Νέο κύκλο αμφισβήτησης της πολιτικής στήριξης του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) εγκαινίασε ο πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ Γενς Βάιντμαν. Ο γερμανός κεντρικός τραπεζίτης ως μέλος του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ προ τριμήνου είχε υπερψηφίσει την πολιτική αυτή. Αλλά τις τελευταίες εβδομάδες – και ενώ πλησίαζε το δεύτερο κύμα αγοράς ομολόγων από την ΕΚΤ – ο Βάιντμαν κλιμάκωσε την αμφισβήτηση της ίδιας του της υπογραφής υποστηρίζοντας ότι «η πολιτική της Ευρωτράπεζας ναρκοθετεί τη δική της στρατηγική για την αντιμετώπιση της κρίσης».
Πώς θα ερμηνευόταν αυτή η σχιζοφρενική, εκ πρώτης όψεως, πρακτική από τον γερμανό τραπεζίτη; Κατ’ αρχάς ο τόνος της κριτικής του υποδηλώνει ότι ανάλογα μέτρα τόνωσης της ρευστότητας και στήριξης των ισολογισμών των ευρωπαϊκών τραπεζών δύσκολα θα ξαναπάρει η ΕΚΤ. Η Ευρωτράπεζα δεν σχεδιάζει, βεβαίως, την εφαρμογή κάποιου νέου ανάλογου προγράμματος. Δεν το έχει όμως αποκλείσει. Ε, η αντίδραση της Μπούντεσμπανκ και της γερμανικής κυβέρνησης ασφαλώς, η οποία όχι μόνο συμμερίζεται αλλά ενθαρρύνει – αν δεν υπαγορεύει ρητώς – τις «πρωτοβουλίες» Βάιντμαν, απομακρύνει το ενδεχόμενο νέων αγορών ομολόγων τριετούς διάρκειας. Απομακρύνει το ενδεχόμενο ακόμη και μιας νέας μείωσης των επιτοκίων του ευρώ, όπως εκτιμούν τραπεζικοί αναλυτές.
Η κόντρα μεταξύ Βερολίνου και ΕΚΤ κλιμακώθηκε ιδιαίτερα το περασμένο Σαββατοκύριακο με τις δηλώσεις του Βάιντμαν που δημοσίευσε το γερμανικό περιοδικό «Spiegel». Ο Βάιντμαν υποστήριξε ότι οι κεντρικές τράπεζες της ευρωζώνης «ανέλαβαν σημαντικά ρίσκα για τους ισολογισμούς τους, ρίσκα που ξεπερνούν τα θεσμικά περιθώρια που διαθέτουν». Επίσης καταφέρθηκε κατά της χαλάρωσης των εγγυήσεων που απαίτησε η ΕΚΤ από τις ευρωπαϊκές τράπεζες για τη χορήγηση τριετών πιστώσεων συνολικού ύψους άνω του 1 τρισ. ευρώ (1,05 τρισ. ευρώ για την ακρίβεια) στην οποία προέβη η Ευρωτράπεζα. Συγκεκριμένα, ο γερμανός τραπεζίτης απαίτησε τη λήψη «ποιοτικών μέτρων» για την αυστηροποίηση των κανόνων χρηματοδότησης του ευρωπαϊκού τραπεζικού κλάδου από την ΕΚΤ το συντομότερο δυνατόν.
Οπως αποκάλυψε η γερμανική εφημερίδα «Frankfurter Allgemeine», ο Βάιντμαν εξέθεσε τον προβληματισμό του αναφορικά με τη χαλάρωση των εγγυήσεων που απαιτούσε η ΕΚΤ από τις τράπεζες και σε επιστολή που απηύθυνε προ δεκαημέρου περίπου προς τον πρόεδρο της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι. Στην επιστολή αυτή ο Βάιντμαν αμφισβήτησε στο σύνολό του το δανειακό πρόγραμμα της ΕΚΤ.
Λέγεται ότι ο Βάιντμαν, ενώ ψήφισε υπέρ του προγράμματος στήριξης των ευρωπαϊκών τραπεζών από την ΕΚΤ (οι ψηφοφορίες στο ΔΣ της ΕΚΤ είναι κατά κανόνα μυστικές), δεν συναίνεσε στη χαλάρωση των εγγυήσεων για τις πιστώσεις, χωρίς την οποία πολλές τράπεζες ίσως να μην είχαν πρόσβαση στα κονδύλια της Ευρωτράπεζας. Ο Βάιντμαν επίσης δεν συναίνεσε στην απόφαση που έλαβε η ΕΚΤ τον Φεβρουάριο να εξαιρεθούν από το PSI τα ελληνικά ομόλογα που διαθέτει στο χαρτοφυλάκιό της.
Η διάσταση απόψεων μεταξύ ΕΚΤ και Μπούντεσμπανκ (ακριβέστερα μεταξύ ΕΚΤ και Βερολίνου) δεν είναι πρόσφατη. Χρονολογείται πολύ πριν από τον Μάρτιο του 2010, όταν ο προκάτοχος του Βάιντμαν, Αξελ Βέμπερ, καταφέρθηκε με ζέση κατά της απόφασης της ΕΚΤ να προχωρήσει σε αγορές κρατικών ομολόγων της Ελλάδας, της Ιρλανδίας και της Πορτογαλίας. Πρόεδρος της ΕΚΤ ήταν τότε ο Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ο οποίος, αν και Γάλλος, είχε κερδίσει την εμπιστοσύνη του Βερολίνου και της Φραγκφούρτης, όπου εδρεύει η Μπούντεσμπανκ και θεωρείται τέλος πάντων η καρδιά του ευρωπαϊκού τραπεζικού συστήματος. Αλλά και ο Μάριο Ντράγκι φρόντισε με τις επανειλημμένες διακηρύξεις του (πριν και μετά την εκλογή του) υπέρ της νομισματικής σταθερότητας και της ανάγκης δημοσιονομικής ευταξίας να υποβάλει με τον σαφέστερο τρόπο τα διαπιστευτήριά του στο Βερολίνο και στη Φραγκφούρτη.

