Αν εξαιρέσει κάποιος τη γερμανίδα καγκελάριο Ανγκελα Μέρκελ, τον βρετανό πρωθυπουργό Ντέιβιντ Κάμερον και τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζοζέ Μανουέλ Μπαρόζο, οι κυβερνήσεις των περισσοτέρων χωρών του κόσμου δοκίμασαν μια έκπληξη την περασμένη Τρίτη. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ Μπαράκ Ομπάμα στον Λόγο προς το Εθνος που πατροπαράδοτα εκφώνησε στην κοινή συνεδρίαση της Βουλής και της Γερουσίας απέφυγε να μιλήσει για την εξωτερική πολιτική που θα ακολουθήσει στη δεύτερη τετραετία. Περιορίστηκε να δώσει κάποιες γενικές γραμμές και είναι χαρακτηριστικό ότι η λέξη Κίνα δεν ακούστηκε καν.

Στον Λόγο προς το Εθνος, την περασμένη Τρίτη, εκείνο που απασχόλησε τον Μπαράκ Ομπάμα ήταν κατά κύριο λόγο τα εσωτερικά προβλήματα της Αμερικής. Και παρουσίασε ένα εξαιρετικά φιλόδοξο πρόγραμμα που «έστω και αν μόνο το μισό υλοποιηθεί θα προβάλει μιαν άλλη Αμερική», έγραψε την Τετάρτη η «Washington Post». Απορρίπτοντας εισηγήσεις να είναι μετριοπαθής, ώστε οι προτάσεις του να γίνουν δεκτές από τους Ρεπουμπλικανούς, ο Ομπάμα ήταν επιθετικός. Εδωσε ένα όραμα στον αμερικανικό λαό με έντονο άρωμα φιλελευθερισμού, προβάλλοντας ταυτόχρονα και τη μεθόδευση της λύσης μερικών από τα πιο μόνιμα προβλήματα της Αμερικής: τη φορολογική ανισότητα, το περιβάλλον, την κατοχή όπλων, τις στρατιωτικές δαπάνες, τις ηθικές αξίες.

Στόχος του μια «ισχυρή εσωτερικά» Αμερική, η οποία με το κύρος της θα διατηρήσει και θα εδραιώσει περισσότερο τη θέση της στον κόσμο. Στο όραμα του Ρεπουμπλικανού Ρόναλντ Ρίγκαν της δεκαετίας του ’70 που στήριζε την παγκόσμια θέση της Αμερικής στο πολεμικό οπλοστάσιό της και αποτελεί σήμερα το «πιστεύω» των Συντηρητικών, ο Δημοκρατικός Μπαράκ Ομπάμα παρουσιάζει ένα «ισχυρό εσωτερικό μέτωπο» που βοηθά –και δικαιολογεί –τον διεθνή ρόλο της. Το 61,4% των Αμερικανών υποστηρίζει τις φιλελεύθερες προτάσεις του, όπως έδειξε η δημοσκόπηση της περασμένης Πέμπτης. Η ρεπουμπλικανική Βουλή δεν μπορεί να το αγνοήσει, έγραψαν οι «New York Times».
Τον διεθνή ρόλο της Αμερικής και το πώς θα τον εκφράσει στη δεύτερη θητεία του ο πρόεδρος Ομπάμα επιφυλάσσεται να τον παρουσιάσει αργότερα. Τον Μάρτιο, όταν θα επισκεφθεί το Ισραήλ όπου θα δείξει την πολιτική του στο πρόβλημα με το Ιράν, τη Συρία, με τον αραβικό κόσμο γενικότερα.
Τον προσεχή Ιούνιο ο πρόεδρος θα επισκεφθεί το Βερολίνο όπου, όπως αναμένεται, θα είναι πιο συγκεκριμένος στην πρόταση που διατύπωσε στον Λόγο του της περασμένης Τρίτης για μια Διατλαντική Εμπορική Συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ. Ηταν η αναφορά σε μια τέτοια συμφωνία –το «οικονομικό ΝΑΤΟ» το ονόμασαν στις Βρυξέλλες –η οποία ενθουσίασε την Ευρώπη και πολλούς ηγέτες της.
Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο. Η ιδέα παρουσιάστηκε πριν δέκα, περίπου, χρόνια, συζητήθηκε, αλλά στην ουσία εγκαταλείφθηκε όταν διαπιστώθηκε ότι υπήρχαν προβλήματα –και όχι μόνο συμφέροντα –σχεδόν ανυπέρβλητα. Τα προβλήματα εξακολουθούν να υπάρχουν, αλλά όπως τονίζει ο Λευκός Οίκος αυτή τη φορά «υπάρχει η επίσημη σφραγίδα» της Αμερικής. Οταν κάποιοι Ρεπουμπλικανοί αμφισβήτησαν τα «ενδεχόμενα κέρδη» που θα είχαν οι Ηνωμένες Πολιτείες με την «Ευρώπη της μόνιμης κρίσης», όπως την αποκάλεσαν, επιστρατεύθηκε ο αντιπρόεδρος Τζο Μπάιντεν ο οποίος δήλωσε: «Οι καρποί μιας τέτοιας συμφωνίας είναι τεραστίου μεγέθους» προσθέτοντας ότι και μόνο η κατάργηση των δασμών «δημιουργεί οικονομική ανάπτυξη 1,5% και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού».
Ωστόσο, δεν περνά απαρατήρητο ότι ο Ομπάμα παρουσίασε την πρόταση για τη Διατλαντική Εμπορική Συμφωνία αφού προηγουμένως μίλησε για την εμπέδωση της αμερικανικής οικονομικής παρουσίας στην Ασία, γεγονός που οδήγησε σε ορισμένες ερμηνείες για τα πραγματικά κίνητρα του Λευκού Οίκου. «Θέλει να καθησυχάσει την Ευρώπη για τη στροφή της πολιτικής του προς την Απω Ασία» έγραψαν βρετανικές εφημερίδες. «Οχι», απαντούν στη Γερμανία. Η Ουάσιγκτον σπεύδει «να αγκαλιάσει την Ευρώπη, να γίνει πιο ισχυρή οικονομικά» ώστε να αντιμετωπίσει «από θέση ισχύος (…) την Κίνα». [«Spiegel»]

