Ποιος είναι ο σκοπός της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Προφανώς να υπηρετήσει τα συμφέροντα των χωρών που ανήκουν σε αυτή. Σε ό,τι αφορά την πλειοψηφία των πολιτών, η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αποτελεί τίποτα παραπάνω.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της άποψης αποτελεί η νοοτροπία των πολιτών του Ηνωμένου Βασιλείου που αμφιταλαντεύονται για τη συμμετοχή τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Η συζήτηση κινείται στη βάση μίας ανάλυσης κόστους-οφέλους. Οι Βρετανοί πολίτες αναρωτιούνται αν η παραμονή τους συντείνει στη βελτίωση ή στη χειροτέρευση των οικονομικών τους. Όπως δείχνουν τα πράγματα, θα αποχωρήσουν αν αποφασίσουν ότι οι οικονομικές συνθήκες θα είναι καλύτερες εκτός Ευρώπης.
Στην Ελλάδα, δεν είμαστε και πολύ μακριά από αυτή τη λογική. Θέλουμε να είμαστε στην Ευρώπη εφόσον μας συμφέρει. Δεν θέλουμε εφόσον δεν μας συμφέρει. Η τσέπη μας είναι λοιπόν το μόνο κριτήριο.
Κάθε ένωση κρατών όμως συμβολίζει και τη θέληση των λαών να συνυπάρξουν και να υπηρετήσουν κάποια ανώτερα ιδανικά, ακόμα και σε βάρος των συμφερόντων τους. Τα συμφέροντα της Γερμανίας και της Ιταλίας, με τον ιδεολογικό μανδύα του ναζισμού και του φασισμού που τα συνόδευαν, τέθηκαν απολύτως στο περιθώριο κατά τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Εντός της Ενωμένης Ευρώπης δεν υπάρχει χώρος για ιδεολογίες που ευνοούν τη μία ομάδα έναντι της άλλης. Η ένωση των λαών γίνεται αναγκαστικά στη βάση αρχών όπως η δικαιοσύνη, η δημοκρατία και η ειρήνη. Αυτές οι αξίες συχνά έρχονται σε βάρος των συμφερόντων των μεμονωμένων λαών και των εθνικιστικών ιδεολογιών που έρχονται να τα υπηρετήσουν.
Η πρόσφατη βράβευση της Ευρωπαϊκής Ένωσης με το Νόμπελ Ειρήνης αποτελεί μία προσπάθεια να επανέλθουν στο προσκήνιο αυτά τα ανώτερα ιδανικά. Η αλήθεια είναι ότι η βράβευση προκάλεσε ποικίλα ειρωνικά σχόλια και αντιδράσεις από τον ευρωπαϊκό λαό που δοκιμάζεται από την δυσπραγία των τελευταίων ετών. Ειδικά οι λαοί του νότου νιώθουν ότι δέχονται οικονομική επίθεση από τους λαούς του βορρά και πιστεύουν ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα κάθε άλλο παρά την ειρήνη πρεσβεύει. Ωστόσο, η δυσκολία επικράτησης της ειρήνης σε κάθε επίπεδο δεν αποτελεί απαραίτητα επιχείρημα κατά της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ο «πόλεμος» φαίνεται ότι διεξάγεται σε άλλο πεδίο πια, στο οικονομικό. Η οικονομική επικράτηση της μίας χώρας επί της άλλης αποτελεί ουσιαστικά πράξη που απειλεί τις ελευθερίες των χωρών, όπως της Ελλάδας. Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν έχει επαρκώς καταφέρει να θωρακίσει θεσμικά τις πιο αδύναμες χώρες από τον πολιτικό και οικονομικό εκφοβισμό των πιο εύρωστων χωρών.
Από την άλλη, ενδεχόμενη αποχώρηση της Ελλάδας από την Ευρώπη δεν θα σταματήσει τη συναλλαγή της με τις ίδιες ακριβώς χώρες ούτε θα αναχαιτίσει ανάλογες ή και χειρότερες επιθέσεις, εφόσον επιλέξει να έχει μία ελεύθερη οικονομία με ανοιχτά σύνορα. Το μόνο που θα εκλείψει είναι η δυνατότητα της χώρας να διαμαρτύρεται για παράλογες πολιτικές που τη θίγουν, για οικονομικές επεκτατικές πολιτικές ή για ανήθικες πρακτικές των πολυεθνικών. Εκτός Ευρωζώνης δεν θα έχει πια τη δυνατότητα να αποταθεί σε συλλογικά όργανα, να μιλήσει για ευρωπαϊκή αλληλεγγύη ή να ζητήσει αποζημιώσεις.
Το εγχείρημα της Ενωμένης Ευρώπης από τη φύση του παράγει θεσμούς που προσπαθούν να προάγουν την αρμονική συνεργασία των λαών που συμμετέχουν. Οι αγορές συχνά καταφέρνουν να οδηγούν τις εξελίξεις με τρόπο που η θεσμική Ευρώπη αδυνατεί να παρακολουθήσει. Αντί μίας συνολικής ευρωπαϊκής στρατηγικής, τη σκυτάλη αναλαμβάνουν κοντόφθαλμες, συμφεροντολόγες εθνικές στρατηγικές που φέρνουν τους λαούς αντιμέτωπους. Κεντρικό ανάχωμα μπορούν να αποτελέσουν μόνο οι κοινές αξίες και η διάθεση των λαών να πορευτούν μαζί. Κάθε προσπάθεια ανάδειξης των κοινών αξιών και χάραξης μίας κοινής πορείας δυστυχώς υπονομεύεται από τις φωνές για αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση, φωνές που δε λείπουν από σχεδόν καμία χώρα.
Η πιο ισχυρή απάντηση απέναντι σε οικονομικές ανισότητες και δυσκολίες είναι η πίστη στην κοινή πορεία και η πίεση για πιο αποδοτικούς και δίκαιους πανευρωπαϊκούς θεσμούς που θα τιθασεύσουν τα εθνικά συμφέροντα υπέρ της ειρήνης και της δικαιοσύνης. Αντίθετα, η ανάδειξη των εθνικών συμφερόντων ενάντια σε κοινές αξίες πιθανόν να σηματοδοτήσει και τη διάλυση της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η εμπιστοσύνη στο όραμα της Ενωμένης Ευρώπης εναπόκειται τελικά στους πολίτες της. Η απόφαση των πολιτών κάθε χώρας χωριστά για συμμετοχή ή αποχώρηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση δεν πρέπει να έχει γνώμονα μόνο την τσέπη τους αλλά και τη διάθεσή τους απέναντι στις υπέρτερες αξίες που τους φέρνουν πιο κοντά. Καμία χώρα δεν εξαιρείται από την ανάγκη για συνεχή τοποθέτηση απέναντι σε διλήμματα που δημιουργούν ρήγματα στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Η απόφαση για συμμετοχή όμως συνεπάγεται και ευθύνες. Όπως συχνά ζητάμε από τους Γερμανούς να αναλάβουν τις ευθύνες τους απέναντι σε μας, έτσι κι εμείς, ως Έλληνες, πρέπει να συμβάλλουμε εποικοδομητικά στο μέλλον της Ευρώπης.
* Ο κ. Αλέξιος Αρβανίτης διδάσκει Κοινωνική ή Ψυχολογία στο Οικονομικό Κολλέγιο Αθηνών