινέζοι έχουν επενδύσει στον πετρελαϊκό τομέα, οι Τούρκοι αγοράζουν χρυσό, οι Ιρανοί επενδύουν και οι Κουβανοί παρέχουν τεχνολογία παρακολούθησης. Μάλιστα η βοήθεια της «αυταρχικής Διεθνούς» προς τον Νικολάς Μαδούρο είναι πολύ μεγαλύτερη από τη βοήθεια της Δύσης προς τον ηγέτη της αντιπολίτευσης Χουάν Γουαϊδό.

Το νέο στοιχείο που χαρακτηρίζει τους αυταρχικούς ηγέτες του 21ου αιώνα είναι ότι δεν τους συνδέει κάποια ιδεολογία, όπως στον 20ό στον οποίο τα μέτωπα γύρω από τις ΗΠΑ και τη Σοβιετική Ενωση είχαν ιδεολογική συνάφεια. Αυτό που συνδέει σήμερα το εθνικιστικό Κρεμλίνο με το θεοκρατικό Ιράν, την ισλαμική Τουρκία και την κομμουνιστική Κούβα είναι η κοινή επιθυμία των ηγετών τους να διατηρηθούν στην εξουσία, και η κοινή απέχθειά τους προς την αντιπολίτευση και τη δημοκρατία. Μοιράζονται επίσης την πεποίθηση ότι οι δημοκρατικές επαναστάσεις είναι «μεταδοτικές», γι’ αυτό θεωρούν ότι έχουν προσωπικό συμφέρον όταν εμποδίζουν τη δημοκρατία σε κάποια άλλη χώρα προκειμένου να μην εισαχθεί και στη δική τους.

«Υπονόμευση της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης»

Ο Κένεθ Ροθ, διευθυντής της Human Rights Watch, υποστηρίζει γράφοντας στο «Foreign Affairs» ότι την τελευταία δεκαετία οι αυταρχικοί ηγέτες ανά τον κόσμο «τελειοποίησαν την τεχνική της “διαχειριζόμενης” ή “καθοδηγούμενης” δημοκρατίας». Στη Λευκορωσία, στην Αίγυπτο, στη Ρωσία, στην Ουγκάντα, στη Βενεζουέλα, στο Καζακστάν, στο Τουρκμενιστάν, στο Ουζμπεκιστάν, στη Βενεζουέλα, στη Νικαράγουα και αλλού «διοργανώνουν κατά καιρούς εκλογές για να ενισχύσουν τη νομιμοποίησή τους ενώ μονοπωλούν τα μίντια, περιορίζουν την κοινωνία των πολιτών και χειραγωγούν τους κρατικούς θεσμούς και πόρους προκειμένου να παραμείνουν στην εξουσία». Μάλιστα, γίνονται πιο σκληροί όσο δυσκολεύει η παραμονή τους στην εξουσία. Παράλληλα, χώρες όπως η Σαουδική Αραβία, τα Εμιράτα, η Κίνα, η Κούβα, η Βόρεια Κορέα και το Βιετνάμ δεν μπαίνουν καν στον κόπο να διοργανώσουν εκλογές. Οσο προχωράει ο 21ος αιώνας, γίνεται εμφανές ότι δεν πρόκειται να επαληθευθεί η προσδοκία πως η άνοδος του βιοτικού επιπέδου των λαών και η διεύρυνση της μεσαίας τάξης θα έφερναν και απαίτηση για περισσότερη δημοκρατία. Τόσο η Κίνα, που δεν ήταν ποτέ δημοκρατική, όσο και η δημοκρατική Ινδία επί Ναρέντρα Μόντι ή η δημοκρατική Βραζιλία επί Ζαΐρ Μπολσονάρο ολισθαίνουν προς τον αυταρχισμό. Οι καθηγητές Αλεξάντερ Κούλεϊ και Ντάνιελ Νέξον, στα Πανεπιστήμια Κολάμπια και Τζορτζτάουν αντίστοιχα, είναι ανάμεσα στους πολλούς που προειδοποιούν ότι η φιλελεύθερη δημοκρατία της Δύσης αντιμετωπίζει απειλές, τόσο εξωτερικές όσο και εκ των έσω. «Αυταρχικές δυνάμεις και ανελεύθερες δημοκρατίες προσπαθούν να υπονομεύσουν βασικές πτυχές της φιλελεύθερης διεθνούς τάξης» έγραψαν σε κοινό άρθρο τους. «Και οι υποτιθέμενοι πυλώνες της τάξης αυτής, ιδίως οι ΗΠΑ, κινδυνεύουν να υποκύψουν στην ανελευθερία στο εσωτερικό τους». Τα παραδείγματα των απειλών προς την αμερικανική δημοκρατία που φέρνουν οι δύο καθηγητές είναι πολλά, από το ότι το ένα από τα δύο μεγάλα κόμματα, το Ρεπουμπλικανικό, «παραμένει δέσμιο ενός αυταρχικού δημαγωγού», του Τραμπ, ως ότι ο Τάκερ Κάρλσον του Fox News, ο διασημότερος και με τη μεγαλύτερη επιρροή συντηρητικός δημοσιογράφος στις ΗΠΑ, εκθειάζει τον Ορμπαν και παρουσιάζει την Ουγγαρία ως υπόδειγμα σύγχρονης δημοκρατίας.