Στις τελευταίες θέσεις βρίσκεται η Ελλάδα, ανάμεσα σε άλλες χώρες της Ευρώπης, σε ότι αφορά αφορά τη δωρεά
οργάνων από μη ζώντες δότες.
Το 2011 από τους 1.000 πάσχοντες με χρόνια νεφρική νόσο τελικού σταδίου μόνο οι 177 υποβλήθηκαν σε μεταμόσχευση. Απ’ αυτούς οι 137 πήραν νεφρικό μόσχευμα από μη ζώντες δότες και οι υπόλοιποι από ζώντα δότη.
«Η δωρεά νεφρού είναι η ύψιστη μορφή εθελοντικής προσφοράς και αλτρουισμού», δήλωσε ο πρόεδρος της Ελληνικής Νεφρολογικής Εταιρείας κ. Χρήστος Ιατρού, με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα Νεφρού (8 Μαρτίου).
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Νεφρολογικής Εταιρείας, την τελευταία εικοσαετία, λόγω και του τρόπου ζωής, παρατηρείται σημαντική αύξηση του αριθμού των πασχόντων από χρόνια νεφρική νόσο.
Δυστυχώς, όμως, στην Ελλάδα ο μέσος αριθμός των δοτών ανά εκατομμύριο πληθυσμού την δεκαετία 2001-2011 ήταν τρεις φορές μικρότερος συγκριτικά με το μέσο όρο των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, μεγάλη σημασία έχει η πρώιμη διάγνωση της νεφρικής νόσου για την επιβράδυνση της εξέλιξής της.
Στο αρχικό στάδιο οι ασθενείς που πάσχουν από χρόνια νεφρική νόσο δεν εμφανίζουν κάποιο σύμπτωμα που θα μπορούσε να τους ευαισθητοποιήσει, ώστε να ζητήσουν τη συμβουλή γιατρού.
Κατά την εξέλιξη της νόσου μπορεί να εμφανιστούν νυκτουρία ( συχνή ούρηση τη νύχτα), αρτηριακή υπέρταση, αδυναμία, ανορεξία, καταβολή, ναυτία, έμετοι, αναιμία, οιδήματα (δηλαδή πρηξίματα – ιδίως στα πόδια), αλλά και βλάβες σε άλλα ζωτικά όργανα. Η καρδιαγγειακή νόσος είναι η βασική αιτία νοσηρότητας και θνητότητας των ασθενών.
Ο έγκαιρος εντοπισμός κάποιου από τους παράγοντες που προδιαθέτουν στην εμφάνισή της νόσου (σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, πολυκυστική νόσος των νεφρών, καρδιαγγειακές παθήσεις κλπ), και η πρώιμη αναγνώριση της νεφρικής βλάβης μπορεί να αποδειχθούν καθοριστικά για την εξέλιξη της σε νεφρική ανεπάρκεια τελικού σταδίου.