Ακόμη ένα βήμα για την αναβάθμιση των υποδομών του Εθνικού Κήπου έγινε μετά την έγκριση της μελέτης του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων του υπουργείου Πολιτισμού.

Σε πρώτη φάση, προβλέπεται η βελτίωση του υπόγειου δικτύου άρδευσης, η αποκατάσταση του υπέργειου δικτύου ύδρευσης και αποχέτευσης των όμβριων υδάτων, η αντικατάσταση των φωτιστικών, η βελτίωση των δαπέδων των μονοπατιών του κήπου και η συντήρηση της παιδικής χαράς.

Το Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων ενέκρινε τη μελέτη, που θα υλοποιηθεί από τον Δήμο Αθηναίων στον οποίο ανήκει ο Εθνικός Κήπος, υπό την επίβλεψη των υπηρεσιών του υπουργείου Πολιτισμού και απέρριψε την πρόταση για αντικατάσταση του αστικού εξοπλισμού.

Η μελέτη προέβλεπε 100 καθίσματα και 155 κάδους απορριμμάτων, καθώς σήμερα ο κήπος διαθέτει λίγα καθίσματα, περίπου 20, τα οποία όμως έχουν ιστορικό ενδιαφέρον αφού έχουν ηλικία ίδια με αυτή του κήπου, και 11 διαφορετικά είδη κάδων. Το Συμβούλιο δεν ενέκρινε τον προτεινόμενο από το Πολυτεχνείο αστικό εξοπλισμό και ζήτησε τη συντήρηση του υπάρχοντος.

Το έργο της βελτίωσης των υποδομών θα χρηματοδοτηθεί από την Περιφέρεια Αττικής. Θα ακολουθήσουν και άλλες μελέτες που αφορούν στη συνολική ανάπλαση του κήπου, την αναβάθμιση των υποδομών και των εγκαταστάσεων καθώς και τη συντήρηση της βλάστησης, συνολικού κόστους 6,5 εκατομμυρίων ευρώ.

Σύντομα αναμένεται να προκηρυχθεί μελέτη προϋπολογισμού 370.000 ευρώ, για την αποκατάσταση του ζωολογικού κήπου, του βοτανολογικού μουσείου, του χώρου που βρίσκεται το ρωμαϊκό μωσαϊκό και του μαντρότοιχου της Ηρώδου του Αττικού.

Η δεύτερη φάση θα περιλαμβάνει, μεταξύ άλλων, την αποκατάσταση της χλωρίδας και την απομάκρυνση της ξερής βλάστησης.


Η ιστορία του Εθνικού Κήπου

Ο Εθνικός Κήπος, ο οποίος αποτέλεσε το πιο μεγαλόπνοο εξωραϊστικό έργο της βασίλισσας Αμαλίας, έχει μεγάλη ιστορική σημασία, που συμβαδίζει με αυτή του νέου ελληνικού κράτους. Στον αρχικό σχεδιασμό και την κατασκευή του αποτελούσε αναγκαίο μέρος του συγκροτήματος των βασιλικών ανακτόρων.

Ως εκ τούτου, ακολούθησε τις διαδοχικές θέσεις των ανακτόρων στα πολεοδομικά σχέδια της νέας Αθήνας, τα οποία παρουσίασαν οι Κλεάνθης και Schaubert το 1833 και ο Leo von Klenze το 1834. Τελικά, δεν εφαρμόστηκε καμία από τις δύο λύσεις και τα Ανάκτορα του Οθωνα τοποθετήθηκαν στο τέλος του 1835 στη σημερινή τους θέση, σε σχέδια του Friedrich von Gaertner. Η χάραξη των εσωτερικών διαδρομών είναι γαλλικής τεχνοτροπίας του όψιμου μπαρόκ με αυστηρή γεωμετρική δομή.

Ο κήπος παρέμεινε στην ιδιωτική χρήση των βασιλέων και στη διακριτική και χρονικά ελεγχόμενη χρήση πολιτών σε όλο τον 19ο αιώνα και στην αρχή του 20ού μέχρι την κατάργηση της βασιλείας.

Στα χρόνια της Αμαλίας διαμορφώθηκε η χάραξη, η φύτευση και ο βασικός εξοπλισμός του, μαζί με εξαιρετικές παρεμβάσεις, όπως το λεγόμενο κάθισμα της Αμαλίας, στη νοτιοανατολική άκρη, από όπου η βασίλισσα μπορούσε να έχει θέα στην Ακρόπολη.

