Συμπλέουν ιδεολογικά, συμπράττουν διοικητικά επιζητώντας σαρωτικές αλλαγές στο status quo του ελληνικού ποδοσφαίρου, ωστόσο εντός των τεσσάρων γραμμών ΑΕΚ και ΠΑΟΚ ο ένας θα θέλει το κακό του άλλου και όχι μόνο στους μεταξύ τους αγώνες. Αμφότεροι οι Δικέφαλοι επέλεξαν προπονητές που σηκώνουν πολλή συζήτηση. Αυτός του Νότου στράφηκε στον ιδιόρρυθμο κ. Τιμούρ Κετσπάγια, πρόσωπο το οποίο αγαπήθηκε ιδιαίτερα κατά το παρελθόν από τους οπαδούς της ομάδας. Εκείνος του Βορρά πάλι έδωσε το χρίσμα του πρώτου στον κ. Βλάνταν Ιβιτς, ο οποίος στα τελειώματα της σεζόν ανέλαβε μια διαλυμένη κατάσταση και κατάφερε μια χαμένη χρονιά να έχει αρκούντως ικανοποιητική τελευταία γεύση.
Ενας φίλος από τα παλιά
Ο σκληρός και ωμός Τιμούρ

Μετά το φιάσκο στην υπόθεση του Γάλλου κ. Φιλίπ Μοντανιέ και με τον χρόνο να την πιέζει ασφυκτικά ένεκα του κακού σχεδιασμού στο θέμα του προπονητή, η ΑΕΚ επέλεξε να κινηθεί στα σίγουρα παρά να δοκιμάσει μια νέα απόπειρα στα αχαρτογράφητα νερά του εξωτερικού με τον κίνδυνο μιας δεύτερης επικοινωνιακής ήττας. Ετσι επελέγη ο κ. Τιμούρ Κετσπάγια, πρόσωπο ιδιαίτερα αγαπητό στους φίλους της ομάδας καθώς είχε μεγαλουργήσει ως ποδοσφαιριστής ντυμένος στα κιτρινόμαυρα την τριετία 1994-97.
Για να έλθει τότε στην Ενωση είχαν συναποφασίσει την απόκτησή του τρία πρόσωπα, τα δύο εκ των οποίων διατηρούν και σήμερα ενεργά πόστα στην ομάδα: ο τότε προπονητής και σήμερα εκτελεστικός διευθυντής κ. Ντούσαν Μπάγεβιτς και ο νυν εξωδιοικητικός ηγέτης της ΠΑΕ κ. Δημήτρης Μελισσανίδης, ο οποίος την περίοδο εκείνη ήταν πρόεδρος και μεγαλομέτοχος.
Ως προπονητής ο κ. Κετσπάγια έχει εργαστεί μόνο σε Κύπρο (σε Ανόρθωση και ΑΠΟΕΛ) και Ελλάδα (τρίμηνο πέρασμα από τον Ολυμπιακό) μιλώντας για συλλογικό επίπεδο, ενώ για μια πενταετία υπήρξε τεχνικός της Εθνικής Γεωργίας.
Οσοι ποδοσφαιριστές έχουν εργαστεί υπό τις οδηγίες του κάνουν λόγο για έναν ιδιαίτερα σκληρό και λάτρη της πειθαρχίας προπονητή, ευέξαπτο και ευερέθιστο, αλλά επίσης ντόμπρο και δίκαιο. Υπήρξαν φορές που ήρθε σε ωμή αντιπαράθεση με παίκτες, διοικούντες και δημοσιογράφους δίχως να μασήσει τα λόγια του ή να σκεφθεί ότι ο οξύθυμος παρορμητισμός του θα λειτουργούσε στην πορεία εις βάρος του.
Σπανίως φεύγοντας από τις ομάδες στις οποίες εργάστηκε άφησε πίσω του περισσότερους φίλους από ανακουφισμένους ανθρώπους. Ωστόσο το έργο του δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Τόσο με την Ανόρθωση όσο και με τον ΑΠΟΕΛ κατάκτησε πρωταθλήματα και βελτίωσε σημαντικά νεαρούς ποδοσφαιριστές, ενώ οδήγησε την πρώτη στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ, για παρθενική φορά στην ιστορία της. Είναι μετρ των επιτυχιών σε ευρωπαϊκούς προκριματικούς καθώς έχει λάβει μέρος σε 10 και οδηγήσει τις ομάδες με τις οποίες συνεργάστηκε σε 9 προκρίσεις!
Τακτικά θεωρείται συντηρητικός και λάτρης του μαχητικού παιχνιδιού. Στήνει το σύνολο δίνοντας τεράστια σημασία στην ανασταλτική λεπτομέρεια και έχει ως πρωταρχικό σκοπό τη νίκη, αν γινόταν ακόμα και με μισό γκολ. Στην ΑΕΚ καλείται ωστόσο να παρουσιάσει ομάδα που θα αποδίδει και ικανοποιητικό θέαμα –άλλωστε έτσι ήταν η Ενωση όταν εκείνος αγωνιζόταν σε αυτήν, την περίοδο της μεγάλης ακμής της. Αυτή δε είναι η απαίτηση από τους οπαδούς της.

