Η γαλλίδα ηθοποιός, μέλος της Κριτικής Επιτροπής στο 13ο Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, εξηγεί γιατί το «πέπλο μυστηρίου» που καλύπτει την Ιωάννα της Λωρραίνης – την οποία υποδύθηκε στην ταινία «Jeanne Captive» – εξακολουθεί να προκαλεί το ενδιαφέρον των δημιουργών.
«Αυτό που για μένα είχε ενδιαφέρον στην ταινία «Jeanne Captive»» λέει η γαλλίδα ηθοποιός Κλεμάνς Ποεζί «είναι ότι ασχολείται με μια περίοδο της Ιωάννας της Λωρραίνης για την οποία δεν έχουμε κανένα απολύτως στοιχείο. Μιλάμε για την περίοδο της αιχμαλωσίας της ως τη στιγμή που θανατώθηκε στην πυρά. Ηταν μια περίοδος σιωπής, απόλυτης σιγής. Αν και η ταινία αναφέρεται σε διάφορα περιστατικά – όπως η απόπειρα της Ιωάννας να αυτοκτονήσει πέφτοντας στο κενό -, νομίζω ότι αυτό που ουσιαστικά ο Φιλίπ Ραμός θέλησε να δείξει είναι η τάση του ανθρώπου να εξαφανίζεται από την ενεργό δράση, να φεύγει από το προσκήνιο. Γι’ αυτό και με έναν τρόπο νομίζω ότι η ταινία μιλάει για τη σχέση όλων μας με το φως και τη σκιά».

Το «Jeanne Captive» («Φυλακισμένη Ιωάννα»), που δεν έχει προς το παρόν αγοραστεί από την ελληνική διανομή, υπήρξε η μυστική ταινία-έκπληξη του 13ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου της Αθήνας (προβλήθηκε το βράδυ της Δευτέρας 26 Μαρτίου στον Δαναό). Είναι επίσης η τελευταία ως σήμερα ματιά επάνω στην εμβληματική προσωπικότητα της Ιωάννας της Λωρραίνης, της Ζαν ντ’ Αρκ, της θρησκευόμενης Γαλλίδας η οποία κατά τη διάρκεια του εκατονταετούς πολέμου εμψύχωσε τους συμπατριώτες της και συνέβαλε στην απελευθέρωση της Ορλεάνης μόνο και μόνο για να κατηγορηθεί τελικά ως μάγισσα και να καταλήξει στην πυρά. Συνεπώς η Κλεμάνς Ποεζί είναι η τελευταία ως σήμερα ηθοποιός που υποδύεται τη Ζαν ντ’ Αρκ μετά τη Μίλα Γιόβοβιτς στην εκδοχή του Λυκ Μπεσόν, την Τζιν Σίμπεργκ στην εκδοχή του Οτο Πρέμινγκερ, τη Μαρία Φαλκονέτι στην ταινία του Καρλ Ντράγερ και βεβαίως την Ινγκριντ Μπέργκμαν στη λουσάτη χολιγουντιανή ταινία του Βίκτορ Φλέμινγκ, παραγωγής 1948.

Πριν από την ταινία του Φιλίπ Ραμός η 29χρονη σήμερα Ποεζί δεν είχε δείξει ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την προσωπικότητα της Ιωάννας της Λωρραίνης, ίσως επειδή «στη Γαλλία η Ιωάννα της Λωρραίνης αντιμετωπίζεται με διαφορετικούς τρόπους και πολλοί άνθρωποι τους οποίους δεν εκτιμώ ιδιαίτερα την έχουν οικειοποιηθεί και τη χρησιμοποιούν για τους δικούς τους σκοπούς και τα δικά τους συμφέροντα». Ωστόσο, από τη στιγμή που άρχισε να ασχολείται εκτενώς μαζί της, η Ποεζί είδε στην Ιωάννα έναν άνθρωπο που μπορεί να κεντρίσει τη φαντασία ακριβώς επειδή δεν γνωρίζουμε πολλά γι’ αυτόν. «Η ζωή της καλύπτεται από ένα πέπλο μυστηρίου και το ενδιαφέρον με την Ιωάννα της Λωρραίνης είναι ότι την έχουν πλησιάσει με διαφορετικούς τρόπους, από διαφορετικές οπτικές γωνίες. Υπάρχει η φεμινιστική προσέγγιση, εφόσον εκείνη την εποχή η Ιωάννα μπόρεσε να κάνει τόσο σημαντικά πράγματα για τη γυναίκα, αλλά υπάρχει και η ανατρεπτική, επαναστατική εκδοχή της, αυτή που προασπίζονται οι Αγγλοσάξονες».

