Θα περίμενε κανείς (μάλλον αφελώς) ότι η συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο για την Οικονομία θα έθιγε θέματα της Οικονομίας. Μεταξύ αυτών, Πρωθυπουργός και Αρχηγός της Αξιωματικής Αντιπολίτευσης, θα μπορούσαν να μιλήσουν για τις προοπτικές της οικονομικής ανάπτυξης, καθώς, το τελευταίο ενημερωτικό δελτίο (4 Ιουλίου 2018) του Οργανισμού Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους εκτιμά, για την περίοδο 2023-2060, ετήσιο ρυθμό αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ κατά 3%.
Με άλλα λόγια, εαν ο πληθωρισμός κινηθεί στο 1,5% με 2%, ο ετήσιος ρυθμός πραγματικής ανάπτυξης θα είναι μόνο 1% με 1,5%. Επισημαίνοντας ότι ο μέσος ρυθμός πραγματικής ανάπτυξης την περίοδο 1914-2017 (ήτοι των τελευταίων 100 ετών και…βάλε) ήταν 3,1%, η προαναφερθείσα απογοητευτική εκτίμηση για μακροχρόνια ανάπτυξη 1% με 1,5% σημαίνει ότι η χώρα μας, αφενός μεν θα ασθμαίνει οικονομικά για τα επόμενα 42 έτη, αφετέρου δε, με τόσο χαμηλό ρυθμό ανάπτυξης, κάθε προσπάθεια αποκλιμάκωσης της ανεργίας από το σημερινό 20% θα παραμείνει φρούδα ελπίδα.
Αντί λοιπόν σοβαρής ανταλλαγής απόψεων και προβληματισμών για τα παραπάνω, η όλη συζήτηση εξελίχθηκε σε συζήτηση προ Ημερησίας Διάταξης για τα οικογενειακά των κκ. Τσίπρα-Μητσοτάκη. Ο ένας (κ. Τσίπρας) μας είπε (με προκλητικό τρόπο) ότι παραμένει υπερήφανος για το Δημοψήφισμα του 2015. Και τούτο παρά το γεγονός ότι αποφάσισε τότε ότι το 62% που ψήφισε «ΟΧΙ» είναι αριθμητικά μικρότερο από το 38% που ψήφισε «ΝΑΙ». Ο άλλος (κ. Μητσοτάκης) ανέφερε τις γνωστές, και βαρετά επαναλαμβανόμενες, απόψεις του για την Συμφωνία στις Πρέσπες λες και αυτό ήταν το επίμαχο θέμα της προ Ημερησίας Διάταξης. Όλα αυτά εν μέσω προσβλητικών χαρακτηρισμών από τον ένα στον άλλο.
Και όλα αυτά μου θύμισαν το πόσο έχουμε πραγματικά παραμείνει στάσιμοι κάτι που εξηγεί γιατί δεν πρόκειται να επιστρέψουμε στην κανονικότητα. Πράγματι, θυμήθηκα μια ανάλογη, και εξίσου απογοητευτική, συζήτηση στο Ελληνικό Κοινοβούλιο στα τέλη του 2011. Τότε λοιπόν, και προτού ο Γιώργος Παπανδρέου παραιτηθεί από την πρωθυπουργία, έκανε χρήση μέρους της ομιλίας του διαφωτίζοντας μας για το… ρολόι που έλαβε ως κληρονομιά από τον παππού του.
Ο δε Αντώνης Σαμαράς, σαν χαλασμένο γραμμόφωνο, επαναλάμβανε, βαρετά και μονότονα, ότι η μόνη λύση ήταν άμεσες εκλογές. Άγονη και απογοητευτική και η τότε συζήτηση, χωρίς όμως τις υπερβολές και τις ύβρεις του σήμερα.
Και όλες αυτές οι θλιβερές συζητήσεις, τις οποίες παρακολουθούν με πάθος (και) οι 300 Βουλευτές του Έθνους, σε κάνουν να παρακαλάς για μία ριζική αναθεώρηση του Συντάγματος με «αιχμή του δόρατος» την μείωση των βουλευτικών εδράνων από τα 300 στα 200. Τουλάχιστον έτσι, θα μπορούμε να συντηρούμε, από οικονομική όποψη, πολύ λιγότερους θιασιώτες της σημερινής παρακμιακής πολιτικής κατάστασης…
Ο Κώστας Μήλας είναι Καθηγητής και Πρόεδρος του Ερευνητικού Τομέα στο Τμήμα Οικονομικών, Χρηματοοικονομικών και Λογιστικής, University of Liverpool.