Ενας σκληρός μονεταριστής
Ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της Γερμανίας, πέραν του ότι γεννήθηκε στις 20 Απριλίου του 1968 – ενώ φούντωνε δηλαδή ο Μάης του ’68 -, είναι επιπλέον ένας γαλλοσπουδαγμένος οικονομολόγος. Αντιστάθηκε σθεναρά όμως στο κλίμα μιας οιονεί… διαρκούς αμφισβήτησης του καπιταλισμού που επικρατούσε ακόμη στα τέλη της δεκαετίας του 1980 στα πανεπιστήμια του Εξ αν Προβάνς και του Παρισιού όπου σπούδασε. Το διδακτορικό του άλλωστε το διηύθυνε ο μονεταριστής θεωρητικός και καθηγητής του Πανεπιστημίου της Βόννης Μάνφρεντ Νόιμαν. Από το 1997 ως το 1999 ο Βάιντμαν παρείχε τις υπηρεσίες του στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Στη συνέχεια έγινε το νεότερο μέλος του περίφημου «Συμβουλίου των 5 σοφών» ως το 2004 που εντάχθηκε στο δυναμικό της Μπούντεσμπανκ.
Εν πάση περιπτώσει, στο κρίσιμο ερώτημα «πόσο γεράκι είναι» ο νέος πρόεδρος της Μπούντεσμπανκ, η απάντηση είναι… «όχι όσο θα μπορούσε». Οχι δηλαδή όσο ήταν οι προκάτοχοί του, Αξελ Βέμπερ και Ερνστ Βέλτεκε. Ανθρωπος λιγότερο αψύς από τους προαναφερθέντες πρώην προέδρους της Μπούντεσμπανκ, ο Βάιντμαν δίνει την εντύπωση ενός λιγότερο προσκολλημένου σε νομισματικές ορθοδοξίες τραπεζίτη συγκριτικά με τους προκατόχους του και ενός πιο πραγματιστή και ευέλικτου οικονομολόγου. Εχει όλο τον χρόνο να δικαιολογήσει ή να διαψεύσει την εικόνα αυτή.

Διελκυστίνδα για το νέο μέλος της ΕΚΤ
Το Βερολίνο προκρίνει τον Λουξεμβούργιο Υβ Μερς ως αντικαταστάτη του Ισπανού Γκονζάλες-Παράμο

Είναι γνωστό ότι ο διορισμός του προέδρου, των αντιπροέδρων και των μελών του διοικητικού συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) δεν αποτελεί απλή υπόθεση. Τουναντίον, πυροδοτεί μια απίστευτη διπλωματική ίντριγκα με απίθανες «καραμπόλες» μεταξύ υποψηφίων από τις 17 χώρες-μέλη της ευρωζώνης. Η επικείμενη αποχώρηση, τον προσεχή Μάιο, του Iσπανού Χοσέ-Μανουέλ Γκονζάλες-Παράμο από το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ έχει κινητοποιήσει σε πυρετώδη βαθμό τα διπλωματικά επιτελεία των κρατών-μελών.
Ο Γκονζάλες-Παράμο είναι ο δεύτερος ισπανός ευρωτραπεζίτης. Στο διοικητικό συμβούλιο μετέχει και ο πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας της χώρας Μιγκουέλ Φερνάντες-Ορντόνιες, καθώς οι τέσσερις μεγαλύτερες χώρες της ευρωζώνης (Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία και Ισπανία) έχουν, κατά έναν άγραφο νόμο, το προνόμιο ενός δεύτερου μέλους στην ΕΚΤ. Ευλόγως η εκπρόσωπος του ισπανικού υπουργείου Οικονομικών ξεκαθάρισε την περασμένη Τετάρτη ότι η χώρα της θα επιμείνει στην αντικατάσταση του Γκονζάλες-Παράμο από έναν ισπανό τραπεζίτη.
Η Μαδρίτη προωθεί για την κάλυψη της θέσης τον Αντόνιο Σάινς ντε Βικούνια, έναν εκ των νομικών συμβούλων της Ευρωτράπεζας. Σύμφωνα με δημοσίευμα της «El Mundo», ο ισπανός υποψήφιος έχει προσώρας συγκεντρώσει την υποστήριξη μόνο της Γαλλίας και της Πορτογαλίας. Αντιθέτως, ο άλλος ισχυρός υποψήφιος (διότι ακούγεται και το όνομα του σλοβένου πρώην κεντρικού τραπεζίτη Μίτια Γκασπάρι), πρόεδρος της Κεντρικής Τράπεζας του Λουξεμβούργου Υβ Μερς, κατά την ισπανική εφημερίδα έχει τη στήριξη περισσοτέρων χωρών, μεταξύ των οποίων και της Γερμανίας. Το μείζον πρόβλημα για τον Σάινς ντε Βικούνια είναι ότι δεν είναι οικονομολόγος. Αλλά με τον διορισμό του Μερς θα κλίνει περισσότερο η πλάστιγγα στην ΕΚΤ προς την πλευρά των πληθωρισμοφοβικών «γερακιών» της αυστηρής νομισματικής πολιτικής. Στο αυριανό Eurogroup οι υπουργοί Οικονομικών είναι ενδεχόμενο να προκρίνουν τον αντικαταστάτη του ισπανού ευρωτραπεζίτη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