Δεν θα ήταν υπερβολή να ισχυριστούμε ότι η αφειδώς προσφερόμενη σήμερα τεχνολογική εγγύτητα σε συνδυασμό με το έθος της κοινωνικής αποστασιοποίησης που καλλιέργησε η πανδημία ενθαρρύνουν την απόλυτη εξατομίκευση και, μέσω αυτής, την επικράτηση ενός νέου ανθρωπολογικού τύπου μοναχικού, ανταγωνιστικού, βαθιά φοβικού, χωρίς αισθήματα αλληλεγγύης και κοινωνικής υπευθυνότητας, ενός νέου επιστήμονα με πολλές γνώσεις αλλά χωρίς παιδεία.
Στην περίοδο της πανδημικής απομόνωσης, με έκπληξη διαπιστώσαμε ότι όχι μόνο δεν παγιώθηκαν στη νέα γενιά τα παραπάνω χαρακτηριστικά, αλλά αντίθετα αποτυπώθηκαν δράσεις αλληλεγγύης, αμοιβαίας κατανόησης και ατομικής ευθύνης. Αυτό καταγράφηκε με τα υψηλά ποσοστά εμπιστοσύνης των νέων μας, κυρίως των φοιτητών μας, στην επιστημονική γνώση και στην τεχνολογική εξέλιξη. Οι νέοι άνθρωποι αναγνώρισαν τον θετικό ρόλο της επιστήμης και της τεχνολογίας στην καταπολέμηση της πανδημίας και αποδέχθηκαν τον γρήγορο σχεδιασμό αποτελεσματικών υγειονομικών όπλων, των εμβολίων! Πρόκειται αναμφίβολα για μια υπεύθυνη στάση ζωής που εμπνέει αισιοδοξία, ελπίδα και προοπτική για το μέλλον.
Ωστόσο, είδαμε να εμφανίζεται και μια άλλου τύπου στάση απέναντι στην πανδημική κρίση, ένας άλλος ανθρωπολογικός τύπος με έντονο φόβο και ανησυχία για το άγνωστο, με μειωμένη εμπιστοσύνη στην πολιτεία, στην επιστήμη, στην ιατρική, στην τεχνολογία, ο οποίος δεν διστάζει να
προ(σ)καλέσει ακόμα και τον θάνατο, τον δικό του και των οικείων του, εμμένοντας στη δική του εικονική πραγματικότητα μέσω της άρνησης της επιστημονικής γνώσης και της εναντίωσης στο κατεστημένο που, κατ’ αυτόν, την υπηρετεί. Αρωγοί του σε αυτόν τον «ανένδοτο αγώνα» είναι το ψεύδος, η διαστρεβλωμένη επιστημονική αλήθεια και, στις μέρες μας, ένας κραταιός μηχανισμός ψηφιακής υποστήριξης και μετάδοσής τους.
Πέρα από κάθε πρόθεση θεοποίησης ή, αντίθετα, δαιμονοποίησης των σύγχρονων ψηφιακών τεχνολογιών, είναι βέβαιο ότι αυτές διαμορφώνουν νέες συνθήκες ενημέρωσης μέσω του κατακερματισμού του φυσικού κόσμου σε ψηφίδες πληροφοριών και της μετάδοσής τους με ασύλληπτη για τον κοινό νου ταχύτητα, σε σημείο που είναι δύσκολο πολλές φορές να διακρίνουμε το πραγματικό από το εικονικό, την αλήθεια από το ψέμα, την αληθή από την ψευδή και παραπλανητική πληροφόρηση, την παραπληροφόρηση.
Το διαδίκτυο, ο παγκόσμιος ιστός, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, οι ψηφιακές πλατφόρμες επικοινωνίας δεν μπορούν να χαρακτηριστούν ως αυτουργοί της παραπληροφόρησης, καθώς αυτή είναι αποκλειστικά και μόνο επινόηση του ανθρώπου. H συμβολή της ψηφιακής τεχνολογίας έγκειται μόνο στην ευκολία πρόσβασης, μορφοποίηση και ταχύτητα διάδοσής της. Θα αναρωτηθεί κανείς: είναι αυτά σημαντικά χαρακτηριστικά; Θα τολμούσα να πω πως, ναι, είναι!
