Το πιο αποφασιστικό βήμα σε μια αναπτυξιακή πολιτική δεν είναι να αποφασίσεις πώς και προς τα πού θα αναπτυχθείς, αλλά τι θα εγκαταλείψεις. Και εμείς οι Ελληνες το γνωρίζουμε πλέον πολύ καλά. Στα χρόνια που ακολούθησαν την ένταξη στην ΕΕ, η Ελλάδα δεν έδωσε την απαιτούμενη προσοχή στη διάσταση της ανταγωνιστικότητας. Σταμάτησε να παράγει, συνήθισε να εισάγει και έμαθε να ζει με δανεικά. Να εξαρτάται δηλαδή από άλλους, ξεχνώντας τις δικές της παραγωγικές δυνατότητες.
Ως κοινωνία και χώρα αρκεστήκαμε σε μια επίπλαστη ευημερία με δανεικά, εγκλωβίσαμε την ανταγωνιστικότητα στα δυσκίνητα γρανάζια της γραφειοκρατίας και, αντί να ενθαρρύνουμε την καινοτομία, «παγιδέψαμε» την ανάπτυξη σε μια σειρά αντικινήτρων.
Αυτές οι πρακτικές είχαν ως αποτέλεσμα το παρωχημένο μοντέλο ανάπτυξης που ακολουθήσαμε να απαξιώσει την επιχειρηματικότητα, να ενοχοποιήσει την ιδιωτική πρωτοβουλία και αναπόφευκτα να μας οδηγήσει στην κρίση.
Η αλλαγή πορείας που επιδιώκει η κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας έχει ως βασικό συστατικό την ανάπτυξη.
Γι’ αυτό και έχει ιδιαίτερη σημασία η Ελλάδα να καταστεί φιλική στις επενδύσεις. Οχι για λόγους δογματικούς, αλλά γιατί μόνο αν στραφούμε στην ιδιωτική πρωτοβουλία θα καταφέρουμε να μειώσουμε την ανεργία.
Δεν χρειαζόμαστε ένα κράτος που θα μεγαλώνει διαρκώς, συντηρώντας και εξυπηρετώντας πελατειακές σχέσεις, αλλά ένα κράτος που θα διασφαλίζει την ομαλή λειτουργία του ανταγωνισμού και θα είναι συμπαραστάτης του ιδιωτικού τομέα.
Επί της ουσίας, η επιχειρηματική εξωστρέφεια αποτελεί μονόδρομο εάν επιθυμούμε να επιστρέψουμε, το συντομότερο δυνατόν, σε θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
Πως; Δημιουργώντας με επίπονη και επίμονη προσπάθεια ένα σταθερό υπόβαθρο, μέσω του οποίου θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε άμεσα στον σχεδιασμό για προσέλκυση νέων επενδύσεων, προκειμένου να υπάρξει εισροή κεφαλαίων στη χώρα, να ενισχυθεί η ρευστότητα και κατ’ επέκταση να δημιουργηθούν νέες θέσεις εργασίας, αντιμετωπίζοντας ουσιαστικά το μεγάλο κοινωνικό πρόβλημα της ανεργίας.
Σε κάθε περίπτωση το επιχειρείν απαιτεί δουλειά, ενεργητικότητα, μα πάνω απ’ όλα οριοθέτηση στόχων. Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι δυνατότητες αυτού του ευλογημένου τόπου, να στηριχθεί το ζωντανό κομμάτι της επιχειρηματικότητας, το οποίο, σε πείσμα των καιρών, εξακολουθεί να εργάζεται και να παράγει.
O κ. Θεόδωρος Καράογλου είναι υπουργός Μακεδονίας και Θράκης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