Η πρεμιέρα της σατιρικής όπερας του Ντμίτρι Σοστακόβιτς «Η Μύτη» στη Μητροπολιτική Οπερα της Νέας Υόρκης το 2010 σε σκηνοθεσία του νοτιοαφρικανού, γνωστού στην Ελλάδα, Γουίλιαμ Κέντριτζ γνώρισε εξαιρετική επιτυχία και συζητήθηκε έντονα διεθνώς. Στο πλαίσιο αυτό, η τωρινή αναβίωσή της την οποία θα έχει την ευκαιρία να παρακολουθήσει σε αναμετάδοση το ελληνικό κοινό μέσω του δημοφιλούς προγράμματος The Met: Live in HD στις 26 Οκτωβρίου στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών και σε επιλεγμένους πολιτιστικούς χώρους σε πολλές πόλεις με την υποστήριξη του Antenna (το πλήρες πρόγραμμα στο www.metingreece.gr) αναμένεται με ιδιαίτερο ενδιαφέρον.
To λιμπρέτο –το οποίο συνυπέγραψε ο συνθέτης από κοινού με τρεις συνεργάτες του –βασίζεται στο ομότιτλο διήγημα του Νικολάι Γκόγκολ (1836) και η πλοκή αφορά έναν αξιωματούχο από την Αγία Πετρούπολη η μύτη του οποίου «δραπετεύει» από το πρόσωπό του και ζει τη δική της ανεξάρτητη ζωή…
Η όπερα, γραμμένη το διάστημα 1927-1928, αποτελεί ένα μουσικό κολλάζ που περιλαμβάνει πολλά και διαφορετικά στυλ: παραδοσιακή μουσική, λαϊκά τραγούδια, ατονικότητα, για να αναφέρει κανείς μόνο μερικά. Οπως έχει χαρακτηριστικά γραφεί σε μια βρετανική πηγή, «Η «Μύτη» είναι ένα από τα μεγαλύτερα αριστουργήματα της νεανικής περιόδου του Σοστακόβιτς: ένα συνταρακτικό μείγμα φωνητικών ακροβατισμών, ηχοχρωμάτων και θεατρικής δεξιοτεχνίας τα οποία περνούν μέσα από γέλιο και θυμό… Το αποτέλεσμα μοιάζει με μια οπερατική εκδοχή των ταινιών του Τσάρλι Τσάπλιν ή των Μόντι Πάιθον… πέρα από το παράλογο θέμα και τη δεξιοτεχνική μουσική, η «Μύτη» εγγυάται ένα εξαιρετικά διασκεδαστικό απόγευμα στο θέατρο».
Η επιτυχία του πρώτου ανεβάσματος της εν λόγω όπερας ήρθε να δικαιώσει την επιλογή του Κέντριτζ ως σκηνοθέτη: η αγάπη του για το διήγημα του Γκόγκολ, σε συνδυασμό με τα πολλά διαφορετικά στοιχεία και χαρακτήρες της όπερας, τον προσανατόλισε σε ένα ανέβασμα που περιλαμβάνει κινούμενα σχέδια, γραφικά, κολλάζ, αρχειακές εικόνες και βίντεο. Την ευθύνη της μουσικής διεύθυνσης αυτή τη φορά έχει ο Πάβελ Σμέλκοφ (στην πρεμιέρα του 2010 ήταν ο Βαλέρι Γκέργκιεφ).
Ο τρόμος της ιεραρχίας

Η υπόθεση επικεντρώνεται σε έναν ρώσο αξιωματούχο, τον Κοβαλιόφ, ο οποίος ένα πρωί ξυπνά και ανακαλύπτει ότι η μύτη του… έχει εξαφανιστεί! Βγαίνει να την αναζητήσει και μαθαίνει ότι… ζει ανεξάρτητα, ως ένας αξιωματούχος που κατέχει υψηλότερη θέση από τον ίδιο και έτσι δεν πρόκειται να του μιλήσει. Η υπόλοιπη ιστορία ακολουθεί τις ταλαιπωρίες, κωμικές και θλιβερές, τις οποίες πρέπει να περάσει ο Κοβαλιόφ προκειμένου η μύτη του να… επιστρέψει στο πρόσωπό του. Στη διάρκεια του έργου το κοινό «συναντά» γραφειοκράτες, αριστοκράτες αλαζόνες, «παρακατιανούς» και διάφορους ακόμη ήρωες της κοινωνίας της Αγίας Πετρούπολης του 19ου αιώνα. Πέρα από το χιούμορ και τη σάτιρα, η ιστορία αγγίζει θέματα που έχουν να κάνουν με τη θέση του πολίτη στην κοινωνία, τις κοινωνικές συμβάσεις και τη γραφειοκρατία σε διάφορα μέρη κι εποχές: μεταξύ αυτών και το Γιοχάνεσμπουργκ της δεκαετίας του ’80 όπου ο Κέντριτζ ανδρώθηκε και ανέβασε αρκετές αβανγκάρντ θεατρικές παραστάσεις…

«Η «Μύτη» έχει να κάνει με το τι αποτελεί έναν άνθρωπο» δήλωνε ο σκηνοθέτης πριν από την πρεμιέρα του έργου το 2010. «Εχει να κάνει επίσης –συνέχιζε ο ίδιος –με τον τρόμο της ιεραρχίας. Στην τσαρική κοινωνία της Ρωσίας, αλλά και αργότερα, αν βρισκόσουν σε λίγο κατώτερη βαθμίδα, ένιωθες πραγματικό τρόμο για τους ανωτέρους σου. Και αν ήσουν εσύ ο ανώτερος, είχες μιαν απόλυτη περιφρόνηση για τους κατώτερους» κατέληγε ο Κέντριτζ, αναγνωρίζοντας ότι η κατάσταση που περιγράφει έμοιαζε με εκείνη στη Νότια Αφρική της περιόδου του απαρτχάιντ…

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 21 Οκτωβρίου 2013

HeliosPlus