Χάλκινα είναι στην συντριπτική τους πλειοψηφία τα νομίσματα που κατασχέθηκαν κατά την πρόσφατη υπόθεση αρχαιοκαπηλίας στη Χαλκιδική, ορισμένα από τα αργυρά όμως που βρίσκονται μεταξύ αυτών ανήκουν στην κατηγορία όσων πωλούνται σε καλές τιμές στις αγορές του εξωτερικού. Οπως τα τετράδραχμα 4ου π. Χ. αιώνα κοπής Χαλκιδικής Συμμαχίας και Φιλίππου Β΄ τα οποία κοστολογούνται από 6000 – 7000 ευρώ ενώ μπορεί να φθάσουν ως και τις 20.000. Από την άλλη ένα σπάνιο νόμισμα μπορεί να υπερβεί τις 100.000 ή και 300.000 ευρώ.
Υστερα από την επίσημη καταμέτρηση των νομισμάτων εξάλλου από τους αρχαιολόγους του υπουργείου Πολιτισμού, που τα είδαν στον Πολύγυρο επιβεβαιώθηκε ότι ο αριθμός τους είναι περί τις 9.500. Η προέλευσή τους είναι ως επί το πλείστον ο Βορειοελλαδικός χώρος ενώ η χρονολόγησή τους είναι από τον 5ο π. Χ αιώνα ως και τα μεταβυζαντινά χρόνια. Σημαντικός όμως είναι ο αριθμός και των υπόλοιπων αρχαίων που είναι ετερόκλητα και πάντα μικρού μεγέθους.

Συγκεκριμένα πρόκειται για χάλκινα ειδώλια αναθηματικού τύπου και επίσης χάλκινα κοσμήματα όπως ενώτια, περιδέραια, δαχτυλίδια, ψέλια, χάλκινες τοξωτές πόρπες, περόνες και περίαπτα ενώ ξεχωρίζουν τα 3 χρυσά επιστόμια, που χρονολογούνται πιθανόν στον 6ο π. Χ. αιώνα. Ανάμεσα στα κατασχεθέντα αντικείμενα εντοπίστηκε τέλος και μικρός αριθμός κίβδηλων, όπως, μία απομίμηση μαρμάρινου κυκλαδικού ειδωλίου και ένα αγαλματίδιο που απεικονίζει την «Αφροδίτη της Μήλου».

Από λαθρανασκαφές ταφικών συνόλων θεωρείται ότι προέρχονται τα αντικείμενα αυτά, ας μην ξεχνάμε άλλωστε ότι οι διωκτικές αρχές είχαν κατασχέσει και 19 ανιχνευτές μετάλλων. Να σημειωθεί εξάλλου ότι στη Μακεδονία τοποθετούσαν στις ταφές, μαζί με τα άλλα κτερίσματα, πολλά νομίσματα και όχι μόνον ένα, για το πέρασμά τους στον Αδη. Πέραν αυτών την προσοχή των αρχαιολόγων έχει προκαλέσει η ταξινόμηση των αρχαίων αντικειμένων από τους αρχαιοκάπηλους ανά κατηγορίες, η τοποθέτησή τους σε σακουλάκια και θήκες και επιπλέον ο καθαρισμός τους από ειδικευμένα χέρια.
Να σημειωθεί ότι τα νομίσματα θα καταλήξουν στο Νομισματικό Μουσείο της Αθήνας, όπου θα εξετασθούν από τους νομισματολόγους του ενώ το Κεντρικό Αρχαιολογικό Συμβούλιο θα ορίσει επιτροπή που θα καθορίσει την εμπορική αξία τους, όπως και των άλλων αντικειμένων. Απομένει στις αστυνομικές αρχές να διερευνήσουν το θέμα των θέσεων όπου έγιναν οι λαθρανασκαφές, κάτι ιδιαίτερα σημαντικό για την αρχαιολογική έρευνα και για την προστασία των αρχαίων.