Η γρήγορη διάδοση μιας ψευδούς είδησης δεν δίνει τον χρόνο στη «διάψευση» να συμβαδίσει μαζί της, να αναμετρηθούν στο πεδίο της λογικής και των επιχειρημάτων και να συγκρουστούν στον ίδιο χώρο και χρόνο. Σήμερα, δυστυχώς, η όποια «διάψευση» δεν θα συνυπάρξει με την αρχική είδηση. Η καθυστέρηση λίγων μόνο ωρών δίνει τη δυνατότητα στο ψηφιακά αναμεταδιδόμενο ψεύδος να εμπεδωθεί στη συνείδηση της κοινής γνώμης. Οταν προκύπτει εν τέλει η «διάψευση», είναι πλέον αργά. Ο προσωπικός, κοινωνικός ή πολιτικός στόχος των πρωτεργατών της παραπληροφόρησης έχει ήδη επιτευχθεί, ο οποίος είναι η πειθώ χωρίς την αλήθεια – κάτι που τους φέρνει κοντά στην πάλαι ποτέ δημαγωγία ή, πιο κοντά μας στον χρόνο, στην καθεστωτική προπαγάνδα.
Ο κύριος λόγος «της πειθούς» της σκόπιμης παραπληροφόρησης έγκειται στο ότι ο έλεγχος και η απόρριψή της απαιτεί μεγάλη γνωστική επάρκεια και κριτική δύναμη, ενώ η προσπάθεια ανακάλυψης της αλήθειας απαιτεί πρόσθετα κίνητρα και εξασκημένη κριτική ικανότητα. Πράγματι, είναι γνωστικά πολύ πιο δύσκολο να εκτιμήσει κανείς την αλήθεια και να διερευνήσει την αξιοπιστία της πηγής ενός ψευδούς και παραπλανητικού μηνύματος από το να το αποδεχθεί ως αληθές. Επιπροσθέτως, η παραπληροφόρηση αποκτά πολλαπλάσια ισχύ όταν συμβαδίζει ή και ταυτίζεται με θρησκευτικές, ιδεολογικοπολιτικές ή ευρύτερες κοσμοθεωρητικές αντιλήψεις. Αυτό συμβαίνει διότι το ιδεολογικό ανήκειν ή και ο ευρύτερος κοσμοθεωρητικός προσανατολισμός μας δεν είναι εύκολο να αγνοηθούν και ακόμη περισσότερο να παρακαμφθούν.
Τι θα μπορούσαμε λοιπόν να κάνουμε ως κοινωνία για να μειώσουμε ή και να εξαλείψουμε τη σύγχρονη αυτή μάστιγα; Ορισμένοι απαντούν, ίσως με αρκετή ευκολία, ότι η πολιτεία θα πρέπει να θεσπίσει αυστηρότερους κανόνες δεοντολογίας, να οριοθετήσει τη λειτουργία των ψηφιακών μέσων ενημέρωσης και να αναλάβει πρωτοβουλίες για την αποτροπή της ψηφιακής χειραγώγησης και της κοινωνικής πλάνης. Δύσκολα θα απέρριπτε κανείς αυτές τις θέσεις. Ωστόσο, κάποιοι άλλοι, με λιγότερη ίσως ευκολία, προτείνουν να επενδύσουμε μακρόπνοα στην παιδεία των νέων ανθρώπων μέσα από τις αρχές μιας «ηθικής τεχνολογίας» και ενός νέου ανθρωπισμού, του «ψηφιακού ανθρωπισμού», ο οποίος θέτει την επιστήμη και την τεχνολογία στην υπηρεσία αξιών και αρχών που υιοθετούν σεβασμό, αξιοπρέπεια και ελευθερία. Μέσα σε ένα τέτοιο αναμορφωμένο και ηθικά προσανατολισμένο εκπαιδευτικό περιβάλλον, η νέα γενιά θα μάθει να ανθίσταται σε περίπλοκους μηχανισμούς προπαγάνδας και να βρίσκεται σε ετοιμότητα ώστε να μπορεί να ελέγχει και να απορρίπτει τη δόλια και παραπλανητική πληροφόρηση, την «ανεύθυνη» παραπληροφόρηση.
Ο κ. Σταύρος Δ. Νικολόπουλος είναι καθηγητής του Τμήματος Μηχανικών Η/Υ και Πληροφορικής της Πολυτεχνικής Σχολής και αντιπρύτανης του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.