Ο υπηρεσιακός που έγινε μόνιμος
Ο πράος και επίμονος Βλάνταν

Το ουδείς μονιμότερος του προσωρινού είναι απολύτως ταιριαστό στην περίπτωση του προπονητή του ΠΑΟΚ κ. Βλάνταν Ιβιτς. Ανέλαβε την ομάδα σε περίοδο βαθιάς κρίσης ως υπηρεσιακός και δίχως την παραμικρή αμφισβήτηση ότι τα καθήκοντά του θα είχαν χαρακτήρα εφήμερο. Ωστόσο με τη δουλειά και τη μεθοδικότητά του γρήγορα άρχισε να δημιουργεί την εντύπωση ότι είχε πράγματα να προσφέρει, θεωρίες να αναπτύξει, ιδέες να καταθέσει στο ποδοσφαιρικό τραπέζι.
Κατάφερε να συμμαζέψει το μπάχαλο των αποδυτηρίων που άφησε πίσω του φεύγοντας ο κ. Ιγκόρ Τούντορ, να βάλει τάξη στις σχέσεις μεταξύ των παικτών, να εισχωρήσει θετικά στο μυαλό τους και εν συνεχεία να καταλήξει σε έναν βασικό κορμό, κάτι που δεν κατάφερε ποτέ ο προκάτοχός του. Η επιμονή σε κλασικές αρχές του παιχνιδιού και η πίστη του ότι η κατάσταση ήταν αναστρέψιμη εν όψει των πλέι οφ δικαιώθηκαν μέσα από τα αποτελέσματα.
Παρέλαβε μια ομάδα που έμοιαζε διαλυμένη και απογοητευμένη όπως ένα καταδικασμένο ποδοσφαιρικό σκορποχώρι και την έκανε πολύ γρήγορα νικήτρια. Πήρε τα ματς που έπρεπε και, παρά το γεγονός ότι ο ΠΑΟΚ ξεκίνησε από το -2 στην επιμέρους βαθμολογία αυτής της διαδικασίας, στο τέλος πανηγύρισε την πρωτιά και την εξασφάλιση του εισιτηρίου που τον οδηγεί στα προκριματικά του Τσάμπιονς Λιγκ.
Ο κ. Ιβάν Σαββίδης δεν είχε πλέον λόγο να αναζητεί στο εξωτερικό το επόμενο λαχείο, του έφυγε από το μυαλό η σκέψη να βρει τον διάδοχο του κ. Τούντορ σε ένα πρόσωπο που δεν θα έχει ιδέα από Ελλάδα και ΠΑΟΚ. Διαπίστωσε ότι ο κ. Ιβιτς έχει τον τρόπο και κυρίως γνωρίζει πώς να διαχειριστεί τη συγκεκριμένη ομάδα, γεγονός το οποίο είναι πολύ σημαντικό καθώς δεν απαιτείται χρόνος προσαρμογής. Ετσι του έδωσε το χρίσμα του μόνιμου και την ευκαιρία να δημιουργήσει κάτι δικό του στην πρώτη προπονητική απόπειρα της καριέρας του να χτίσει τη δική του ομάδα σε επίπεδο ανδρών.
Αν και είναι νωρίς να ειπωθεί καθώς αυτά είναι τα πρώτα βήματά του στο επάγγελμα, η φιλοσοφία του κ. Ιβιτς είναι σε μεγάλο βαθμό ταυτόσημη με αυτήν του κ. Φερνάντο Σάντος, υπό τις οδηγίες του οποίου αγωνίστηκε για αρκετά χρόνια σε ΠΑΟΚ και ΑΕΚ. Προπονητής με ήρεμο προφίλ, δουλευταράς, «ψείρας» στην τακτική και άνθρωπος της πειθαρχίας δίχως να γίνεται αυταρχικός.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