Μια ενδιαφέρουσα εξέλιξη στα εσωκομματικά του ΚΙΝΑΛ προέκυψε από τον Γ. Παπανδρέου. Σε δύο αλλεπάλληλες συνεντεύξεις δήλωσε:

– «Κλείνω την πόρτα στον ΣΥΡΙΖΑ όπως είναι σήμερα, εκτός κι αν αλλάξει» (Σκάι, 24/11).

«Να γίνουμε κυβέρνηση και Πρωθυπουργός ας είναι κάποιος άλλος του σοσιαλιστικού χώρου» (Σκάι, 25/11).

Υποθέτω πως εννοεί τον Τσίπρα διότι δεν μπορώ να πιστέψω ότι θέλει Πρωθυπουργό τον Βαρουφάκη ή τον Κουβέλη. Και υποψιάζομαι πως με αυτό το «πού ‘ν’ τος, πού ‘ν’ τος ο Πρωθυπουργός;» θα πάμε ως τις εκλογές όποτε κι αν προκύψουν.

Και οι δύο αυτές διατυπώσεις του Παπανδρέου αμφισβητούν για πρώτη φορά ανοιχτά το κυρίαρχο δόγμα της Κεντροαριστεράς την τελευταία δεκαετία. Οτι δηλαδή:

Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν αλλάζει και ούτε μας ενδιαφέρει αν θα αλλάξει.

Αλλά είτε αλλάξει είτε δεν αλλάξει, η πόρτα είναι κλειστή για κάθε συζήτηση. Αν την ανοίξεις, όλο και κάποιος Ραγκουσης θα πεταχτεί.

Στη λογική του ο Παπανδρέου έχει δίκιο.

Επέστρεψε από το πουθενά για να βρει κάποιον ρόλο και η αναζήτηση ρόλου περνάει μέσα από μια σύμπραξη με τον ΣΥΡΙΖΑ, εξ ου και τα περί «Πρωθυπουργού του σοσιαλιστικού χώρου». Μια χαρά βολεύεται και με το υπουργείο Εξωτερικών.

Δεν κρύφτηκε, άλλωστε. Στη δήλωση υποψηφιότητάς του μίλησε για «διαμόρφωση μιας προοδευτικής πρότασης διακυβέρνησης» (20/10). Με ποιον θα τη διαμορφώσει αν όχι με τον ΣΥΡΙΖΑ; Με τον Βελόπουλο αποκλείεται!

Τώρα επανέρχεται διότι οι υπερφίαλες προσδοκίες εξέπνευσαν.

Κανείς δεν πείθεται όταν λέει ότι «θα είμαστε πρώτο κόμμα», ούτε ότι θα ανατρέψει «τους πολιτικούς συσχετισμούς που υπάρχουν σήμερα», ούτε ότι «θα πάμε να διαμορφώσουμε μια ατζέντα» (MEGA, 23/11).

Τι μένει; Ο ΣΥΡΙΖΑ.

Αλλωστε αυτή η άποψη (αν και μειοψηφική) ενυπήρχε στο ΚΙΝΑΛ. Ο συνυποψήφιος Χ. Καστανίδης κυκλοφόρησε μια «διακήρυξη» εκατοντάδων λέξεων όπου δεν υπάρχει ούτε μία φορά η λέξη «ΣΥΡΙΖΑ».

Η ζωή είναι μια προσωπική αναμέτρηση του Καστανίδη με τη Δεξιά!

Αλλά πάμε στην ουσία. Μπορεί η εκλογή αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ να ανατρέψει τους πολιτικούς συσχετισμούς;

Τίποτα δεν το δείχνει και τίποτα δεν είναι λιγότερο σίγουρα.

Ολες οι δημοσκοπήσεις δίνουν μια βελτίωση των ποσοστών του ΚΙΝΑΛ της τάξεως των 2-3 μονάδων. Από 6-7% στο 9-10%.

Οχι φυσικά επειδή «το ΚΙΝΑΛ πάει καλύτερα όταν δεν έχει αρχηγό» – όπως λέει το γνωστό καλαμπούρι. Αλλά επειδή τώρα έχει έξι αρχηγούς και ο καθένας φαντασιώνεται το ΚΙΝΑΛ με τον αρχηγό της αρεσκείας του.

Αυτό όμως θα τελειώσει στις 5 και 12 Δεκεμβρίου. Το ΚΙΝΑΛ θα αποκτήσει επιτέλους έναν αρχηγό, θα δούμε ποιοι και πόσοι θα μείνουν μαζί του.

Ακόμη όμως κι αν το ΚΙΝΑΛ δεν μπορεί να ανατρέψει τους πολιτικούς σχεδιασμούς, μπορεί να τους βελτιώσει. Το 1 προς 4 με τον ΣΥΡΙΖΑ των εκλογών του 2019 έγινε 1 προς 2 (Metron, 25/11) ή 1 προς 2,5 (Pulse, 25/11).

