Τα πανεπιστήμια της χώρας βρίσκονται σε πόλεμο. Η «εσωτερική» τους τρομοκρατία, εκείνη που η κοινωνία μας είχε συνηθίσει να εκτρέφει, απειλεί πλέον ζωές.

Επί είκοσι δυο χρόνια (που εγώ παρακολουθώ το ρεπορτάζ του χώρου της παιδείας) η βία είναι μέρος των πανεπιστημίων, συχνά και των σχολείων, με την ανοχή όλων.

Οι κυβερνήσεις. Δεν έδειξαν ποτέ πραγματική αποφασιστικότητα, αλλά αναλώθηκαν επί σειρά ετών στο λεκτικό παιχνίδι «καταργώ – δεν καταργώ» το άσυλο, κάτι το οποίο βλέπουμε τώρα ήταν πιο πολύ ένα παιχνίδι εντυπώσεων. Με την μεγαλύτερη ευθύνη στις κυβερνήσεις της αριστεράς, που έθρεψαν ένα «τέρας», γιατί δεν μπόρεσαν ποτέ να πάρουν ξεκάθαρη στάση εναντίον του.

Να σημειώσουμε εδώ ότι επί ένα χρόνο περιμένουμε ένα νέο Νόμο Πλαίσιο για τα ΑΕΙ από τη νυν ηγεσία του υπουργείου Παιδείας (που θα περιείχε και τα θέματα φύλαξης) αλλά για ένα περίεργο λόγο, ο νόμος αυτός θεωρείται υποδεέστερος από όλα τα άλλα νομοθετήματα που με ζήλο συντάσσονται.

Τα πανεπιστήμια. Συνήθισαν να ανέχονται τη βία. Πολλοί δε από τους ηγέτες τους, χρησιμοποιούσαν και λίγο τις καλές σχέσεις τους με ακραίους φοιτητές (ειδικά στο παρελθόν που αυτοί ψήφιζαν) για να εκλεγούν ή αρνούνταν να πάρουν γενναίες αποφάσεις εναντίον τους, επειδή αποσκοπούσαν σε μια μελλοντική πολιτική καριέρα και δεν ήθελαν να «σπάσουν αυγά» με κανένα πολιτικό χώρο (εξαιρώ εδώ το θύμα της τελευταίας αποτρόπαιας πράξης, τον νυν πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών, που είχε αναλάβει στη θέση του μόλις δυο μήνες, με σχέδια και πρόγραμμα για να αλλάξει το πανεπιστήμιο και να το φέρει έξω στην κοινωνία). Κάποιοι πρυτάνεις βέβαια, που δεν ανήκαν στις παραπάνω κατηγορίες, σκέφτονταν, και προβληματίζονταν, ότι οι επεμβάσεις των αρχών μέσα Ιδρύματα όπου υπάρχουν συνήθως φοιτητές, μπορούσαν να οδηγήσουν σε άλλης μορφής κινδύνους.

Οι αρχές. Σε κάποιες περιπτώσεις, δεν έδειχναν πραγματική διάθεση να εμπλακούν. Ίσως γιατί συνήθως είχαν αντιφατικές εντολές. Στο παρελθόν, πρυτάνεις καλούσαν τις αρχές μετά από περιστατικά βίας (έχω σειρά καταγεγραμμένων τέτοιων περιπτώσεων στο δημοσιογραφικό μπλοκάκι μου), αλλά υπήρχαν περιπτώσεις όπου δεν εμφανιζόταν εγκαίρως κανείς εκπρόσωπος τους.

Με αυτή τη μέθοδο, ναρκωτικά διακινούνταν επι χρόνια μέσα στα ΑΕΙ, σεξουαλικές επιθέσεις γίνονταν, φοιτητές βιαιοπραγούσαν σε βάρος καθηγητών τους, σταμάταγαν συνεδριάσεις της Συγκλήτου, έχτιζαν γραφεία, έδερναν πρυτάνεις.

Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον ξυλοδαρμό του σεβάσμιου Χρήστου Κίττα, πρώην πρύτανη του πανεπιστημίου Αθηνών από ομάδα φοιτητών, που δεν έμοιαζαν άνθρωποι, καθώς κανείς τους δεν μπορούσε να αρθρώσει μια λογική κουβέντα σε όποια ερώτηση τους απηύθυνες. Τι άνθρωποι αλήθεια ήταν αυτοί; Και σε ποια κοινωνία μεγάλωσαν; Είχαν μπροστά τους ένα σεβάσμιο, μεγάλο άνθρωπο και του φέρθηκαν με απίστευτη βιαιότητα. Τι άνθρωποι ήταν αυτοί που μπήκαν προχθές στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών; Είχαν μπροστά τους έναν ήρεμο και ευγενικό άνθρωπο και φέρθηκαν σα ζώα. Κι όμως: κάποιοι από αυτούς ήταν φοιτητές. Πάντα, κάποιοι από αυτούς είναι φοιτητές.

Τι θα έκανε μια αποφασιστική ηγεσία;

Θα θεσμοθετούσε σώμα πανεπιστημιακής φύλαξης και κάρτα εισόδου που θα ελεγχόταν με ειδικά μηχανήματα για όσους μπαίνουν ή βγαίνουν από αυτά. Σε Ιδρύματα που έχουν δάσος και μεγάλο κάμπους, αντίστοιχο έλεγχο σε όλα τα κτήρια εισόδου.

Οι είκοσι βάνδαλοι που εισέβαλαν στο γραφείο του πρύτανη του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών έστειλαν διπλό μήνυμα: το πιο ηχηρό κομμάτι του απευθυνόταν στα υπουργείο Παιδείας και Προστασίας του Πολίτη. Το πιο αδύναμο (γιατί μάλλον δεν τους ενδιέφερε πολύ) ήταν προς την πανεπιστημιακή κοινότητα της χώρας.

Ας μην ξεχνάμε: Τα πανεπιστήμια της Ελλάδας είναι άξια επιστημονικά, μπορούν να μεγαλουργήσουν. Έχουν αποδείξει την αξία τους μέσω των ερευνητών και επιστημών τους.

Η στιγμή λοιπόν είναι τώρα: Πάρτε μέτρα. Με πολιτική συναίνεση. Όχι μέτρα εντυπωσιασμού. Μέτρα ουσίας.