Τα εμπόδια
Η δύσκολη εναρμόνιση

Μια οικονομική συμφωνία ΗΠΑ – ΕΕ δεν είναι κάτι που υλοποιείται σύντομα. Ακόμη και αν λυθούν τα βασικά ζητήματα, υπάρχουν «διαβολικές λεπτομέρειες», επισημαίνει το γερμανικό «Spiegel», οι οποίες μπορεί να καθηλώσουν μια συμφωνία επί χρόνια. Δεν είναι εύκολο να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές του Ατλαντικού λ.χ. στο μήκος των προφυλακτήρων των αυτοκινήτων, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο είναι αμφίβολο αν θα δεχθεί τον τρόπο με τον οποίο λειτουργούν τα σφαγεία στην Αμερική –η Ρωσία ήδη αρνείται να εισαγάγει τα προϊόντα τους –ούτε είναι εύκολο να ανακαλέσει τους περιορισμούς που έχει επιβάλει στο μεταβολισμένο καλαμπόκι. Το Κογκρέσο είναι απίθανο να δεχθεί εύκολα τις «ανοικτές πόρτες» που έχουν στα κράτη-μέλη της ΕΕ τα «προϊόντα πνευματικής παραγωγής» (εκδοτικά δικαιώματα, πατέντα τεχνολογίας κ. ά.)
Το «οικονομικό ΝΑΤΟ» είναι «καλή και σωστή ιδέα» αλλά η υλοποίησή της είναι «πολύ αμφίβολη» γράφει ο Ντάνιελ Γκρος του Κέντρου Μελετών Ευρωπαϊκής Πολιτικής των Βρυξελλών. Και υπενθυμίζει μιαν ανάλογη «απόπειρα με τους ίδιους στόχους», όταν η καγκελάριος Μέρκελ ίδρυσε το 2007 το Διατλαντικό Οικονομικό Συμβούλιο με κεντρικό στόχο την κατάργηση των δασμών στις εμπορικές συναλλαγές Ευρώπης – Αμερικής. Κινήθηκε κάπως στην αρχή αλλά από το 2009 βρίσκεται σε χειμερία νάρκη. Η αμερικανική πλευρά δεν δέχεται τον τρόπο με τον οποίο στην Ευρώπη συνάπτονται οι εμπορικές συμφωνίες και το πανίσχυρο αμερικανικό λόμπι αρνείται να δεχθεί έλεγχο στα αγροτικά προϊόντα που εξάγει στην Ευρώπη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