O Μιχάλης Μητσός γεννήθηκε το 1959 στην Αθήνα. Σπούδασε χημικός μηχανικός στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αλλά στράφηκε στη δημοσιογραφία. Από το 1988 εργάζεται στο τμήμα διεθνών της εφημερίδας «Τα Νέα».

To «Αντάτζιο» του Τοµάζο Αλµπινόνι είναι από µόνο του ένα συγκινητικό κοµµάτι. Η εικόνα ενός ανθρώπου ο οποίος κάθε απόγευµα στις 4 φοράει το επίσηµο βραδινό του ένδυµα, παίρνει το βιολοντσέλο του και µια πλαστική καρέκλα και παίζει το συγκεκριµένο έργο στον κεντρικό δρόµο µιας βοµβαρδισµένης πόλης στη µνήµη των νεκρών του πολέµου είναι αρκετή για να σε κάνει να αναλογιστείς πολλά: για τον αιώνα σου, για την τρωτότητα µιας κοινωνίας που επιφανειακά σού φαίνεται εύρωστη και σταθερή, για τα έθνη, τις κοινότητες και τα εγκλήµατα στο όνοµά τους, για τον µεγάλο κόσµο που χωρίς πολλή ταραχή παρατηρεί τα πάντα εξ αποστάσεως, για τις µεγάλες δυνάµεις που χωρίς πολλή σπουδή δρουν µε βάση αφηρηµένες αρχές και κούφια λόγια.

Συνάντησα τον Βεντράν Σμαΐλοβιτς, τον άνθρωπο που έπαιζε «Το Αντάτζιο του Αλμπινόνι», όπως ήταν ο τίτλος της στήλης, στα «Νέα» της 11ης Ιουνίου 1992, την πρώτη φορά που θυμάμαι να διαβάζω τις «Διαστάσεις» –τότε τετράγωνη περιοχή στο κάτω μέρος της σελίδας, σήμερα ορθογώνια κολόνα στο πλάι της. Χάρη σε αυτόν, θυμάμαι και το κείμενο 23 χρόνια μετά, αν και από τις γραμμές περνούσαν και η Σλαβένκα Ντράκουλιτς και ο Φράνιο Τούτζμαν και ο Εμίρ Κουστουρίτσα. Ισως γιατί το όνομα ενός πολίτη του πολιορκημένου Σαράγεβο εντυπωνόταν ευκολότερα στη μνήμη σε σχέση με τα επώνυμα μιας χώρας που διαλυόταν στα εξ ων συνετέθη. Ισως γιατί, όπως είπε ο Μιχάλης Μητσός, όταν έθεσα και σε εκείνον το ερώτημα, «ο άνθρωπος αυτός συμπύκνωνε όλα όσα πιστεύαμε εκείνη την εποχή και μας λοιδορούσαν γι’ αυτά –τη συνεργασία, τη συμβίωση μεταξύ των εθνοτήτων».
Ως συγγραφέας της στήλης επί τρεις σχεδόν δεκαετίες, ο ίδιος ξέρει καλύτερα –ενδεικτικό ότι τον θυµάται δύο φορές στο βιβλίο του «Οι ιστορίες θα µας σώσουν –Ενα ηµερολόγιο του 2014» (εκδ. Πόλις), κείµενο που αποτελεί ταυτόχρονα συλλογή µικρών δοκιµίων, προσωπικών εξοµολογήσεων, αναδίφηση σε πλήθος καίριων επισηµάνσεων του διεθνούς Τύπου, υπαινικτική αναφορά σε πρόσωπα και καταστάσεις που µπορεί σε δεύτερο επίπεδο να µιλούν για άλλα πρόσωπα και άλλες καταστάσεις, οδοδείκτη της εποχής και ταυτόχρονα επιλογή ιστοριών από την καθηµερινότητα που κανείς δεν µπορεί απλώς να προσπεράσει. Με άλλα λόγια, πρόκειται για ένα βιβλίο που µεγεθύνει και προεκτείνει την προοπτική µιας από τις πιο ξεχωριστές στήλες του ελληνικού Τύπου σε µια χρονιά καθοριστική για την εξέλιξη µιας καθοριστικότερης που τότε ακόµη ερχόταν.
Ο Ματέο Ρέντσι και το ερωτηµατικό της αναγέννησης της Αριστεράς, ο Μπαράκ Οµπάµα και η οµολογία ανυπαρξίας στρατηγικής για την αντιµετώπιση του Ισλαµικού Κράτους βρίσκονται πλάι πλάι µε τραγούδια του Βαν Μόρισον («Οπως ακριβώς η Γκρέτα») και στίχους του Τενεσί Γουίλιαµς («Γαλάζιο τραγούδι»). Ο συνδυασµός αποδίδει ένα πλούσιο βιβλίο, στο οποίο δύσκολα µπορείς να αντισταθείς, είτε αναζητάς την ποικιλία των ιστοριών ανθρώπινου ενδιαφέροντος, είδος στο οποίο κάποτε αρίστευαν οι εφηµερίδες, είτε µια οξυδερκή επισήµανση για την πραγµατικότητα στην Ελλάδα και στην Ευρώπη του 2014. Για το 2015, αν αποφάσιζε ποτέ να συνεχίσει το πρότζεκτ, θα µπορούσε ίσως να ξεκινήσει µε την εξαιρετικά επίκαιρη καταληκτική πρόταση της στήλης του Ιουνίου του 1992, όταν, υπογραµµίζοντας την κραυγή αγωνίας του Εµίρ Κουστουρίτσα προς την Ευρώπη, σχολίαζε: «Αλλά η Ευρώπη έχει κουφαθεί». Σήµερα, στην πρόταση ο Μιχάλης Μητσός θα πρόσθετε και την Ελλάδα.

* Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 9 Αυγούστου 2015

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