Σε μια πρόσφατη λογομαχία δυο ικανοί και συμπαθείς πρόεδροι κοινοβουλευτικών κομμάτων χρησιμοποίησαν φρασεολογία από ταινίες γουέστερν του Σέρτζιο Λεόνε αφήνοντας εμβρόντητους παριστάμενους και τηλεθεατές. Ο ένας προκάλεσε τον άλλο σε «showdown» (τελική αναμέτρηση) και εκείνος αποδέχτηκε την πρόκληση λες και η μονομαχία αυτή θα άλλαζε τη ζωή του μέσου Έλληνα πολίτη ή θα έκρινε το μέλλον της χώρας.

Είναι φυσικό να σκέπτονται το πολιτικό τους προφίλ, όπως οι πιστολέρο του Φαρ Ουέστ πόνταραν στη φήμη τους, αλλά να μην ξεχνούν ότι εκπροσωπούν μια μεγάλη μερίδα ψηφοφόρων και οφείλουν, ιδιαίτερα σε περίοδο οικονομικής κρίσης, να σκέπτονται και το κοινό συμφέρον. Οι όποιες μονομαχίες πρέπει επομένως να γίνονται για την επίλυση των προβλημάτων που τσακίζουν τους πολίτες, και τα όποια μέσα έχουν στη διάθεσή τους σε επίπεδο εκπαίδευσης και πείρας, ανεξάρτητα από το αν τα απόκτησαν στο Ελ Πάσο ή στο Χάρβαρντ, πρέπει να χρησιμοποιούνται πρωτίστως για το σκοπό αυτό.

Οι πολίτες που σκαλίζουν στα σκουπίδια για να καταπραΰνουν το άδειο στομάχι, δεν μπορούν να αγοράσουν φάρμακα ή πετρέλαιο, δεν έχουν ρεύμα και τα παιδιά τους διαβάζουν με το κερί, λίγο γνοιάζονται για το ποιοι υπουργοί και πώς χειρίστηκαν το θέμα των υποβρυχίων, όπως λίγο γνοιάζονται και εκατοντάδες χιλιάδες άλλοι εξαθλιωμένοι φορολογούμενοι που σέρνονται τα τελευταία τρία χρόνια. Έχει γίνει πλέον κοινή πεποίθηση ότι πολλοί (από όλους τους πολιτικούς χώρους) ευθύνονται για πολλά που έγιναν ή δεν έγιναν με αποτέλεσμα ο κοσμάκης να πληρώνει σήμερα ακριβά τα λάθη και τις παραλείψεις τους.

Ο χειμαζόμενος λαός θα χαιρετούσε ωστόσο μια άλλη μονομαχία με έναν άλλο πανίσχυρο, αλλά όχι ανίκητο, αντίπαλο και εχθρό. Ανάμεσά μας κυκλοφορούν μεγαλοφορομπαταχτσήδες που οφείλουν εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ευρώ, μπορούν να πληρώσουν και δεν πληρώνουν. Έτσι, ενώ οι μικροφειλέτες στριμώχνονται άγρια και χάνουν το αυτοκίνητο, το μαγαζί και σε λίγο και το σπίτι τους, με ό, τι αυτό μπορεί να συνεπάγεται για τις οικογένειες τους, οι μεγαλοφειλέτες συνεχίζουν ανενόχλητοι το τσιμπούσι με τον τσαμπουκά τους.

Κοντεύουν δυο χρόνια που το Υπουργείο των Οικονομικών δημοσιοποίησε (23/1/2012) μια λίστα 4.152 ονομάτων με ληξιπρόθεσμες οφειλές 14 δισ., 857 εκ. ευρώ. Πριν από λίγο καιρό για τη λίστα Λαγκάρντ ( με τα 1991 ονόματα Ελλήνων μεγαλοκαταθετών του εξωτερικού) έγινε πολύς θόρυβος (άνευ αποτελέσματος για τους φορολογούμενους), αλλά δεν ακούστηκε τίποτα, εντός ή εκτός του Κοινοβουλίου, για την εν λόγω λίστα. Μια εξήγηση για αυτό το (ελληνικό) φαινόμενο μάς δίνει πρώην Υφυπουργός των Οικονομικών που ομολόγησε (21/1/2011), ευθαρσώς και προς τιμήν του, από το βήμα της Βουλής, «Και όντως υπήρξε κατά καιρούς έλλειψη πολιτικής βούλησης προκειμένου να εισπραχθούν αυτά τα ανείσπραχτα χρέη».

