Σε κρίση οδηγούνται οι σχέσεις του Ισραήλ με τη Νέα Ζηλανδία μετά την έγκριση της απόφασης του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών που απαιτεί να τερματιστεί η ισραηλινή εποικιστική δραστηριότητα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, μεταξύ τους και η Ανατολική Ιερουσαλήμ.

Ο πρωθυπουργός του Ισραήλ Μπενιαμίν Νετανιάχου ανακάλεσε τον πρεσβευτή της χώρας του στη Νέα Ζηλανδία για διαβουλεύσεις, λίγη ώρα μετά την ψήφιση της απόφασης. Το ίδιο έπραξε και για τον ισραηλινό πρεσβευτή στη Σενεγάλη και ακυρώθηκε η προγραμματισμένη επίσκεψη του υπουργού Εξωτερικών της Σενεγάλης στο Ισραήλ σε τρεις εβδομάδες.

Την απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας εισηγήθηκαν η Νέα Ζηλανδία, η Μαλαισία, η Βενεζουέλα και η Σενεγάλη. Το μέτρο της ανάκλησης των πρεσβευτών δεν αφορά τη Μαλαισία και τη Βενεζουέλα, επειδή οι δύο χώρες δεν διατηρούν διπλωματικές σχέσεις με το Ισραήλ.

Η Νέα Ζηλανδία, από την πλευρά της, ανακοίνωσε ότι η απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ που καταδικάζει την ισραηλινή εποικιστική δραστηριότητα δεν θα έπρεπε να εκπλήξει το εβραϊκό κράτος, μετά την απόφαση του Ισραήλ να ανακαλέσει τον πρεσβευτή του από το Ουέλινγκτον.

Σύμφωνα με τον υπουργό Εξωτερικών Μάρεϊ Μακ Κάλι, το Ισραήλ γνώριζε τη θέση του Ουέλινγκτον πολύ νωρίτερα από την ψηφοφορία στον ΟΗΕ. «Ήμασταν διαφανείς στην άποψή μας ότι το Συμβούλιο Ασφαλείας θα πρέπει να καταβάλλει μεγαλύτερη προσπάθεια για να στηρίξει την ειρηνευτική διαδικασία στη Μέση Ανατολή και η θέση που υιοθετήσαμε είναι πλήρως ευθυγραμμισμένη με την επί μακρόν πολιτική μας στο παλαιστινιακό ζήτημα» δήλωσε ο υπουργός.

Η απόφαση καλεί το Ισραήλ να «σταματήσει αμέσως και εντελώς οποιαδήποτε εποικιστική δραστηριότητα στα κατεχόμενα παλαιστινιακά εδάφη, μεταξύ τους η Ανατολική Ιερουσαλήμ» και τονίζει ότι οι «εβραϊκοί οικισμοί δεν έχουν νομική αξία και είναι επικίνδυνοι για τη βιωσιμότητα μιας λύσης δύο κρατών».

Είναι η πρώτη φορά που ψηφίζεται από το Συμβούλιο Ασφαλείας, σε 38 και πλέον χρόνια, καταδικαστική απόφαση για την ισραηλινή πολιτική επικοισμού.

Στην ψηφοφορία στο Συμβούλιο Ασφαλείας οι Ηνωμένες Πολιτείες απείχαν και δεν άσκησαν το δικαίωμα βέτο που θα απέτρεπε την υιοθέτηση της απόφασης.