Σημαντικές επιπτώσεις όχι μόνο στο εσωτερικό της χώρας αλλά και στην πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης αναμένεται να έχουν οι προεδρικές εκλογές στη Γαλλία, αν επαληθευθούν τα προγνωστικά τα οποία προβλέπουν ευρεία νίκη του υποψηφίου των Σοσιαλιστών. Σε μια περίοδο όπου στον ευρωπαϊκό χώρο έχουν επικρατήσει πλήρως οι αντιλήψεις της γερμανίδας καγκελαρίου (με τη στήριξη του σημερινού γάλλου προέδρου) για την τήρηση μιας μονοσήμαντης πολιτικής με επίκεντρο τη δημοσιονομική πειθαρχία και την οικονομική λιτότητα, οι διακηρύξεις του Φρανσουά Ολάντ ότι θα επαναδιαπραγματευθεί το περιώνυμο Σύμφωνο Σταθερότητας και ότι θα επιδιώξει την προώθηση των ευρωομολόγων καθώς και γενικότερα της αναπτυξιακής στρατηγικής, σε συνδυασμό με τον επανακαθορισμό του ρόλου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τρέφουν την ελπίδα για τη δημιουργία ενός νέου σκηνικού στην Ευρώπη. Αλλωστε ο ρόλος της Γαλλίας υπήρξε πάντοτε καθοριστικός στα ευρωπαϊκά πράγματα, αρκεί να θυμηθούμε ότι Γάλλοι ήταν (Ρομπέρ Σουμάν και Ζαν Μονέ) οι πατέρες της ενωμένης Ευρώπης.
Προϋπόθεση όμως της ομαλής λειτουργίας του ευρωπαϊκού εγχειρήματος υπήρξε από την αρχή η αγαστή συνεργασία στο πλαίσιο του γαλλογερμανικού άξονα. Ο άξονας αυτός, που έθεσε οριστικό τέλος στις οδυνηρές έριδες ενός αιματηρού ευρωπαϊκού παρελθόντος, ήταν και συνεχίζει να είναι το θεμέλιο του ευρωπαϊκού οικοδομήματος. Γύρω από τον άξονα αυτόν κινήθηκαν άλλωστε όλες οι υπόλοιπες χώρες-μέλη. Ιστορικά την πρωτοβουλία των κινήσεων είχαν συνήθως οι Γάλλοι, συνεπικουρούμενοι όμως πάντα από τους Γερμανούς, οι οποίοι λόγω των ιστορικών ευθυνών τους για την τραγωδία των δύο παγκοσμίων πολέμων στήριξαν με ειλικρίνεια την ευρωπαϊκή ιδέα. Βαθμιαία όμως, και ιδίως μετά τη γερμανική ενοποίηση και την εκδήλωση της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, η Γερμανία αναδείχθηκε η ισχυρότερη χώρα της Ευρώπης, ενώ ταυτόχρονα η Γαλλία έχανε τη δική της ισχύ. Ετσι το Βερολίνο (με την ανοχή – αν όχι και την πρόθυμη συνεργασία – του Νικολά Σαρκοζί, καθώς μάλιστα η χώρα του είχε πλέον απολέσει το περίφημο τριπλό Α) κατόρθωσε, αντιστάσεως μη ούσης, να επιβάλει πλήρως τις αντιλήψεις του για αυστηρή δημοσιονομική πειθαρχία και σκληρή οικονομική λιτότητα.
Αυτή προφανώς την κατάσταση έχει στόχο να ανατρέψει ο κ. Ολάντ και το ερώτημα είναι ως πού είναι διατεθειμένος να συγκρουσθεί με την κυρία Μέρκελ. Το πιθανότερο είναι ότι θα θελήσει να αποφύγει τη σύγκρουση, επιδιώκοντας να βρεθεί ένα νέο σημείο ισορροπίας, το οποίο, όπως είναι ευνόητο, θα έχει ιδιαίτερα θετικές συνέπειες και για την Ελλάδα. Είναι επίσης βέβαιον ότι ο κ. Ολάντ δεν είναι μόνος στον αγώνα για την επίτευξη της οικονομικής ανάπτυξης. Προς αυτή την κατεύθυνση έχει δρομολογήσει τις προσπάθειές του και ο εξαιρετικά δραστήριος και αποτελεσματικός ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Μόντι, ο οποίος δίνει ιδιαίτερη βαρύτητα στην ενίσχυση του ευρωπαϊκού συστήματος συνοχής και αλληλεγγύης, καθώς και ο ευρωπαίος επίτροπος Εσωτερικής Αγοράς Μισέλ Μπαρνιέ, ο οποίος κάλεσε τους Ευρωπαίους να αναλάβουν αμέσως πρωτοβουλίες για την οικονομική ανάπτυξη, ενώ οι Αυστριακοί προωθούν την ιδέα για τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάπτυξης. Υπάρχει λοιπόν η ελπίδα ότι μέσα απ’ όλα αυτά θα προκύψει κάτι καινούργιο, το οποίο θα πλησιάζει στον αρχικό στόχο της ευρωπαϊκής ιδέας, δηλαδή την επίδειξη αλληλεγγύης μεταξύ των χωρών-μελών και την εξαφάνιση των ανισοτήτων μεταξύ Βορρά – Νότου. Θα αποτραπεί έτσι η επιβολή του νόμου του ισχυροτέρου και η αντίληψη περί σκληρής τιμωρίας των θεωρούμενων ως απείθαρχων μελών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