«Κοίτα, ένας με φανέλα της Μπαρτσελόνα ανάμεσα στους οπαδούς της Ρεάλ! Α, κι άλλος! Και αυτός σηκώθηκε και πανηγύρισε το γκολ και δεν τον πείραξαν…». Για τον φίλο που δεν είχε πολλές εικόνες από το κλασικό ισπανικό ποδοσφαιρικό ντέρμπι ήταν μεγάλο θέμα -και θέαμα- ότι το περασμένο Σάββατο, στη Μαδρίτη, οπαδοί της Μπάρτσα κάθονταν διάσπαρτοι στην εξέδρα, ανάμεσα στους πολλούς της γηπεδούχου Ρεάλ.

Το έχουμε ξαναδει, βεβαίως. Και τούμπαλιν, στη Βαρκελώνη. Το είδαμε και στον συγκλονιστικό τελικό κυπέλλου Ισπανίας την Τετάρτη, θα το δούμε και στους δύο ημιτελικούς του Τσάμπιονς Λιγκ που έπονται.

Οπως και οι πρόεδροι των δύο ομάδων, έτσι και οι υποστηρικτές μπορούν να κάθονται δίπλα δίπλα, να φωνάζουν, να πανηγυρίζουν, να διαμαρτύρονται, να βρίζουν (αλλά όχι να βρίζονται) και στο τέλος να φεύγουν για το σπίτι έχοντας απολαύσει ποδοσφαιρικό θέαμα εφάμιλλο, αν όχι ανώτερο της συμπεριφοράς τους. Α, ξέχασα, δεν σκοτώνονται μεταξύ τους, όπως εδώ θα ήταν (το) αυτονόητο…

Το ίδιο βεβαίως και στον αγωνιστικό χώρο. Και νεύρα είχε, και αντιαθλητικά μαρκαρίσματα, και τσαμπουκάδες και ύβρεις και χτυπήματα μεταξύ των παικτών. Το παιχνίδι όμως συνεχιζόταν, ο διαιτητής σφύριζε σωστά ή λάθος, κάποιοι διαμαρτύρονταν, κάποιοι χτυπιόντουσαν, αλλά η μπάλα έτρεχε, «έπαιζε», δεν σταματούσε.

Και σε ένα ολόκληρο δεύτερο ημίχρονο στον τελικό κυπέλλου, με το ρευστό 0-0 και με τόσο πάθος, οι καθυστερήσεις ήταν μηδενικές! Γιατί ο σκοπός είναι το παιχνίδι και το παιχνίδι είναι πάνω απ’ όλα. Και απ΄ όλους. Και όταν το παιχνίδι συνεχίζεται, όλα τα άλλα και όλοι οι άλλοι δεν έχουν σημασία.

Γνωρίζουμε τι συμβαίνει εδώ. Διαχρονικά, σταθερά και… ατιμώρητα. Παίζουν στις 30 του μήνα ΑΕΚ – Ατρόμητος Αθηνών τελικό κυπέλλου και η ομοσπονδία κρατάει κενό ασφαλείας… 20.000 θέσεων στο ΟΑΚΑ! Αν, δηλαδή, έπαιζαν Ολυμπιακός – Παναθηναϊκός (το αντίστοιχο -λέμε τώρα- του ισπανικού «κλάσικο»), τι θα γινόταν; Απλώς, ΔΕΝ θα γινόταν, όπως πάνω – κάτω συνέβη με την αναβολή του τελικού στο μπάσκετ…

Το πρόβλημα, θα πείτε, δεν είναι ποδοσφαιρικό ή μπασκετικό, δεν αφορά τον αθλητικό χώρο μόνο. Ετσι είμαστε παντού. Δεν ανεχόμαστε εκείνον που δεν συμφωνεί μαζί μας, τον θεωρούμε αντίπαλο, εχθρό, τον βλέπουμε καχύποπτα, τον συκοφαντούμε ως «πουλημένο» και τόσα άλλα που όλοι γνωρίζουμε. Ακόμη και ένα απλό τρακάρισμα μπορεί να καταλήξει σε κλωτσομπουνίδι σ’ αυτή τη χώρα.

Tο καημένο το ποδοσφαιράκι, όμως, είναι παιχνίδι. Και επειδή δεν μας έμειναν και πολλά για να χαιρόμαστε, τώρα που μας έχουν πάρει το παιχνίδι, μας κακοφαίνεται. Και τους αφήνουμε να παίζουν μόνοι τους. Η τηλεόραση να είναι καλά. Από μακριά, αλλά αγαπημένο. Και, κυρίως, αγαπημένοι…

Το είδαμε και την τελευταία αγωνιστική του ελληνικού πρωταθλήματος. Γεμάτο το Καραϊσκάκη – στη φιέστα του Ολυμπιακού. Και όλα τα άλλα γήπεδα άδεια. «Κλασικό». Το βλέπουμε και στις κυκλοφορίες των αθλητικών εφημερίδων, που έχουν εντυπωσιακή πτώση, ειδικά μετά την ένδοξη εκείνη βραδιά του προέδρου της Σούπερ Λίγκας στο Φάληρο.

Τα ξεχάσαμε γρήγορα και αυτά. Όπως ξεχάσαμε και άλλες ένδοξες στιγμές του παρελθόντος, κόκκινων, πράσινων και κίτρινων προέδρων. Οι οποίοι έχουν το δικό τους παιχνίδι. Και θέλουν να το κερδίζουν με κάθε μέσο. Ακόμη και με μπράβους. Για να πάρουν τα «μπράβο». Και πάνω σε αυτά να χτίσουν όνομα, περιουσίες, επιρροή.

Μόνο που, όπως και των εφημερίδων, έτσι και το δικό τους κοινό συνεχώς μειώνεται. Αλλά δεν τους απασχολεί. Ισα – ίσα, βαυκαλίζονται να ακούνε από τους αυλικούς το «Μόνος σου παίζεις, Μεγάλε!». Αυτό όμως είναι που εξοργίζει και τελικά απωθεί: Ολο και λιγότεροι να νέμονται ένα παιχνίδι που θα μπορούσαν να παίζουν και να απολαμβάνουν τόσο πολλοί…