Οι πολιτικές εξελίξεις γύρω από τη Δίκαιη Μετάβαση σε Ελλάδα και Ευρώπη από το 2015 ως σήμερα, τα συμπεράσματα που αντλούνται, οι προκλήσεις για το μέλλον και προτάσεις αντιμετώπισής τους αποτυπώνονται στη νέα έκθεση της δεξαμενής σκέψης για το περιβάλλον, TheGreenTank, η οποία παρουσιάστηκε σήμερα σε ειδική τηλεδιάσκεψη.

Σύμφωνα με τα όσα αναφέρονται στην έκθεση με τίτλο «Δίκαιη Μετάβαση: Ιστορικό, εξελίξεις και προκλήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη», παρά την πρόοδο που έχει συντελεστεί τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα, η μεγαλύτερη πρόκληση σχετικά με τη μετάβαση των λιγνιτικών περιοχών είναι ο χρόνος, καθώς είναι αδύνατον η στροφή τοπικών οικονομιών βαθιά εξαρτημένων από τη λιγνιτική δραστηριότητα, να συντελεστεί ως το 2023. Σε αυτό το χρονικό διάστημα όμως είναι εφικτό να τεθούν οι κατάλληλες προγραμματικές βάσεις και να εξασφαλιστούν οι απαραίτητοι πόροι που θα στρέψουν τις τοπικές οικονομίες προς βιώσιμη κατεύθυνση σε βάθος 15-20 ετών.

Ωστόσο, όπως ανέφερε ο αναλυτής πολιτικής στο TheGreenTank, Νίκος Μάντζαρης, η δραστική περικοπή του Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης, το οποίο θα χρηματοδοτήσει δράσεις στις υπό απολιγνιτοποίηση ευρωπαϊκές περιφέρειες, από 40 δισ. ευρώ σε 17,5 δισ. ευρώ (σύμφωνα με την τελευταία πρόταση της ΕΕ τον Μάιο), θα οδηγήσει σε περιορισμό των κονδυλίων για την Ελλάδα από 1,724 δισ. ευρώ σε 750 εκατ. ευρώ, δηλαδή κατά ένα δισ. ευρώ.

Η απολιγνιτοποίηση έχει ήδη ξεκινήσει στην Ελλάδα. Μάλιστα, εντός του Ιουνίου καταγράφηκαν μέρες με μηδενική συμμετοχή του …κάρβουνου στην παραγωγή ενέργειας, ενώ συνολικά έχει υποτετραπλασιαστεί σε σύγκριση με το 2016. Στην ΕΕ – 27 το μερίδιο λιγνίτη και λιθάνθρακα είναι σήμερα στο 12% (μείωση κατά 50% από το 2016) με τις Ανανεώσιμες Πηγές Ενέργειας να καταλαμβάνουν το 40% του ενεργειακού μείγματος και τα ορυκτά καύσιμα (34%).

Ήδη τρία κράτη μέλη έχουν απεξαρτηθεί από τον άνθαρκα (Βέλγιο, Αυστρία, Σουηδία), 11 κράτη μέλη έχουν δεσμευτεί για πλήρη απεξάρτηση πριν το 2030 (μεταξύ αυτών και η Ελλάδα έως το 2028), ένα κράτος μέλος δεσμεύεται για πλήρη απεξάρτηση μετά το 2030 και έξι κράτη μέλη δεν έχουν θέσει ακόμα συγκεκριμένη ημερομηνία απεξάρτησης.

Πώς θα αποφευχθούν τα λάθη του παρελθόντος

Η έκθεση καταλήγει στις παρακάτω προτάσεις που θα επιτρέψουν την αποφυγή λαθών του παρελθόντος και θα συνδράμουν στην επείγουσα ανάγκη για σωστό σχεδιασμό της επόμενης μέρας στις λιγνιτικές περιοχές της χώρας:

Διακομματική συμφωνία: Παρά τις διαφορές για το χρόνο απόσυρσης των μονάδων, μπορεί να υπάρξει ευρύ πεδίο σύγκλισης στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας και κοινές διεκδικήσεις όλων των κομμάτων στους τομείς της διακυβέρνησης, της χρηματοδότησης και των συντονισμένων πρωτοβουλιών στο Ευρωκοινοβούλιο, το Συμβούλιο και την Επιτροπή.

Διαμόρφωση ενός βιώσιμου και συνεκτικού σχεδίου: Στο υπό διαμόρφωση συνολικό Σχέδιο Δίκαιης Αναπτυξιακής Μετάβασης και τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης είναι απαραίτητο να διαμορφωθούν κριτήρια επιλογής έργων με γνώμονα την περιβαλλοντική βιωσιμότητα, το μακροπρόθεσμο αποτύπωμά τους στην απασχόληση και την τοπικά προστιθέμενη αξία καθώς και τη διακλαδική διασπορά των οικονομικών δραστηριοτήτων.

