Ο Υφυπουργός αρμόδιος για τη Δημόσια Ραδιοτηλεόραση κ Π. Καψής απαντώντας στην ερώτηση των 32 βουλευτών της Νέας Δημοκρατίας σχετικά με την κατάληψη του Ραδιομεγάρου της Αγίας Παρασκευής έκανε την ακόλουθη δήλωση:

«Η κατάληψη του κτιρίου της πρώην ΕΡΤ είναι παράνομη, αδικαιολόγητη, και η συνέχισή της δημιουργεί σοβαρά προβλήματα και πρόσθετο κόστος στον μεταβατικό φορέα της Δημόσιας Τηλεόρασης.

Από την πρώτη στιγμή που δημιουργήθηκε η θέση του Υφυπουργού αρμοδίου για τη Δημόσια Τηλεόραση καταβλήθηκαν συντονισμένες προσπάθειες για να αντιμετωπιστούν τα προβλήματα των εργαζομένων που απολύθηκαν. Έγιναν πάνω από 20 συναντήσεις με εκπροσώπους των σωματείων τους και αντιμετωπίστηκαν όλα σχεδόν τα αιτήματα – σε ορισμένες περιπτώσεις με τροπολογίες που ψήφισε η Βουλή.

Μοναδική ίσως εξαίρεση η άρση της απόφασης για το κλείσιμο της ΕΡΤ και την απόλυση του προσω­πικού της η οποία προσβλήθηκε από την ΠΟΣΠΕΡΤ στο Συμβούλιο της Επικρατείας και σύντομα αναμένεται να εκδοθεί οριστική απόφαση του Συμβουλίου.

Παρ’ όλα αυτά μερίδα των εργαζομένων συνέχισε την κατάληψη, τόσο στο κτίριο του Ραδιομεγάρου όσο και σε άλλες εγκαταστάσεις σε όλη τη χώρα, εμποδίζοντας με αυτό τον τρόπο και την πρόσληψη περίπου 1.200 συναδέλφων τους στη Δημόσια Τηλεόραση. Οι προσλήψεις αυτές κινδυνεύουν να μην πραγματοποιηθούν καθώς ήδη η ΝΕΡΙΤ ετοιμάζεται να ξεκινήσει τις διαδικασίες για την πρόσληψη μόνιμου προσωπικού.

Σήμερα η κατάληψη δεν έχει το παραμικρό νόημα καθώς από καιρό η EBU διέκοψε την αναμετάδοση του προγράμματος των «απεργών» αναγνωρί­ζοντας ότι η χώρα έχει δημόσιο ραδιοτηλεοπτικό φορέα. Σύντομα μάλιστα θα υπογραφεί και μεταβατική συμφωνία με την EBU για την επισημοποίηση της συνεργασίας με τη Δημόσια Τηλεόραση έως ότου λειτουργήσει η ΝΕΡΙΤ.

Η συνέχιση της κατάληψης δημιουρ­γεί σοβαρά προβλήματα στη λειτουργία της Δημόσιας Τηλεόρασης αυξάνοντας το κόστος της καθώς είναι υποχρεωμένη να συνεργάζεται με ιδιώτες για να καλύψει τις τεχνικές αδυναμίες των εγκαταστάσεων στην Κατεχάκη. Οι ελλείψεις αυτές επηρεάζουν δυσμενώς και τις συνθήκες εργασίας μια και λείπουν τα στοιχειώδη όπως γραφεία και ηλεκτρονικοί υπολογιστές.

Να σημειωθεί ότι τις τελευταίες εβδομάδες υπάρχουν πολλά κρούσματα δολιοφθοράς των κεραιών αναμετάδοσης με αποτέλεσμα επιπλέον κόστος αλλά και στέρηση της δυνατότητας σε πολλούς πολίτες της περιφέρειας να παρακολουθή­σουν το πρόγραμμα της Δημόσιας Τηλεόρασης.

Η αδυναμία πρόσβασης στο αρχείο της ΕΡΤ έχει σαν συνέπεια το τηλεοπτικό προϊόν που προβάλλεται να είναι κατώτερο των δυνατοτήτων του προσωπικού και ασφαλώς των προσδοκιών του τηλεοπτικού κοινού. Η ύπαρξη δελτίου ειδήσεων και ενημερωτικών εκπομπών, όπως και η κάλυψη των μεγάλων αθλητικών γεγονότων, επιτυγχάνεται μόνο χάρη στην υπερπροσπάθεια των εργαζομένων που πίστεψαν στην ανάγκη ανασυγκρότησης της Δημόσιας Τηλεόρασης και εμμένουν σε αυτήν παρά τις λοιδορίες που υφίστανται από ορισμένα συνδικαλιστικά στελέχη μιας ξεπερασμένης εποχής.

Στα προβλήματα που δημιουργεί η κατάληψη θα πρέπει να προστεθεί η αδυναμία εκκαθάρισης των υποχρεώσεων της ΕΡΤ τόσο απέναντι στους εργαζομένους για τις αποζημιώσεις τους, όσο και απέναντι σε κινηματογραφικούς και τηλεοπτικούς παραγωγούς, σκηνοθέτες κ.ά., που επωμίζονται δυσανάλογο κόστος για προγράμματα που έχουν ολοκληρωθεί αλλά δεν έχουν εξοφληθεί. Ειδικά για τον ελληνικό κινηματογράφο που στήριζε η ΕΡΤ και θα στηρίζει η ΝΕΡΙΤ, υπάρχει ο κίνδυνος να χαθούν και ευρωπαϊκά κονδύλια που έχουν εξασφαλιστεί για ελληνικές ταινίες. Όσο για το πρόγραμμα της «απεργιακής» ΕΡΤ, σε πολλές περιπτώσεις είναι παράνομο, χωρίς τον παραμικρό σεβασμό στα πνευματικά και καλλιτεχνικά δικαιώματα των παραγωγών.

Μείζον ζήτημα τέλος αποτελεί η τηλεοπτική κάλυψη της Ελληνικής Προεδρίας στην ΕΕ που δεν θα είναι δυνατή αν δεν πραγματοποιηθεί εγκαίρως η μεταφορά της Δημόσιας Τηλεόρασης στην Αγία Παρασκευή.

Θεωρώ κατά συνέπεια απολύτως αναγκαίο να γίνουν το συντομότερο δυνατό όλες οι απαιτούμενες ενέργειες για να αποδοθεί το κτίριο της Αγίας Παρασκευής στη Δημόσια Τηλεόραση. Είναι μια απόφαση που θα πρέπει να πάρει η Κυβέρνηση συλλογικά».