«Ακατανόητες» χαρακτήρισε η Άνγκελα Μέρκελ τις κατηγορίες που εκτόξευσε ο Ταγίπ Ερντογάν κατά των τουρκικής καταγωγής Γερμανών βουλευτών που ψήφισαν υπέρ της αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρμενίων. Ο Τούρκος πρόεδρος κατακεραύνωσε τους βουλευτές λέγοντας ότι έχουν «ακάθαρτο» αίμα και υποστηρίζοντας μάλιστα ότι αποτελούν το «μακρύ χέρι» του Εργατικού Κόμματος του Κουρδιστάν (PKK).

«Οι βουλευτές στην Κάτω Βουλή του κοινοβουλίου της Γερμανίας εκλέγονται ελεύθερα χωρίς εξαίρεση και οι κατηγορίες και οι δηλώσεις που έγιναν από την τουρκική πλευρά είναι ακατανόητες» δήλωσε η Μέρκελ σε κοινή συνέντευξη Τύπου στο Βερολίνο με τον πρόεδρο του Αζερμπαϊτζάν Ιλχάμ Αλίεφ.

Ο Ταγίπ Ερντογάν επιτέθηκε σε ομιλία του το Σαββατοκύριακο στην Γερμανία για την υιοθέτηση της απόφασης για την αναγνώριση της γενοκτονίας των Αρμενίων, και υποστήριξε ότι η Γερμανία φέρεται υποκριτικά, δεδομένης της ιστορίας της. «Γερμανία στο ξαναλέω: Λογοδότησε πρώτα εσύ για το Ολοκαύτωμα» δήλωσε για να προσθέσει: «Η ιστορία μας δεν είναι ιστορία μαζικών φόνων, η ιστορία μας είναι μία ιστορία ευσπλαχνίας. Αυτή είναι διαφορά μεταξύ μας».

Τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης αναπαρήγαγαν επίσης ευρύτατα τη δήλωση του Ερντογάν ότι οι τουρκικής καταγωγής Γερμανοί βουλευτές που υπερψήφισαν την απόφαση έχουν «ακάθαρτο» αίμα και αποτελούν στηρίγματα της «τρομοκρατίας».

«Ορισμένοι θεωρούν ότι είναι Τούρκοι, αλλά τι είδους Τούρκοι είναι τέλος πάντων. Το αίμα τους πρέπει να εξεταστεί από αιματολογικό εργαστήριο. Το αίμα τους είναι χαλασμένο» είπε ο Ερντογάν, κατηγορώντας τους μάλιστα ότι είναι το μακρύ χέρι του απαγορευμένου Κουρδικού Εργατικού Κόμματος (PKK) στη Γερμανία. «Είναι ούτως ή άλλως γνωστό τίνος φερέφωνα είναι» είπε.

Η πρώτη αντίδραση είχε έλθει τη Δευτέρα από τον εκπρόσωπο της γερμανικής κυβέρνησης Στέφεν Ζάιμπερτ κατά την τακτική ενημέρωση των δημοσιογράφων στο Βερολίνο: «Κι εμείς στη Γερμανία θεωρούμε το PKK τρομοκρατική οργάνωση και είναι για μας εντελώς ακατανόητο το γεγονός ότι βλέπουμε τώρα πως δηλώσεις που προέρχονται από την Τουρκία επιχειρούν να συνδέσουν ορισμένους βουλευτές της Μπούντεσταγκ με την τρομοκρατία».