1969, Αθήνα. Εναρξη της κινηματογραφικής περιόδου. Στην οδό Ιουλιανού 42 ένας νέος χώρος εγκαινιάζεται. Το όνομά του, Αλκυονίς. Στην αρχή το πρόγραμμα της αίθουσας σχετιζόταν με ταινίες του λαϊκού ελληνικού κινηματογράφου, που εκείνη την εποχή είχε μεγάλη πέραση. Τα εγκαίνια της αίθουσας έγιναν με την ταινία του Αλέκου Σακελλάριου «Η αρχόντισσα και ο αλήτης». Ωστόσο δεν χρειάστηκε να περάσει πολύς καιρός ώστε η Αλκυονίδα αλλάζοντας χαρακτήρα να γίνει το κέντρο του ενδιαφέροντος για το κινηματογραφόφιλο κοινό. Με τη λειτουργία της θα σφραγίσει τα κινηματογραφικά δρώμενα μιας ολόκληρης εποχής…
2013, Αθήνα. Εναρξη της κινηματογραφικής περιόδου. Στην οδό Ιουλιανού 42 η επί χρόνια εγκαταλελειμμένη Αλκυονίδα βρίσκεται σε φάση ριζικής ανακαίνισης. Την ευθύνη για την αναγέννηση της αίθουσας έχει αναλάβει ο κινηματογραφικός διανομέας κ. Βελισσάριος Κοσσυβάκης της New Star. Ο κ. Κοσσυβάκης θα έχει την καλλιτεχνική διεύθυνση της αίθουσας. Αν όλα λειτουργήσουν βάσει του σχεδιασμού που έχει γίνει, η Αλκυονίδα θα είναι έτοιμη τον Δεκέμβριο που μας έρχεται.
Η δημιουργία της Αλκυονίδας υπήρξε το αποτέλεσμα της απόφασης του πολιτικού μηχανικού Βαγγέλη Σιδέρη να μετατρέψει σε κινηματογραφική αίθουσα το ιδιόκτητο ισόγειο της νεότευκτης πολυκατοικίας της Ιουλιανού. Ο Σιδέρης ήταν που κατάλαβε ότι η αίθουσα θα μπορούσε να λειτουργήσει ως στέγη του εναλλακτικού κινηματογράφου και όχι του σωρού. Το υπέροχο όνομά της υπήρξε ένας συνδυασμός μυθολογίας, ορνιθολογίας και γεωγραφίας. Ο Β. Σιδέρης έκανε διακοπές στα νησιά των Αλκυονίδων, από όπου εμπνεύστηκε την ονομασία της αίθουσας συνδυάζοντάς την με την ονομασία του πουλιού αλκυών και με τις Αλκυονίδες, κόρες του γίγαντα Αλκυονέα. Στο φουαγέ της αίθουσας εξακολουθεί να υπάρχει το ομοίωμα μιας Αλκυονίδας.
Αρχικώς τη διεύθυνση της αίθουσας ανέλαβε ο φίλος του Β. Σιδέρη, οικονομολόγος Μίμης Μανωλάκος και την επιλογή των ταινιών ο νεαρός δημοσιογράφος / κριτικός κινηματογράφου της εφημερίδας «Θεσσαλονίκη» Χρίστος Χριστοδούλου.
Μετά τα πρώτα δειλά βήματα αποφασίζεται η Αλκυονίς να οδηγηθεί σε ένα πρόγραμμα ταινιών ακραιφνώς καλλιτεχνικού περιεχομένου. Κυριαρχούν οι ευρωπαϊκές ταινίες των μεγάλων δημιουργών: Ινγκμαρ Μπέργκμαν, Μικελάντζελο Αντονιόνι, Ζαν-Λυκ Γκοντάρ, Φεντερίκο Φελίνι, Φρανσουά Τρυφό, Φραντσέσκο Ρόσι, Πιερ Πάολο Παζολίνι κ.ά. Μια ριζοσπαστική απόφαση της Αλκυονίδας ήταν να μην προβάλλει μόνο ταινίες από τα τότε γνωστά γραφεία κινηματογραφικής εκμετάλλευσης αλλά να εισάγει και η ίδια ταινίες ως διανομέας. Οι ταινίες αυτές προορίζονταν για αποκλειστική προβολή στην αίθουσά της. Η πολιτισμική συμβολή της υπήρξε τεράστια γιατί κατ’ αυτόν τον τρόπο το νεότερο αθηναϊκό κοινό ήρθε σε επαφή με το έργο του Σεργκέι Μ. Αϊζενστάιν (τότε προβλήθηκαν για πρώτη φορά ο «Ιβάν ο Τρομερός» και ο «Αλέξανδρος Νιέφσκι»), του Μίκλος Γιάντσο («Νικημένοι», «Ο ήχος της σιωπής»), του Ναγκίσα Οσίμα («Τελετή») και άλλων σπουδαίων δημιουργών, άγνωστων όμως στο ευρύ αθηναϊκό κοινό. Διακριτή ωστόσο ήταν και η παρουσία του ελληνικού κινηματογράφου, που από αυτή την εποχή αρχίζει να εμφανίζει έργο ανάλογο με αυτό του καλλιτεχνικού ευρωπαϊκού κινηματογράφου.
