Ο Θουκυδίδης πίστευε πως το έργο του θα αποτελούσε «κτήμα εσαεί» – και οι αιώνες τον επιβεβαίωσαν.
Αλλά η σημασία του εκτείνεται και πέρα από το ότι αποτελεί ουσιαστικό τμήμα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς. Οποιος θέλει να κατανοήσει σε βάθος τον δικό μας ελληνικό εμφύλιο πόλεμο (1946-1949) θα πρέπει να διαβάσει Θουκυδίδη. Το ίδιο ισχύει και για τον μεταπολεμικό Ψυχρό Πόλεμο. Αρκεί να προβεί στους αναγκαίους παραλληλισμούς και να βάλει στη θέση της Αθήνας του Χρυσού Αιώνα τις ΗΠΑ, και τη Σοβιετική Ενωση στη θέση της Σπάρτης.
Οι ιδέες που αναπτύχθηκαν στον 18ο αιώνα του Διαφωτισμού υπάρχουν στην Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Ολη η Ξυγγραφή άλλωστε υποβάλλει με τον τρόπο της την ιδέα του Διαφωτισμού. Η πολιτική ρητορική και ο προτεσταντικός λόγος του άμβωνα έχουν τις ρίζες του στις δημηγορίες του Θουκυδίδη. Γιατί δεν είναι η ακρίβεια στην αποτύπωση των γεγονότων το βασικό του γνώρισμα ή το προτέρημά του σε σύγκριση με τον Ηρόδοτο αλλά το ότι περιγράφει και αναλύει τις συνέπειές τους στην κοινωνία. Η Ιστορία για τον ίδιο έχει παραδειγματικό χαρακτήρα, τον χαρακτήρα που της προσδίδουν τα γεγονότα, γι΄ αυτό και ο Θουκυδίδης είναι σύγχρονός μας. Τον ενδιαφέρει πρωτίστως το πώς επηρεάζουν την ανθρώπινη συμπεριφορά και άρα η γνώση τους παίζει τον ρόλο του παραδείγματος.
Γι΄ αυτό και η μελέτη του έργου του μάς βοηθά να κατανοήσουμε και τους πρόσφατους εμφυλίους πολέμους: στην πρώην Γιουγκοσλαβία (όπου θα μπορούσε κανείς να συγκρίνει τον δημαγωγό Κλέωνα με τον Μιλόσεβιτς), στη Ρουάντα με τις φυλές των Χούτου και των Τούτσι, στο Σουδάν, στην Κορέα, όπου ο εμφύλιος πόλεμος οδήγησε στη διαίρεση της χώρας σε Βόρεια και Νότια, στο Βιετνάμ, όπου οι Βορειοβιετναμέζοι για χρόνια πολεμούσαν όχι μόνο εναντίον των Νοτιοβιετναμέζων αλλά και των Γάλλων πρώτα και των Αμερικανών στη συνέχεια.
Ο κορυφαίος κλασικιστής και ιστορικός του Πανεπιστημίου του Γέιλ Ντόναλντ Κέιγκαν είναι μεγάλος θαυμαστής του Θουκυδίδη και εξαίρετος μελετητής του. Αν ο Ηρόδοτος υπήρξε ο πατέρας της Ιστορίας, ο Θουκυδίδης ήταν ο αναμορφωτής της. Στο πρόσωπο και το έργο του βρίσκει την πλέον ολοκληρωμένη έκφρασή της η πνευματική επανάσταση που είχε ξεκινήσει δύο αιώνες νωρίτερα στον ελληνικό κόσμο και ολοκληρώθηκε στην εποχή του. Κεντρικό ρόλο στη σκέψη και το έργο του έχει η πόλις, δηλαδή η « κοινωνία του ανθρώπου που ζούσε στην πόλη»- και άρα η πολιτική. Οι κανόνες της ανθρώπινης συμπεριφοράς ορίζονται από τις ιστορικές πράξεις των ανθρώπων. Επομένως, όχι μόνο πρέπει να γνωρίζουμε με ακρίβεια τα γεγονότα αλλά και να τα ερμηνεύουμε.