Συμμετοχικός Σχεδιασμός – Διαβούλευση: Ανεξαρτήτως της αρτιότητας του οποιουδήποτε σχεδίου, ιδιαίτερη σημασία έχει αυτό να διαμορφωθεί και να υλοποιηθεί με συμμετοχικό τρόπο που να βασίζεται στη διαβούλευση και τη διαφάνεια.

Σύστημα διακυβέρνησης: Το σύστημα διακυβέρνησης που θα κληθεί να υλοποιήσει τα Εδαφικά Σχέδια Δίκαιης Μετάβασης, πρέπει να είναι απλό, διαφανές, με διακριτούς ρόλους για τους συμμετέχοντες στη λήψη αποφάσεων και ισορροπημένο ως προς την κατανομή αρμοδιοτήτων μεταξύ του κράτους, της τοπικής αυτοδιοίκησης, των εργαζομένων, των επαγγελματικών φορέων, της επιστημονικής κοινότητας και της κοινωνίας των πολιτών. Επιπλέον, πρέπει να διασφαλίζεται ησυνέχειάτου μέσα από τη συμμετοχή ανθρώπων ανεξάρτητων από τους εκάστοτε πολιτικούς συσχετισμούς σε τοπικό και εθνικό επίπεδο.

Χρηματοδότηση: Το δύσκολο εγχείρημα του μετασχηματισμού των τοπικών οικονομιών στις λιγνιτικές περιοχές απαιτεί ένα μακροπρόθεσμο και σταθερό πλαίσιο χρηματοδότησης. Σε εθνικό επίπεδο, χρειάζεται διακομματική δέσμευση για τη συνέχιση της χρηματοδότησης της μετάβασης από εθνικούς πόρους σε βάθος δεκαετίας και διερεύνηση της δυνατότητας διοχέτευσης πόρων του πακέτου ανάκαμψης στις λιγνιτικές περιοχές.

Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η Ελλάδα πρέπει να διεκδικήσει αλλαγή των κριτηρίων κατανομής των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης.

Σήμερα τα κριτήρια είναι τα εξής:

1.Εκπομπές Αερίων Θερμοκηπίου (ΑΘ) βιομηχανικών περιοχών (49%)

2.Θέσεις εργασίας στην εξόρυξη λιθάνθρακα και λιγνίτη (25%)

3.Θέσεις εργασίας στις βιομηχανικές περιοχές (25%)

4.Παραγωγή τύρφης (0,95%)

5.Παραγωγή σχιστολιθικού πετρελαίου (0,05%)

Σύμφωνα με τον κ. Μάντζαρη πρέπει οπωσδήποτε να συμπεριληφθεί το κριτήριο της ταχύτητας με την οποία τα κράτη μέλη δεσμεύονται να μειώσουν τις εκπομπές ΑΘ από λιθάνθρακα ή λιγνίτη όπως αυτή αντικατοπτρίζεται στα αντίστοιχα Εθνικά Σχέδια για την Ενέργεια και το Κλίμα με βαρύτητα 10% καθώς και το κριτήριο της ανεργίας το έτος 2018 για τις περιφέρειες όπου πραγματοποιείται εξόρυξη ή καύση λιγνίτη ή λιθάνθρακα (βαρύτητα 10%) .

«Η επιτυχία της Δίκαιης Μετάβασης των λιγνιτικών περιοχών αποτελεί στοίχημα τόσο για τη χώρα μας συνολικά όσο και για την ίδια την Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία. Είναι ανάγκη να ενισχυθεί μέσα από ένα ανοιχτό, διαφανές και πολύ-συμμετοχικό σύστημα διακυβέρνησης καθώς και να εξασφαλιστούν επαρκείς και σταθεροί πόροι για τη χρηματοδότησή της. Επείγον ζητούμενο αποτελεί η τροποποίηση των κριτηρίων κατανομής του Ευρωπαϊκού Ταμείου Δίκαιης Μετάβασης,ώστε οι πόροι να κατευθυνθούν στις περιοχές εκείνες που έχουν τις μεγαλύτερες και πιο άμεσες ανάγκες», επεσήμανε ο κ. Μάντζαρης. Και πρόσθεσε: «Μετά την απόφαση για απολιγνιτοποίηση η Ελλάδα συγκαταλέγεται ανάμεσαστα πιο κλιματικά φιλόδοξα κράτη μέλη της ΕΕ. Τώρα είναι η στιγμή που αυτή η στάση πρέπει να μετουσιωθεί σε ένα πραγματικά βιώσιμο μέλλον γι