«Το τραγούδι «Jeanne of Arc» του Λέοναρντ Κοέν για παράδειγμα βρίσκεται πολύ κοντά στη δική μας εκδοχή» συνεχίζει η Ποεζί. «Γιατί δεν μιλάει για μια εθνική ηρωίδα αλλά για την ιστορία ενός πολύ απλού κοριτσιού που αμφιβάλλει, έχει φοβίες κτλ.». Η Ποεζί μνημονεύει και μια παράσταση της Πάτι Σμιθ όπου η τραγουδίστρια μίλησε για τη Ζαν ντ’ Αρκ για δέκα λεπτά στη σκηνή δίνοντας τη δική της εκδοχή. «Πιστεύω ότι ο λόγος που εξακολουθεί η Ζαν ντ’ Αρκ να εμπνέει τον κόσμο για ταινίες ή για άλλες μορφές τέχνης είναι ότι δεν ανήκει σε κανέναν, βρίσκεται έξω από όλους τους κανόνες και μακριά από τα δόγματα και είναι πάρα πολύ χαρακτηριστικό ότι αυτοί που την έκαψαν στην πυρά ως μάγισσα αργότερα την αγιοποίησαν. Οπότε η προσέγγιση του Φιλίπ Ραμός μιλάει παράλληλα για την πίστη – όχι την πίστη του δόγματος και της Εκκλησίας αλλά την πίστη που βρίσκουμε στον άνεμο, στη φύση και στη θάλασσα, την πίστη του απλού ανθρώπου, την πίστη της καθημερινότητας. Δεν είναι τυχαίο μάλιστα που στην ταινία δεν βλέπουμε ποτέ ούτε έναν σταυρό ως σύμβολο της πίστης».

Μέλος της Κριτικής Επιτροπής του 13ου Φεστιβάλ Γαλλόφωνου Κινηματογράφου, η Κλεμάνς Ποεζί είναι μια δυναμική παρουσία, με έντονο βλέμμα και γεμάτη ενέργεια, κάτι που φαίνεται όταν μιλάει και κουνάει διαρκώς τα χέρια της. Δείχνει δραστήρια κοπέλα και αυτή η δραστηριότητα αντανακλάται στη δουλειά της: 30 τίτλοι κινηματογραφικών ταινιών και τηλεοπτικών σειρών μέσα σε μια περίοδο 13 ετών δεν είναι και λίγοι. Μάλιστα, κάποιες ταινίες της έχουν ξεφύγει από τη Γαλλία, αφού η Ποεζί επιλέγεται συχνά και για αγγλόφωνες παραγωγές όπως οι «127 ώρες» του Ντάνι Μπόιλ, η «Αποστολή στην Μπρυζ» του Μάρτιν Μακ Ντόνα, το «Heartless» του Φίλιπ Ρίντλεϊ αλλά και οι δύο τελευταίες ταινίες «Χάρι Πότερ» όπου υποδύθηκε τη Φλερ Ντελακούρ.

Ωστόσο η «Jeanne Captive» είναι η ταινία που αναδεικνύει πραγματικά το ταλέντο της, η ταινία που στηρίζεται εξ ολοκλήρου στους ώμους της. Η ίδια παραδέχεται ότι προτού τα γυρίσματα αρχίσουν η σιωπή της Ιωάννας την ανησυχούσε, ως και τη φόβιζε, γιατί δεν ήξερε πώς να τη διαχειριστεί ερμηνευτικά. Ενιωσε ότι περπατούσε σε τεντωμένο σχοινί. Σύντομα όμως η ηθοποιός αντιλήφθηκε ότι η σιωπή ήταν όπλο. Για την ίδια ως ηθοποιό αλλά και για την Ιωάννα της Λωρραίνης ως ηρωίδα. «To γεγονός ότι βρισκόμουν σε ένα πλατό όπου όλοι εκτός από μένα μιλούσαν και φώναζαν έγινε ένα είδος πανοπλίας, μια ασπίδα προστασίας, κάτι που ένιωσα τόσο ως ηθοποιός όσο και για την ηρωίδα μου. Γιατί η σιωπή της τελικά γίνεται δύναμη. Οπως και για μένα η σιωπή σήμανε τελικά δύναμη γιατί το σενάριο ήταν καλό. Αναζητώ πλέον ρόλους με όσο το δυνατόν λιγότερους διαλόγους! Γιατί φαινόμαστε πιο έξυπνοι όταν είμαστε σιωπηλοί».

Κατά τη διάρκεια του γαλλόφωνου φεστιβάλ ακούστηκαν αρκετές φήμες για κάποια μελλοντικά σχέδια της Κλεμάνς Ποεζί σχετικά με την Ελλάδα. «Ελπίζω να υλοποιηθούν!» λέει με ενθουσιασμό η ηθοποιός, χωρίς ωστόσο να αναφερθεί σε κάτι συγκεκριμένο. «Γιατί η Ελλάδα είναι ένα από τα μέρη του κόσμου όπου ο κινηματογράφος αποκτά όλο και περισσότερο ενδιαφέρον – υπάρχει μια νέα βάση που δίνει νέα πνοή. Συζητούσα χθες για αυτό το θέμα και, ναι, είναι όντως πολύ δύσκολο να γυρίζει κανείς ταινίες σε περίοδο οικονομικής κρίσης – να όμως που, παρά την κρίση, υπάρχουν άνθρωποι με πάρα πολύ μεγάλο ταλέντο στην Ελλάδα. Ελπίζω, παρά τα προβλήματα της εποχής, να μπορέσουν να αναπτύξουν αλλά και να αναδείξουν αυτό το ταλέντο τους».