Αν υποθέσουμε ότι την εποχή των παχέων αγελάδων (τότε που με φτηνά δάνεια καλοπερνούσαμε, γλεντούσαμε και ξοδεύαμε αβέρτα βλέποντας το τυρί και όχι τη φάκα), οι κυβερνήσεις μας δεν μπήκαν στον κόπο να εισπράξουν τις μεγάλες οφειλές (που συσσωρεύονταν και σήμερα ξεπερνούν τα 50 δισ., ενώ παράλληλα η μη είσπραξή τους οδήγησε και σε βαρύτερο δανεισμό), τι κάνουν και τι έκαναν για την αξιοποίηση τής συγκεκριμένης λίστας (και κάθε άλλης λίστας) την εποχή των ισχνών αγελάδων (τώρα που έκλεισαν οι στρόφιγγες του φτηνού και εύκολου δανεισμού και οι περισσότεροι λέμε το ψωμί ψωμάκι); Και τι κάνει για το θέμα αυτό η αντιπολίτευση που αντί να προσαρμόζει τους στόχους της στη «Realpolitik» ευαγγελίζεται ένα νέο Ελντοράντο; Μήπως περιμένουν να γίνουν πρώτα κυβέρνηση; Καήκαμε με τις εναλλακτικές κυβερνητικές προτάσεις και όποιος, λέει μια παροιμία, καεί με το χυλό φυσά και το γιαούρτι. Όσοι έβαλαν μυαλό ζητούν πλέον βαρβάτα δείγματα γραφής.

Ιδού λοιπόν η μεγάλη πρόκληση για τους οπλαρχηγούς των κομμάτων που θέλουν να διακριθούν και να εξαργυρώσουν τη σκοπευτική τους δεινότητα στην κάλπη. Ο στόχος είναι κοινός και λαοσωτήριος. Και δεν χρειάζεται να περάσουν από το Υπουργείο για να πάρουν τη λίστα των μεγαλοφειλετών, όπως κάποτε οι πιστολέρο έπαιρναν τα ονόματα των καταζητούμενων από το γραφείο του σερίφη, αλλά ούτε και να σπιρουνίσουν τα άλογά τους και να αρχίσουν το ανθρωποκυνηγητό διασχίζοντας επικίνδυνες περιοχές των Απάτσι ή ψάχνοντας σε κακόφημα σαλούν.

Η λίστα είναι «τοιχοκολλημένη» στο διαδίκτυο, με πλήρη στοιχεία. Οι οφειλές μπορούν να εισπραχθούν σε γνήσια ευρώ και όχι τρύπια δολάρια, αρκεί να βρεθεί τρόπος (και εδώ χρειάζονται τα γρήγορα πιστόλια) να ισχύσουν και για τους μεγαλοφειλέτες οι διαδικασίες είσπραξης που ισχύουν για τους μικροφειλέτες. Νόμοι υπάρχουν, φυσικά, αλλά πολλοί πατριώτες έχουν, φαίνεται, εγκολπωθεί τη θεωρία του Θρασύμαχου, κήρυκα και υπέρμαχου της σχετικότητας των νόμων, ότι το δίκαιο δεν είναι τίποτα άλλο από το συμφέρον του ισχυρού («φημί … εγώ είναι το δίκαιον ουκ άλλο ή το του κρείττονος συμφέρον», Πλάτων «Πολιτεία» Α 338 c).

Αν σήμερα χρησιμοποιήσουν με τόλμη και αποφασιστικότητα τα όπλα τους για ίση μεταχείριση των φορολογουμένων και κυρίως για την άμεση ανακούφιση όσων εξακολουθούν να πληρώνουν το μάρμαρο με λεηλατημένες τις ζωές τους, μπορούν να ελπίζουν σε ένα καλύτερο (πολιτικό) αύριο. Κατά τον Θουκυδίδη «τοις τολμώσιν η τύχη ξύμφορος», δηλ. η τύχη βοηθάει τους τολμηρούς. Σίγουρα όμως θα δειλιάσουν. Δύσκολα ενστερνίζεται κανείς την άποψη τού Γάλλου στοχαστή Μοντεσκιέ ότι πολιτική είναι «να κάνεις αυτό που πρέπει να θέλεις» (και όχι δηλ. αυτό που σε συμφέρει ή σε βολεύει προσωπικά και κομματικά).

* Ο Οδυσσέας Τσαγκαράκης είναι ομότιμος καθηγητής κλασική φιλολογίας του Πανεπιστημίου Κρήτης και συγγραφέας.