Αυτό φυσικά δεν εξασφαλίζει πολιτική κυριαρχία αλλά βοηθάει τη διαπραγμάτευση με τον ΣΥΡΙΖΑ, αν κάποιος θελήσει να διαπραγματευτεί μαζί του.

Αν κατάλαβα καλά, αυτό είναι το σχέδιο της πλευράς Παπανδρέου. Ενα κόμμα του 10% θα νταραβεριστεί ευκολότερα με ένα κόμμα του 25% παρά ένα κόμμα του 6% με ένα κόμμα του 30%.

Και χάρισμά τους ο Πρωθυπουργός!

Επενδύσεις
Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί, αλλά (όπως φαίνεται) ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επενδύσει πολλά στην Εξεταστική Επιτροπή για τη «λίστα Πέτσα» και μια δημοσκόπηση που δεν ήταν της αρεσκείας του.
Επειδή το πρόσχημα για την επιτροπή ήταν αστείο, όλοι καταλάβαμε τι έπαιζε. Η αξιωματική αντιπολίτευση ήθελε να εκφοβίσει ή να απαξιώσει τα μέσα ενημέρωσης και τις εταιρείες δημοσκοπήσεων.
Φυσικά αυτό απετράπη από μια επιτροπή η οποία (όπως όλες οι επιτροπές της Βουλής) συγκροτήθηκε στη βάση των κοινοβουλευτικών συσχετισμών.
Ολα αυτά όμως ήταν γνωστά από την αρχή.
Εμεινε λοιπόν η απορία: με ποια λογική ο ΣΥΡΙΖΑ είχε επενδύσει πολλά σε αυτή την Εξεταστική Επιτροπή;

Οταν λεφτά υπάρχουν

Χρειάστηκε να πάμε σε εκλογή αρχηγού στο ΚΙΝΑΛ για να περιέλθουν σε γνώση μας μια σειρά από περίεργα πράγματα.
Σύμφωνα με τον γραμματέα της Κοινοβουλευτικής Ομάδας Β. Κεγκέρογλου, το ΚΙΝΑΛ δεν είναι αυτοτελές κόμμα αλλά συνασπισμός κομμάτων στον οποίο μετέχουν το ΠαΣοΚ, το ΚΙΔΗΣΟ, η ΕΔΕΜ και διάφοροι άλλοι.
Εως εδώ κανένα πρόβλημα. Δικαίωμά τους.
Ο Κεγκέρογλου όμως προσθέτει ότι έχει υπογραφεί ένα συμφωνητικό (κατατέθηκε στη Βουλή και στο υπουργείο Εσωτερικών) σύμφωνα με το οποίο τα κόμματα αυτά μοιράζονται την κρατική επιχορήγηση του ΚΙΝΑΛ. (Γ. Παπαχρήστος, «Τα Νέα», 19/11).
Εδώ τα πράγματα μπερδεύονται.
Διότι αυτό που ομολογείται είναι ότι το Δημόσιο χρηματοδοτεί μέσω του ΚΙΝΑΛ κόμματα που δεν πληρούν τις νόμιμες προϋποθέσεις δημόσιας χρηματοδότησής τους.
Είτε επειδή έχουν οικονομικό πρόβλημα λόγω υπερχρέωσης, όπως το ΠαΣοΚ.
Είτε επειδή είναι ανύπαρκτα και ουδείς γνωρίζει τη δραστηριότητά τους.
Είτε επειδή εμφανίστηκαν άπαξ, απέτυχαν να μπουν στη Βουλή, εξαφανίστηκαν και επτά χρόνια μετά τη μοναδική εμφάνισή τους εξακολουθούν να επιχορηγούνται (ΚΙΔΗΣΟ).
Το πιο περίεργο είναι ότι κανείς από τους υποψηφίους δεν καταδέχεται να συζητήσει αυτά τα περίεργα πράγματα.
Κι ακόμη χειρότερα. Οι περισσότεροι θέλουν να πείσουν ότι η καρδιά τους είναι «ΠαΣοΚ και μόνο ΠαΣοΚ» αλλά δεν καταδέχονται να συζητήσουν για τα χρέη του ΠαΣοΚ τα οποία οδήγησαν ουσιαστικά στην αναστολή της λειτουργίας του.
Δεν έχουν καν ζητήσει να δοθούν στη δημοσιότητα οι (τουλάχιστον δύο) διαχειριστικοί έλεγχοι των οικονομικών του κόμματος που διενεργήθηκαν από ορκωτούς λογιστές επί προεδρίας και κατόπιν εντολής του Β. Βενιζέλου.
Είναι δυνατόν να μην τους ενδιαφέρουν τα οικονομικά του κόμματος ή του συνασπισμού κομμάτων στην αρχηγία του οποίου επιζητούν να εκλεγούν;
Κι αν δεν τους ενδιαφέρει η οικονομική διαχείριση τους κόμματος με το οποίο θέλουν να απευθυνθούν στους ψηφοφόρους με ποια λογική θα τους εμπιστευτούν οι ψηφοφόροι για την οικονομική διαχείριση της χώρας;
Αυτά κι αν είναι περίεργα πράγματα.