Κατά τη φάση της ολοκλήρωσής του (1851 – 1859) είχε τη μορφή ενός πυκνοφυτεμένου, ελεύθερα διαμορφωμένου μεσογειακού κήπου, ενός κήπου sui generis, απομίμηση των φυσικών τοπίων.

Η αναχώρηση του Οθωνα και της Αμαλίας και η ανάληψη της βασιλείας από τον Γεώργιο Α΄ δεν σηματοδοτεί μεγάλες αλλαγές στον κήπο, αλλά αναδεικνύει την κτιριακή υποδομή του με επιμέρους παρεμβάσεις, οι οποίες επιτρέπουν την οριοθέτηση της φάσης του Γεωργίου Α΄, που αναγνωρίζεται σήμερα σε λίγα αλλά σημαντικά κτίρια, και φτάνει ως την περίοδο της αβασίλευτης δημοκρατίας.

Ανάμεσα στα κτίρια αυτά, ξεχωρίζει το μικρό περίπτερο «του βασιλιά», που έχει μετατραπεί σε Βοτανικό Μουσείο Εθνικού Κήπου και σήμερα είναι εγκαταλελειμμένο. Αν και έχει αναφερθεί συχνά ως έργο του Ερνέστου Τσίλλερ, δεν υπάρχει τεκμήριο γι’ αυτό. Αντίθετα, το αυστηρό νεοκλασικό του ύφος και η μορφολογία του σε συνδυασμό με το γεγονός ότι ο Παναγιώτης Κάλκος εργάστηκε για ένα διάστημα στην υπηρεσία των ανακτόρων με αντικείμενο τον κήπο, οδηγεί τους ειδικούς να υποστηρίξουν ότι αυτό είναι πιθανότατα δικό του έργο.

Η αλλαγή σε αβασίλευτη δημοκρατία (1917), που μετέτρεψε το ανάκτορο σε κοινοβούλιο και τον βασιλικό κήπο σε εθνικό, σηματοδοτεί μια σαφώς διακριτή φάση. Ίσαμε το τέλος της δεκαετίας του ’20 ο βασιλικός κήπος αναπτύχθηκε επάνω στα ίχνη των αρχικών διαμορφώσεων με μικρές προσθήκες και μετατροπές. Ηταν ουσιαστικά εσωστρεφής και απέτρεπε την επικοινωνία με την πόλη. Η επιλογή να αποτελέσει τον σημαντικότερο δημόσιο κήπο στο κέντρο της Αθήνας οδήγησε σε πολλές σχεδιαστικές παρεμβάσεις και υπαγόρευσε έναν σημαντικό εξοπλισμό στα πρότυπα των μεγάλων αστικών κήπων της Ευρώπης.

Σε επίπεδο σχεδιασμού ανοίχτηκαν πολλές είσοδοι με σημαντικότερη την κύρια είσοδο από τη λεωφόρο Αμαλίας, που σχεδιάστηκε σε γαλλικό ύφος, τονίζοντας τη διαφορά της προς τον υπόλοιπο ρομαντικό κήπο. Με ανάλογο τρόπο έγινε η παρέμβαση στη νοτιο-ανατολική πρόσβαση του κήπου από το κοινοβούλιο.

Η περίοδος της Κατοχής επέφερε σημαντικές καταστροφές στον κήπο. Σημαντικά τεχνικά έργα, όπως υδραυλικά δίκτυα, αποχετεύσεις, αρδευτικά συστήματα, υδραγωγείο, δίκτυο δρομίσκων, παλαιό υδραγωγείο Ιλισσού, εγκαταλείφθηκαν. Παρτέρια ανθέων και χλόης και ποικιλίες φυτών καταστράφηκαν προκαλώντας σημαντικές αλλοιώσεις στη βλάστηση του κήπου.

Στη μεταπολεμική περίοδο ο κήπος γνώρισε περιορισμένες αλλαγές στο γενικό του σχέδιο και οι περισσότερες παρεμβάσεις είχαν τον χαρακτήρα της συντήρησης.

Αξίζει να θυμίσουμε ότι υπήρξαν φάσεις στις οποίες έγιναν σημαντικές επεμβάσεις, με σημαντικότερη από αυτές τη γενική συντήρηση, που προηγήθηκε των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, αντικαθιστώντας μεγάλο μέρος του φθαρμένου εξοπλισμού με νέο, παραπλήσιας μορφής.

Τη χρονιά αυτή η περιφέρεια παραχώρησε τον Εθνικό Κήπο για 99 χρόνια στο Δήμο Αθηναίων.