Το 1971 ήταν μια άκρως επιτυχημένη χρονιά για την αίθουσα διότι εκεί προβλήθηκε κατ’ αποκλειστικότητα η «Αναπαράσταση» του Θόδωρου Αγγελόπουλου. Μόνο την πρώτη εβδομάδα προβολής της τα εισιτήριά της άγγιξαν τις 11.000. Ως την πτώση της δικτατορίας, το 1974, μεγάλα γεγονότα αποτέλεσαν οι προβολές ελληνικών ταινιών αντισυμβατικής γραφής και περιεχομένου ως πολιτικές πράξεις απέναντι στη δικτατορία: το «Κρανίου τόπος» του Κώστα Αριστόπουλου, οι «Μέρες του ’36» του Αγγελόπουλου, το «Μαύρο + άσπρο» των Θανάση Ρεντζή και Νίκου Ζερβού είναι ταινίες που πυροδότησαν έντονα αντιδικτατορικό κλίμα εντός και εκτός της αίθουσας. Η κορύφωση ήρθε με την προβολή της εις διπλούν κομμένης από τη λογοκρισία ταινίας «Ο Βαρθολομαίος» του Μανούσου Μανουσάκη (χαμένης σήμερα), η οποία είχε άδεια για προβολή σε μία μόνο αίθουσα. Η Αλκυονίδα γέμισε από κόσμο, όπως όμως και όλη η Ιουλιανού, όπου το τραγούδι του Γιάννη Μαρκόπουλου «Μπήκαν στην πόλη οι εχθροί», ως υπόκρουση της ταινίας, ακουγόταν από όλους. Το κτίριο δονούνταν, το ίδιο και ο δρόμος. Κάπως έτσι προέκυψε το ανέκδοτο της εποχής: «Γιατί οι ασφαλίτες μετέρχονται άλλον τρόπον και δεν εισβάλλουν ένα βράδυ στην Αλκυονίδα για να έχουν στο χέρι όλους τους αντιστασιακούς μαζεμένους;».
Με την πτώση της χούντας και την υποχώρηση της αυστηρής λογοκρισίας ακολούθησαν πολλά διακριτά γεγονότα: η προβολή του συνόλου σχεδόν της πρωτοπορίας του σοβιετικού κινηματογράφου (Αϊζενστάιν, Μπουτόβκιν, Ντοβζένκο) με το εκπληκτικό νούμερο των 15.000 εισιτηρίων την πρώτη εβδομάδα προβολής. Ανάλογα αφιερώματα έγιναν και σε σκηνοθέτες της επόμενης γενιάς (Ντονσκόι, Κόζιτσεφ, Ρομ κ.ά.) την ώρα που η Αλκυονίδα είχε γίνει η ναυαρχίδα των νέων τάσεων του παγκόσμιου κινηματογράφου: Ουμπέρτο Σόλας, Αλέα, Λίτιν κ.ά. Επίσης το ελληνικό πρόγραμμα καθ’ όλη τη λειτουργία της Αλκυονίδας πάντα κατείχε το 1/3 του συνόλου των προβολών για κάθε χρονιά.
Τότε άρχισαν και οι συνεργασίες της αίθουσας με πρεσβείες χωρών των οποίων ο κινηματογράφος δεν ήταν ευρέως γνωστός στην Ελλάδα. Με δύο τουλάχιστον αφιερώματα ανά χρονιά σε εθνικές κινηματογραφίες, ο κινηματογράφος του Μεξικού, της Πορτογαλίας, της Βουλγαρίας, της Τσεχοσλοβακίας, της Πολωνίας, της Αργεντινής και της Κούβας αρχίζει να γίνεται γνωστός στους έλληνες σινεφίλ. Στα μέσα της δεκαετίας του 1970 την καλλιτεχνική διεύθυνση της αίθουσας ανέλαβε ο κ. Ζήνος Παναγιωτίδης, φοιτητής τότε της Φιλοσοφικής Σχολής και εδώ και χρόνια ο ιθύνων νους της Rosebud.