Οταν ένας ιστορικός αφηγείται την ιστορία που έχει γράψει ένας άλλος ιστορικός, για τον οποίο μάλιστα τρέφει ανεπιφύλακτο θαυμασμό, θα πρέπει να περιμένει κανείς τρία πράγματα: πρώτον, την επαναδιατύπωση της παλιάς ιστορικής αφήγησης σε νεότερη γλώσσα, δεύτερον, την ανάλυση της μεθοδολογίας του ιστορικού που μελετά και τρίτον, την αναγωγή των πρωταγωνιστών στο επίπεδο της χαρακτηρολογίας. Και αυτό κάνει με εξαιρετική επιδεξιότητα ο Κέιγκαν. Αναλύει τα αίτια του Πελοποννησιακού Πολέμου, ερμηνεύει τα γεγονότα προσθέτοντας τις μεταγενέστερες του Θουκυδίδη εκτιμήσεις, αναλύει και κρίνει τη συμπεριφορά των πρωταγωνιστών, από τον Περικλή ως τον Αλκιβιάδη, τον Νικία και τον Κλέωνα και αναδεικνύει την προσωπικότητα του Θουκυδίδη.
Μέσα από το βιβλίο του δεν προβάλλει ο «απρόσωπος» ιστορικός αλλά ένας ζωντανός άνθρωπος, ένας από τους πρωταγωνιστές του Πελοποννησιακού Πολέμου, ένα πνεύμα επινοητικό και ρωμαλέο, ο στιβαρός στοχαστής που «κινήθηκε στο μεταίχμιο της φιλοσοφίας». Τονίζει ακόμη ο Κέιγκαν ότι με τον Θουκυδίδη αντιλαμβανόμαστε τη σημασία της προσωπικότητας στη διαμόρφωση και την εξέλιξη των πολιτικών πραγμάτων. Ο πολιτικός τύπος της Ιστορίας που εκφράζει ο Θουκυδίδης δεν είχε μόνο οπαδούς. Αλλά οι οπαδοί του Θουκυδίδη είναι πολυπληθέστεροι και σημαντικότεροι από τους μη οπαδούς.
Ο Ντόναλντ Κέιγκαν είναι ίσως ο σημαντικότερος ιστορικός της Αρχαίας Ελλάδας που διαθέτει σήμερα ο αγγλόφωνος κόσμος και εξέχουσα θέση στο έργο του κατέχει η τετράτομη Ιστορία του Πελοποννησιακού Πολέμου. Το βιβλίο του αυτό δεν είναι μια,ας πούμε, αγιογραφία του Θουκυδίδη αλλά ένα είδος επιτομής ή συμπληρώματος και ένας φόρος τιμής στον Θουκυδίδη, τον μεγάλο του δάσκαλο.Γι΄ αυτό και ακολουθώντας το παράδειγμά του μας θυμίζει πως όταν κανείς καλείται να εκτιμήσει τα μεγάλα αναστήματα θα πρέπει πάντοτε να έχει υπόψη του ότι βρίσκεται μπροστά σε δυο αλήθειες που μπορεί αμφότερες να έχουν την ίδια σημασία.Γι΄ αυτό και λέει πως «αν θέλουμε να χρησιμοποιήσουμε την “Ιστορία” (του Θουκυδίδη) προς όφελός μας, όπως οφείλουμε και μπορούμε, πρέπει να κάνουμε διάκριση ανάμεσα στα στοιχεία που μας παρουσιάζει και την ερμηνεία την οποία τους δίνει». Αλλά οι τρεις μεγάλοι άξονες που ορίζουν το έργο του Θουκυδίδη εξακολουθούν να ισχύουν για κάθε μεταγενέστερη πολιτική ιστορία που γράφτηκε ή πρόκειται να γραφτεί,δηλαδή η πολιτική,οι διεθνείς σχέσεις και ο πόλεμος. Οποια και αν είναι τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει κανείς μελετώντας τον Θουκυδίδη, και ανεξαρτήτως του ότι μπορεί να μη συμφωνούν με τα δικά του, δεν παύει να ισχύει το ότι ο Θουκυδίδης επινόησε «ένα είδος ιστορικής αφήγησης και έρευνας που βελτίωσαν την ποιότητα του τρόπου σκέψης των ανθρώπων». Γι΄ αυτό και το έργο του αποτελεί «κτήμα εσαεί».
Και είναι χαρακτηριστική η δήλωση του αμερικανού υπουργού Εξωτερικών Τζορτζ Μάρσαλ το 1947: «Πολύ αμφιβάλλω αν μπορεί κανείς να σχηματίσει με απόλυτη βεβαιότητα σωστή άποψη για ορισμένα θεμελιώδη ζητήματα,αν δεν ανακαλέσει τουλάχιστον στη μνήμη του τα γεγονότα του Πελοποννησιακού Πολέμου και την πτώση της Αθήνας».Ισχύει και για όσα συμβαίνουν σήμερα.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