Από το 1978 ως το 1981 η Αλκυονίδα συνεργάζεται με τον κριτικό κινηματογράφου Διαμαντή Λεβεντάκη, ο οποίος διαχειρίζεται έναν μεγάλο αριθμό ταινιών του νέου ελληνικού κινηματογράφου και κάθε Κυριακή πρωί τις παρουσιάζει με αναλυτική εισαγωγή, ενώ ακολουθεί συζήτηση με τον σκηνοθέτη. Αξιοσημείωτη όμως ήταν και η συνεργασία της Αλκυονίδας με την Πανελλήνια Ενωση Κριτικών Κινηματογράφου (ΠΕΚΚ), στις εκδηλώσεις της οποίας παρουσιάζονται ολοκληρωμένα αφιερώματα, με ξεχωριστό αυτό σχεδόν στο σύνολο των ταινιών του Αλφρεντ Χίτσκοκ, στις αρχές της δεκαετίας του 1980, οπότε το τιμόνι επιλογής των ταινιών της Αλκυονίδας ως και το τέλος της λειτουργίας της αναλαμβάνει ο Κώστας Αλεξάνδρου, μόλις απόφοιτος της Σχολής Σταυράκου και πλέον καθηγητής της στην Ιστορία Κινηματογράφου. Η συμβολή της κριτικής κινηματογράφου υπήρξε καίρια στην ιστορία της αίθουσας με την προσφορά κειμένων, ιδεών και προτάσεων από επαγγελματίες του χώρου όπως ο Βασίλης Ραφαηλίδης, ο Νίνος Φένεκ Μικελίδης και ο Ανδρέας Τύρος. Φυσικά, αμισθί.
Η παρακμή άρχισε να έρχεται τη δεκαετία του 1990, όταν η Αλκυονίδα, αδυνατώντας να προβάλει τις ταινίες που ήθελε, αναγκάστηκε να κλείσει επειδή ο ιδιοκτήτης της δεν θέλησε να αλλάξει τη φιλοσοφία λειτουργίας της. Η αίθουσα λειτούργησε για μερικά χρόνια ως θέατρο και εν τέλει έκλεισε ολοσχερώς.

«Σήμερα το βασικό σλόγκαν της νέας-παλιάς αίθουσας είναι «Αλκυονίδες ημέρες, 365 ημέρες τον χρόνο»»
λέει ο κ. Κοσσυβάκης, ο οποίος δεν στοχεύει στην ανακαίνιση αλλά στην αναβίωση. Ο χαρακτήρας και το ύφος των ταινιών θα είναι τα ίδια, όπως και τα καθίσματα που θα κατασκευαστούν από την αρχή και δεν θα αντικατασταθούν από σύγχρονες κατασκευές. Η φιλοδοξία του διανομέα είναι η μετατροπή της Αλκυονίδας σε «ναυαρχίδα ενός εναλλακτικού δικτύου κινηματογραφικών αιθουσών τέχνης», όπως είπε –και όχι μόνον. Ο χώρος που θα λειτουργεί από το πρωί θα φιλοξενεί εικαστικές εκθέσεις, θεατρικές παραστάσεις, εναλλακτικά φεστιβάλ του εξωτερικού αλλά και παρουσιάσεις βιβλίων. Καθόλου εύκολο δεν ακούγεται όλο αυτό το εγχείρημα αν λάβει κανείς υπόψη τις οικονομικές δυσκολίες των καιρών μας. Ωστόσο, όπως ακριβώς η Αλκυονίδα των τελών της δεκαετίας του 1960 «έφερε την ξαστεριά στη γενική μαυρίλα της δικτατορίας», έτσι και σήμερα θα μπορούσε να έχει έναν παρόμοιο χαρακτήρα.

Η βραδιά που δεν άρχισε ποτέ
Στη δεκαετία του 1980 η λειτουργία απογευματινής ζώνης κάθε Σάββατο και Κυριακή με τίτλο «Ζήτω οι επαναλήψεις» επανέφερε στην επικαιρότητα ξεχασμένες ταινίες, ενώ η σαββατιάτικη λειτουργία μεταμεσονύκτιας ζώνης (βασισμένη πάνω σε ιδέα του Γιάννη Σολδάτου) έκανε γνωστές ταινίες αντισυμβατικής φόρμας και περιεχομένου. Χαρακτηριστικό είναι ότι η ζώνη αυτή σταμάτησε τις προβολές της έπειτα από μια επεισοδιακή βραδιά αφιερωμένη στον ερωτισμό με καλεσμένους τον Νίκο Κούνδουρο, τον Γιάννη Τσαρούχη και τον Γιώργο Βέλτσο με συντονιστή τον Σολδάτο. Μια βραδιά που πολύ απλά δεν άρχισε ποτέ! Ο κόσμος είχε ασφυκτικά γεμίσει την αίθουσα, καθώς και όλη την Ιουλιανού, μεταξύ Αριστοτέλους και Φυλής. Η Αστυνομία ήρθε και διακριτικά διεμήνυσε να μη συνεχιστούν οι μεταμεσονύκτιες προβολές. Το γεγονός ήταν στις κύριες ειδήσεις των καλλιτεχνικών στηλών στις εφημερίδες της επόμενης ημέρας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